DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Information technology containing leading | all forms | exact matches only
EnglishGreek
auto-leadingαυτόματη καθοδήγηση
automatic leadingαυτόματη καθοδήγηση
axial leadsαξονικοί αγωγοί
beam lead bondingσύνδεση αγωγών τύπου δοκού
beam lead chipΚύκλωμα ακροδέκτου δέσμης
beam lead deviceδιάταξη αγωγών τύπου δοκού
co-planar leadsομοεπίπεδοι αγωγοί
document leading edgeΟδηγός άκρη εντύπου
lead projectionπροβολή αγωγού
lead-to-lead distanceαπόσταση μεταξύ αγωγών
lead wiresσύρματα αγωγών
leading blankκενά αρχής
leading edge temperature probeαισθητήρας θερμοκρασίας μετώπου προσβολής πτέρυγας
leading endπροπορευόμενο άκρο
leading endάκρο που οδηγεί
leading zerosπροπορευόμενα μηδενικά
paragraph leadingδιάστημα μεταξύ παραγράφων
paragraph leadingμεσοδιάστημα παραγράφων
Police Using Leading Systems Effectivelyουσιαστική χρήση των νομικών συστημάτων εκ μέρους της αστυνομίας
reverse leadingανάστροφη τροφοδότηση γραμμής
swaged leadsσυνεστριμμένοι αγωγοί
thick leadπαχύ μολύβι
thick leadμολύβι παχιάς γραφής
thin leadλεπτό μολύβι
triggering-lead pulseοδηγός παλμός σκανδαλισμού
universal lead frameγενικό πλαίσιο αγωγών