DictionaryForumContacts

   Greek French
Terms for subject Fish farming pisciculture containing 2 | all forms
GreekFrench
αλιευτικό σκάφος με εγκαταστάσεις κατάψυξης που αλιεύει κεφαλόποδα 2. αλιευτικό κεφαλόποδων με ψυκτικό μηχανισμόcéphalopodier congélateur
γρύπος που τον χειρίζονται 2 σκάφηsenne-boeuf