DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Communications containing intercept | all forms | exact matches only
EnglishGreek
attendant intercept treatmentμεταχείριση συλλαμβανόμενων κλήσεων από την τηλεφωνήτρια
attendant intercept treatmentμεταχείριση συλλαμβανόμενων κλήσεων
call interceptαναχαίτιση κλήσης
flexible interceptευέλικτη κοινοποίηση
intercept announcerαναγγελτήρας κλησιθήρευσης
intercept serviceυπηρεσία κοινοποίησης
intercept treatment toneτόνος μεταχείρισης συλλαμβανόμενων κλήσεων' τόνος μεταχείρισης αναχαιτιζόμενων κλήσεων
intercept trunkζεύξη κοινοποίησης
safety interceptαιχμαλώτιση ασφαλείας
vacant code interceptκοινοποίηση κενού κωδικού
vacant number interceptκοινοποίηση μη εκχωρημένων αριθμών
vehicle intercept surveyέρευνα με κάρτες