Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Esperanto
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Norwegian
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Ukrainian
Terms
for subject
Transport
containing
FIL
|
all forms
|
exact matches only
French
Greek
appareil de manoeuvre à
fil
de transmission
χειριστήριο σύρματος μετάδοσης κίνησης
dégivrage des
fils
de contact
αφαίρεση πάγου από τα σύρματα επαφής
dégivrage des
fils
de contact
αποπαγοποίηση συρμάτων επαφής
désaxement latéral du
fil
de contact
πλευρική απόκλιση του σύρματος επαφής
désaxement latéral du
fil
de contact
εγκάρσια εκκεντρότητα του σύρματος επαφής
fil
aérien
ρευματοδότης τρόλλεϋ
fil
d'acier
ατσαλόσυρμα
fil
d'acier de la tringle
ατσαλόσυρμα χείλους ελαστικού επισώτρου
fil
de contact
σύρμα επαφής
fil
de contact non régularisé
σύρμα επαφής μη ρυθμιζόμενης τάσης
fil
de contact régularisé
σύρμα επαφής ρυθμιζόμενης τάσης
fil
de retenue
μπάρα συγκράτησης
fil
de suspension de câble
σύρμα ανάρτησης καλωδίου
fil
de traction
ρευματοδότης τρόλλεϋ
fil
pilote
σύρμα πιλότος
fil
pilote
σύρμα οδηγός
fil
tramway
οδηγόν καλώδιο τρόλεϋ
fil
tramway
καλώδιο του τρόλεϋ
fil
trolley
καλώδιο του τρόλεϋ
fil
trolley
οδηγόν καλώδιο τρόλεϋ
fil
à freiner
σύρμα ασφαλείας
fils
caténaires
σύρματα αλυσοειδών
hauteur du
fil
de contact
ύψος του επιπέδου του σύρματος επαφής
hauteur minimale du
fil
de contact
ελάχιστο ύψος σύρματος επαφής
hauteur nominale du
fil
de contact
ονομαστικό ύψος σύρματος επαφής
inclinaison du
fil
de contact
κλίση ανύψωσης του καλωδίου επαφής
jauge à
fil
résistant
μηκυνσιμετρική αντίσταση
jauge à
fil
résistant
ηλεκτρικό μηκυνσίμετρο
ligne fictive simulant le
fil
de guidage
ιδεατή γραμμή προσομοιάζουσα το σύρμα οδήγησης
matériau de
fil
de contact
υλικό σύρματος επαφής
pente de relèvement du
fil
de contact
κλίση ανύψωσης του καλωδίου επαφής
portée du
fil
απόσταση μεταξύ των σημείων στήριξης του σύρματος
portée du
fil
άνοιγμα του σύρματος
protection du
fil
περίβλημα ηλεκτρικού σύρματος
redresseur de bandes ou de
fils
ιδιοσυσκευή ευθυγράμμισης συρμάτων,ιδιοσυσκευή επιπεδοποίησης ελασμάτων
réglage automatique de la tension du
fil
de contact
ρύθμιση αυτόματη της τάσης του ρεύματος επαφής
section de
fil
διατομή σύρματος
serre-
fil
de jonction
ακροδέκτης συνδέσεως συρμάτων
serre-
fil
de jonction
κλέμμα σύνδεσης συρμάτων
serre-
fil
de jonction
σύρμα επαφής
serre-
fil
de suspension
συνδετήρας ανύψωσης
soulèvement du
fil
de contact
ανώθηση του σύρματος επαφής
stabilisation par traction de
fil
σταθεροποίηση με ελκυσμό σύρματος
suspension transversale souple par
fil
ou câble
ανάρτηση εγκάρσια εύκαμπτη με σύρμα
suspension transversale souple par
fil
ou câble
πυλώνας ελαστικός
suspension transversale souple par
fil
ou câble
πυλώνας εύκαμπτος
suspension transversale souple par
fil
ou câble
ανάρτηση εγκάρσια εύκαμπτη με καλώδιο
transmission par
fil
μετάδοση με καλώδια
transmission par
fil
μετάδοση με σύρμα
écartement des
fils
απόσταση των συρμάτων
Get short URL