DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Information technology containing ανοικτό | all forms
GreekFrench
ανοικτό πρόγραμμαprogramme ouvert
ανοικτό σύστημαsystème ouvert
ανοικτό χx/open
Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο: Για έναν ανοικτό, ασφαλή και προστατευμένο κυβερνοχώροstratégie de cybersécurité de l'Union européenne: un cyberespace ouvert, sûr et sécurisé
Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο: Για έναν ανοικτό, ασφαλή και προστατευμένο κυβερνοχώροstratégie de cybersécurité de l'Union européenne