DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Communications containing Out | all forms | exact matches only
EnglishGreek
automatic out-of-serviceαυτόματη εκτός υπηρεσίας
being out of stockεξάντληση αποθέματος
black-out levelστάθμη αμαύρωσης
brown-outπροσωρινή διακοπή
building-out networkαπομιμητής γραμμής
card outαραιώνω κατακορύφως
check-out timeχρόνος επαλήθευσης
controlled roll-outελεγχόμενη εξάπλωση
cut-outασφάλεια τήξης
cut-outασφάλεια
cut-out portionμέρος προς αποκοπή
Dellinger fade-outραδιο-διάλειψη
Dellinger fade-outδιάλειψη Dellinger
dialing-outεπέκταση υπεραστικής επιλογής
dialling-outεπέκταση υπεραστικής επιλογής
direct dialling outδιεπιλογή εξόδου
drop-out compensationαντισταθμιστής πτώσης σήματος
end of numbering detected by time outτέλος αριθμοδότησης ανιχνευόμενο με εξωχρονισμό
to fade outνα μαραθεί
fan out v.αναπτύσσω ριπιδοειδώς
feather, card outαραιώνω κατακορύφως
fixed out base densityπυκνότητα στερεωμένης βάσης φιλμ
fly-outπτυσσόμενο ένθετο
fold-outπτυσσόμενο ένθετο
guard time-outλήξη χρόνου φύλαξης
lead-out grooveαυλάκι εξόδου
leading outχωρισμός με διάστιχα
leading outδιαστίχιση
to level outνα οριζοντιωθεί
leveling outη οριζοντίωση
leveling outεπαναφορά σε οριζοντίωση
levelling outεπαναφορά σε οριζοντίωση
levelling outη οριζοντίωση
line out of serviceγραμμή εκτός λειτουργίας
marking-outχάραξη
middle-out strategyοδηγούμενος από νησίδα
middle-out strategyνησίδα αξιοπιστίας
misdirected or out-of-course articleαντικείμενο που έχει διαβιβαστεί εσφαλμένα
network roll-outανάπτυξη δικτύου
opt-out registerµητρώο αυτοεξαίρεσης
out-band signalingεξώζωνος σηματοδότηση
out-band signalingεξωζωνική σηματοδοσία
out-band signallingεξωζωνική σηματοδοσία
out-band signallingεξώζωνος σηματοδότηση
out of orderχαλασμένο
out of orderεκτός λειτουργίας
out of print editionεξαντλημένη έκδοση
out-of-bandεξώζωνος
out-of-bandεξωζωνικός
out-of-band emissionεξωζωνική εκπομπή
out-of-band input signalεξωζωνικό σήμα εισόδου
out-of-band interferenceεξωζωνική παρεμβολή
out-of-band lossεξωζωνική εξασθένηση
out-of-band lossεξωζωνική απώλεια
out-of-band noiseεξωζωνικός θόρυβος
out-of-band powerεξωζωνική ισχύς
out-of-band radiationεξωζωνική ακτινοβολία
out-of-band signalεξωζωνικό σήμα
out-of-band signalingεξώζωνος σηματοδότηση
out-of-band signalingεξωζωνική σηματοδοσία
out-of-band signallingεξωζωνική σηματοδοσία
out-of-band signallingεξώζωνος σηματοδότηση
out-of-band spectrum of an emissionεξωζωνικό φάσμα εκπομπής
out-of-beam discriminationδιακριτικότητα εκτός δέσμης
out-of-plane componentσυνιστώσα εκτός επιπέδου
out-of-plane errorσφάλμα εκτός επιπέδου
out-of-service maintenanceσυντήρηση εκτός λειτουργίας
out-of-service recoveryανάκαμψη λειτουργίας
out-of-service recoveryανάκαμψη OOS
out-of-service systemσύστημα εκτός υπηρεσίας
out-of-service temporaryπροσωρινά εκτός λειτουργίας
out-of-service testδοκιμή εκτός λειτουργίας
out-of-traffic modeκατάσταση εκτός τηλεπικοινωνιακής κίνησης
out-trunksεξωζεύξεις
pull-outανάκληση από βύθιση
pull-outπτυσσόμενο ένθετο
pull-outανάκαμψη από βύθιση
radio fade-outραδιο-διάλειψη
radio fade-outδιάλειψη Dellinger
radio-link time-outεξωχρονισμός ραδιοζεύξης
radio-link-time-outεξωχρονισμός ραδιοζεύξης' ραδιοζεύξη εκτός χρόνου
run-out trailerανιχνευτής πέρατος
safety cut-outασφάλεια
safety cut-outασφάλεια τήξης
sending out books on sale or return without request from the booksellerαυτεπάγγελτη αποστολή
to sign outαποσυνδέομαι
slab lay-out drawingσχέδιο ψευδοπλάκας
spurious out-of-band image signalπαρασιτικό εξωζωνικό σήμα-είδωλο
spurious out-of-band signalπαρασιτικό εξωζωνικό σήμα
strike outεξαλείφω
strike outδιαγράφω
strike outσβήνω
temporarily out of serviceπροσωρινά εκτός λειτουργίας
temporary out of serviceπροσωρινή αναστολή λειτουργίας
temporary out of service on requestπροσωρινή διακοπή μετά από αίτηση
the circuit is out of orderτο κύκλωμα είναι εκτός λειτουργίας
throw-outπτυσσόμενο ένθετο
time-outτέλος χρόνου
time-outεξωχρονισμός
time-outνεκρός χρόνος
time-outχρόνος αποσυνδέσεως
time-outπερίοδος αναμονής
time-outπροσωρινή διακοπή
time outτέλος χρόνου
time outλήξη χρόνου
time outπερίοδος αναμονής
time outπροσωρινή διακοπή
time outεξωχρονισμός
time-out recoveryαποκατάσταση time-out
time-out safeguardπροστασία έναντι διακοπών
variable time-out capabilityικανότητα μεταβλητού διαλείμματος
wear-out failure periodπερίοδος βλαβών από παλαίωση
wear-out failure periodπερίοδος αποτυχιών από φθορά
wear-out lifeονομαστική διάρκεια
white outαφήνω διάστημα
white outδιαχωρίζω
white outαραιώνω
white outπαρεμβάλλω χρονικό διάστημα