DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Communications containing χειρισμός | all forms
GreekEnglish
ανεξάρτητος χειρισμόςisolated control
ανεξάρτητος χειρισμόςindividual control
ατομικός χειρισμόςisolated control
ατομικός χειρισμόςindividual control
αυτόματος χειρισμός των αλλαγώνautomatic points control
αυτόματος χειρισμός των οργάνων γραμμήςautomatic control
ηλεκτρικός χειρισμός των σημάτωνelectric control of signals
κεντρικός χειρισμός των σημάτωνcentralized control of signals
μεταφορά και χειρισμός έργουjob transfer and manipulation
πολλαπλός χειρισμός χειριστηρίουmultiple console operation
χειρισμός από απόστασηremote control
χειρισμός από απόστασηteleregulation
χειρισμός από απόστασηtelecontrol
χειρισμός από απόστασηdistant control
χειρισμός από απόσταση των τροχιών αλλαγής κατεύθυνσηςremote control of points
χειρισμός ασυρμάτου σε θαλασσοπλοούντα πλοίαradio service in a sea-going ship
χειρισμός ελάχιστης ολίσθησηςminimum-shift keying
χειρισμός εξ αποστάσεωςremote control
χειρισμός κλήσηςcall handling
χειρισμός λειτουργίαςoperational action
χειρισμός λειτουργίας-διακοπήςon-off keying
χειρισμός λειτουργίας-διακοπής των διαμορφουσών ακουστών συχνοτήτωνon-off keying of the modulating audio frequencies
χειρισμός με αποκατάσταση-διακοπήstart-stop modulation
χειρισμός με αποκατάσταση-διακοπήon-off keying
χειρισμός με ατέρμονα κοχλίαworm gear
χειρισμός με επαφέςtouch control
χειρισμός με κωδικοποιημένο ρεύμαcoded current control
χειρισμός με πλήκτραtouch control
χειρισμός πακέτωνpacket handling
χειρισμός πτήσης με έλεγχο διατοιχισμούroll attitude control
χειρισμός πτήσης με έλεγχο επιτάχυνσηςacceleration type control
χειρισμός σύμφωνα με μοντέλοmodel reference control
χειρισμός των σημάτωνcontrol of signals