DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Communications containing time out | all forms | in specified order only
EnglishGreek
check-out timeχρόνος επαλήθευσης
end of numbering detected by time outτέλος αριθμοδότησης ανιχνευόμενο με εξωχρονισμό
guard time-outλήξη χρόνου φύλαξης
radio-link-time-outεξωχρονισμός ραδιοζεύξης' ραδιοζεύξη εκτός χρόνου
radio-link time-outεξωχρονισμός ραδιοζεύξης
time outτέλος χρόνου
time outλήξη χρόνου
time outπερίοδος αναμονής
time outπροσωρινή διακοπή
time outεξωχρονισμός
time-outνεκρός χρόνος
time-outπερίοδος αναμονής
time-outπροσωρινή διακοπή
time-outχρόνος αποσυνδέσεως
time-outεξωχρονισμός
time-outτέλος χρόνου
time-out recoveryαποκατάσταση time-out
time-out safeguardπροστασία έναντι διακοπών
variable time-out capabilityικανότητα μεταβλητού διαλείμματος