DictionaryForumContacts

   Portuguese
Terms for subject Communications containing ação | all forms | exact matches only
PortugueseGreek
alarme de ação retardadaσυναγερμός βραδείας ενέργειας
ação com finalidade estruturalδιαρθρωτική δραστηριότητα
Ação comunitária plurianual para o desenvolvimento da RDIS como rede transeuropeia RT-RDISΠολυετής κοινοτική δράση αναφορικά με την ανάπτυξη του ISDN ως διευρωπαϊκού δικτύουTEN-ISDN
Ação Concertada da Comunidade Económica Europeia no domínio do Registo das Anomalias Congénitas Investigação médica e saúde públicaΕυκαιρίες για εφαρμογές των τεχνολογιών πληροφόρησης και επικοινωνίας σε αγροτικές περιοχές
ação corretiva διορθωτική ενέργεια
ação de sensibilização dos cidadãosευαισθητοποίηση του κοινού
ação semiautomática de pôr em faseημιαυτόματη επαναφορά φάσης
Comité Consultivo relativo à Elaboração de um Plano de Ação para a Criação de um Mercado dos Serviços de Informaçãoσυμβουλευτική επιτροπή για την εφαρμογή σχεδίου δράσης για τη δημιουργία αγοράς υπηρεσιών της πληροφόρησης
local de ação σκηνή δράσης
Plano de ação comunitário plurianual para fomentar uma utilização mais segura da Internet através do combate aos conteúdos ilegais e lesivos nas redes mundiaisΠολυετές κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την προώθηση της ασφαλέστερης χρήσης του Ίντερνετ μέσω της καταπολέμησης του παράνομου και βλαβερού περιεχομένου στα παγκόσμια δίκτυα
Plano de ação para a introdução de serviços avançados de televisão na EuropaΣχέδιο δράσης για την εισαγωγή προηγμένων τηλεοπτικών υπηρεσιών στην Ευρώπη
plano de ação para o desenvolvimento da videoconferênciaπρόγραμμα δράσης για την ανάπτυξη της οπτικής τηλεσυνεδρίασης
Programa de Ação destinado a Promover o Desenvolvimento da Indústria Audiovisual EuropeiaΠρόγραμμα δράσης για την ενθάρρυνση της ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οπτικοακουστικής βιομηχανίας
raio de ação do satélite"ίχνος" του δορυφόρου
raio de ação sem entrar em perdaπεδίο εκμετάλλευσης χωρίς απώλεια στήριξης
raio de ação sem entrar em perdaεπιχειρησιακή περιβάλλουσα
supressor de eco de ação contínuaηλεκτρονικός καταστολέας ηχούς
supressor de eco de ação descontínuaκαταστολέας ηχούς με ρωστήρα
teclado de ação direta πληκτρολόγιο απευθείας λειτουργίας