DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Transport containing STart | all forms | exact matches only
EnglishGreek
air startεκκίνηση κινητήρα κατά την πτήση
air start truckσυγκρότημα εκκίνησης
air start truckεπωχούμενος αεροκινητήρας
air start unitσυγκρότημα εκκίνησης με πεπιεσμένο αέρα
before start checkέλεγχος κινητήρα πρίν την εκκίνηση
cold-start deviceμηχανισμός εκκινήσεως εν ψυχρώ
cold-start deviceδιάταξη εκκίνησης ψυχρού κινητήρα
cold-start systemσύστημα εκκίνησης ψυχρού κινητήρα
cold start systemσύστημα εκκίνησης ψυχρού κινητήρα
cold start systemδιάταξη εκκίνησης ψυχρού κινητήρα
cold start systemμηχανισμός εκκινήσεως εν ψυχρώ
cold-start systemσύστημα ψυχρής εκκίνησης
cold-start systemσύστημα εκκίνησης εν ψυχρώ
maximum hill startεκκίνηση σε μέγιστη ανωφέρεια
standing startεκκίνηση από στάση
to start lateφεύγω με καθυστέρηση
to start lateαναχωρώ με καθυστέρηση
to start on timeαναχωρώ ακριβώς
to start on timeφεύγω στην ώρα μου
to start operations on an intra-Community route with limited competitionεκτέλεση δρομολογίου σε ενδοκοινοτική διαδρομή χωρίς μεγάλο ανταγωνισμό
to start without a loadξεκινώ τη λειτουργία της μηχανής σε κενό
to start without a loadξεκινώ τη λειτουργία της μηχανής χωρίς φορτίο
to start without a loadεκκινώ χωρίς φορτίο
train ready to startέτοιμος για τη ρυμούλκηση