Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Azerbaijani
Bengali
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Persian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian Latin
Spanish
Tatar
Vietnamese
Terms
for subject
Electronics
containing
στοιχείο
|
all forms
Greek
German
ακτινοβολούν
στοιχείο
Strahlungselement
ακτινοβολούν
στοιχείο
Abstrahlelement
ακόρεστο πρότυπο
στοιχείο
ungesättigtes Normalelement
αλκαλικό
στοιχείο
alkalische Batterie
αλκαλικό
στοιχείο
Alkali-Mangan-Zelle
αλκαλικό
στοιχείο
Alkalielement
ανάστροφο
στοιχείο
χωρίς ακροδέκτες
Leitungsloses Bauelement
ανάστροφο
στοιχείο
χωρίς ακροδέκτες πολλαπλών προστατευτικών στρωμάτων
leitungsloses Bauelement mit vielen Anschlüssen
αντιεκρηκτικό
στοιχείο
explosionsgeschütztes Bauelement
αντιενδοεκρηκτικό
στοιχείο
druckfest gekapseltes Bauelement
αντιπαρασιτικό
στοιχείο
Funk-Entstörelement
απομονωμένο
στοιχείο
isoliertes Bauelement
αυλάκι μέσα στο
στοιχείο
unerwünschter diffundierter Kanal
βεβλαμμένο
στοιχείο
πυρηνικού καυσίμου
beschaedigtes Brennelement
γαλβανικό
στοιχείο
galvanisches Element
γραφικό
στοιχείο
grafisches Element
γυρομαγνητικό
στοιχείο
gyromagnetisches Gerät
γυρομαγνητικό
στοιχείο
gyromagnetisches Bauelement
διάκριτο
στοιχείο
einzelnes Bauelement
δομικό
στοιχείο
ηλιακού ενεργειακού συστήματος
Solarkomponente
εκφυλιστικό
στοιχείο
κυκλώματος
gegengekoppeltes Bauelement
ελλιπώς φορτισμένο
στοιχείο
verhungerte Zelle
ενδεικτικό
στοιχείο
Prüfzelle
Ενεργό
στοιχείο
κυκλώματος
aktives Bauelement
ενσωματωμένο θερμαντικό
στοιχείο
eingebettetes Heizelement
εξωτερικό
στοιχείο
κρυσταλλοτριόδου
äußeres Transistorelement
εξωτερικό
στοιχείο
τρανζίστορ
äußeres Transistorelement
επαγώγιμο
στοιχείο
Anker
ηλεκτρολυτικό
στοιχείο
αμαλγάματος
Amalgamelektrolysezelle
ηλεκτρονικό
στοιχείο
Bauelement der Elektronik
ηλεκτρονικό
στοιχείο
elektronisches Gerät
ηλεκτρονικό
στοιχείο
elektronisches Teil
ηλεκτροπεριοριστικό
στοιχείο
elektrostriktiver Bauteil
ηλεκτροχημικό
στοιχείο
elektrochemisches Element
θερμαινόμενο
στοιχείο
geheizte Type
θερμαντικό
στοιχείο
Heizelement
θερμικό
στοιχείο
Heizelement
θυγατρικό
στοιχείο
του θορονίου
Thoronzerfallsprodukt
θωρακισμένο θερμαντικό
στοιχείο
ummanteltes Heizelement
ιδανικό
στοιχείο
ideales Stromkreiselement
κατασκευαστικό
στοιχείο
στερεάς κατάστασης
Festkörperbauelement
κατευθυντικό
στοιχείο
Richtungsglied
κυλινδρικό
στοιχείο
zylindrische Zelle
κυλιόμενο
στοιχείο
οπτικής ένδειξης
Rollelement-Anzeige
λιποτραφές
στοιχείο
verhungerte Zelle
μεταβολή φάσης από
στοιχείο
σε στοιχείο
Phasenverschiebung unter Signalelementen
μουσικό
στοιχείο
Musikelement
ξηρό
στοιχείο
Trockenelement
ξηρό
στοιχείο
Trockenbatterie
οδηγούμενο
στοιχείο
gespeistes Element
οπτοηλεκτρονικό
στοιχείο
optoelektronisches Bauelement
παθητικό ημιαγωγό φωτοευαίσθητο
στοιχείο
passiver Fotohalbleiter passiver Photohalbleiter
παρασιτικό
στοιχείο
κυκλώματος
parasitäres Schaltungselement
πιεζοηλεκτρικό ημιαγωγό
στοιχείο
piezoelektrisches Halbleiterelement
πολλαπλό
στοιχείο
Mehrfachbauelement
προστατευμένο θερμαντικό
στοιχείο
geschütztes Heizelement
πρωτεύον
στοιχείο
Primärzelle
πρότυπο
στοιχείο
Normalelement
πρότυπο
στοιχείο
Weston
Weston-Normalelement
πρότυπο
στοιχείο
Eichbatterie
πρότυπο-διόδου με ένα
στοιχείο
Diodenersatzschaltung aus einem Element
ρυθμιστικό
στοιχείο
Endzelle
σίδερο με θερμαντικό
στοιχείο
Frisierstab
σπειροειδές
στοιχείο
spiralgewickelte Zelle
στοιχείο
άνθρακα
Kohlenstoffelement
στοιχείο
αέρος
Luftsauerstoffelement
στοιχείο
αγωγού
Leitermodul
στοιχείο
αερίου
Brennstoffelement
στοιχείο
αμμωνιακού άλατος
Leclanché-Element
στοιχείο
αντίστασης από διάχυση συλλέκτη
Kollektordiffusionswiderstand
στοιχείο
αντοχής
Stütz-und Zugelemente
στοιχείο
απαρίθμησης Τ
T-Zählelement
στοιχείο
αποδέκτης στο αρσενικούχο γάλλιο
Galliumarsenid-Akzeptorelement
στοιχείο
αποθήκευσης ηλεκτρονίων
Elektronenspeicherfähigkeit
στοιχείο
απομόνωσης
Pufferstufe
στοιχείο
αποπνιγμού
Drossel
στοιχείο
γενικής χρήσης
Mehrzweckbauelement
στοιχείο
γενικού σκοπού
Mehrzweckbauelement
στοιχείο
για σύνδεση με υβριδικό κύκλωμα
auf dünne Schichten montierbares Bauelement
στοιχείο
διάχυσης ηλεκτρονίων
Elektronendiffusionsvermögen
στοιχείο
διαιρεμένου φάσματος
Split-Spectrum-Zelle
στοιχείο
διχρωμικού καλίου
Dichromatelement
στοιχείο
δότης στο αρσενικούχο γάλλιο
Galliumarsenid-Donatorelement
στοιχείο
δύο ηλεκτρολυτών
Volta-Element
στοιχείο
εγκαρσίου πεδίου
Feldeffektbauelement
στοιχείο
εγκαρσίου πεδίου με αρνητική αντίσταση
Feldeffektbauelement mit negativem Widerstand
στοιχείο
εκκένωσης αερίων
Gasentladungszelle
στοιχείο
ελέγχου
Torschaltungselement
στοιχείο
ελέγχου
Durchlasselement
στοιχείο
ελέγχου ισοτιμίας
Paritätskontrollelement
στοιχείο
ενός ηλεκτρολύτη
Flüssigkeitselement
στοιχείο
επέκτασης με δίοδο
Diodenexpander
στοιχείο
επέκτασης με δίοδο
Diodendehner
στοιχείο
επίδρασης πεδίου
Feldeffektbauelement
στοιχείο
επαίσθησης
Messfühler
στοιχείο
επαίσθησης
Messgrößenaufnehmer
στοιχείο
επαίσθησης
Aufnehmer
στοιχείο
επανασύνδεσης
Vereinigungsfähigkeit
στοιχείο
επανασύνδεσης
Kombinanz
στοιχείο
επεξεργασίας σήματος σε δέκτη
Verarbeitungseinheit des Empfangssignals
στοιχείο
επιδράσεως πεδίου μη-αντιστρεπτό
nicht umkehrbares Feldeffektbauelement
στοιχείο
επιταξιακών στρωμάτων
Epitaxialbauelement
στοιχείο
ετεροένωσης p-n
Bauelement mit Hetero-PN-Übergang
στοιχείο
ηλεκτρολυτικού τήγματος
Hochtemperaturelement
στοιχείο
ηλεκτρολυτικού τήγματος
Akkumulator mit bei hoher Temperatur geschmolzenen Salzen
στοιχείο
ημιαγωγού για κατευθείαν σύνδεση με το υπόστρωμα
Leitungsloses Bauelement
στοιχείο
ημιαγωγό με αρνητική αντίσταση
Bauelement mit negativem Widerstand
στοιχείο
ημιαγωγό πιεζοηλεκτρικό
piezoelektrisches Halbleiterelement
στοιχείο
καταγραφής του κρατούμενου
Übertragspeicher
στοιχείο
καταληπτής διαφωνίας
Komponente des verständlichen Nebensprechens
στοιχείο
κατωφλίου
Schwellwert-Element
στοιχείο
κατωφλίου
Schwellwert-Schaltelement
στοιχείο
κατωφλίου
Schwellenglied
στοιχείο
κινητικότητας ηλεκτρονίων
Elektronenbewegungsfähigkeit
στοιχείο
κλειστού κυκλώματος
Ruhestromelement
Στοιχείο
κράματος
Legierungselement
στοιχείο
κυκλώματος ως συνάρτηση συνιστωσών
transformiertes Stromkreiselement
στοιχείο
Λεκλανσέ
Leclanché-Element
στοιχείο
λογικό
Verknüpfungsglied
στοιχείο
λογικό
Logikelement
στοιχείο
λογικό
Schaltglied
στοιχείο
μαγνησίου
Magnesiumelement
στοιχείο
μαγνητικού ρυθμιστή
Transduktorelement
στοιχείο
με αρνητική αντίσταση
Vorwärtsspannung
στοιχείο
με αρνητική σταθερή αντίσταση ανοιχτού κυκλώματος
Bauelement mit stabilem negativem Widerstand im Leerlauf
στοιχείο
με συγκεντρωμένες παραμέτρους
Ersatzschaltungselement
στοιχείο
με τεχνητά αυξημένη αντίσταση ακτινοβολίας
Bauelement mit erzwungener Strahlungsresistenz
στοιχείο
με ψύξη εξαναγκασμένης ροής αέρα
zwangsluftgekühltes Bauelement
στοιχείο
μεταβλητής απολαβής
Element mit variablem Gewinn
στοιχείο
μεταβλητής σταθεράς χρόνου
Element mit variabler Zeitkonstante
στοιχείο
μη-αμοιβαίο
nicht umkehrbares Bauelement
στοιχείο
μηδενικής δύναμης εισχώρησης
steckkraftloses Bauelement
στοιχείο
μικροταινίας
Mikrostreifenelement
στοιχείο
μονωτικής αλυσίδας
Kettenisolator
στοιχείο
μονωτικού υποστηρίγματος
Stützisolatorelement
στοιχείο
μπλοκαρίσματος
Hindernis
στοιχείο
ολίσθησης ηλεκτρονίων
Elektronendriftvermögen
στοιχείο
οξειδίου του αργύρου
Silberoxydelement
στοιχείο
οξειδίου υδραργύρου-ψευδαργύρου
Quecksilberoxydelement
στοιχείο
παθητικό
passives Bauelement
στοιχείο
παρασιτικό
strahlungsgekoppeltes Element
στοιχείο
παρασιτικό
Sekundärstrahler
στοιχείο
πολυφασικού κυκλώματος
Element eines Mehrphasenstromkreises
στοιχείο
πολύ μεγάλης διάρκειας ζωής
Komponent mit langer Lebensdauer
στοιχείο
που εξασφαλίζει στη συσκευή το απαιτούμενο βολτάζ
Einheit,die die fuer den Apparat erforderliche Stromspannung liefert
στοιχείο
προσαρμογής
Pufferstufe
στοιχείο
προσαρμογής μισού μήκους κύματος
Halbwellen-Anpassungsstichleitung
στοιχείο
πρόσμιξης χρυσού
golddotiertes Bauelement
στοιχείο
ρουτίνας
Routinekomponente
στοιχείο
σήματος
Zeichenschritt
στοιχείο
σήματος
Schritt
στοιχείο
σπειροειδούς περιέλιξης
spiralgewickelte Zelle
στοιχείο
συντονισμού που εισάγεται σε κοιλότητα
Abgleichstempel
στοιχείο
συσσωρευτή
Akkumulatorzelle
στοιχείο
τεσσάρων στρωμάτων
Vierschichtbauelement
στοιχείο
τόνου
Tonelement
στοιχείο
υγρού
naßes Element
στοιχείο
υγρού
Füllelement
στοιχείο
υγρού
Naßelement
στοιχείο
υγρού
Flüssigkeitszelle
στοιχείο
υδρογόνου
wasserstoffbetriebene Brennstoffzelle
στοιχείο
υδρογόνου
Wasserstoff-Brennstoffzelle
στοιχείο
υδροξειδίου του νατρίου
Alkalielement
στοιχείο
υπό διαφορά συγκέντρωσης
Konzentrationszelle
στοιχείο
υπό διαφορά συγκέντρωσης
Konzentrationselement
στοιχείο
φακού
Linse
στοιχείο
χλωριούχου αργύρου
Silberchloridelement
στοιχείο
χρονισμού
Zeitglied
στοιχείο
ψευδαργύρου-άνθρακα
Zink-Kohle-Zelle
στοιχείο
ψευδαργύρου-αέρα
Zink-Luft-Zelle
στρεπτό νηματικό
στοιχείο
nematische Drehzelle
σχισμογραμμή με κινητό
στοιχείο
Meßleitungsschlitten
τελεστικό
στοιχείο
Funktionselement
τετηγμένο ηλεκτρολυτικό
στοιχείο
Hochtemperaturelement
τετηγμένο ηλεκτρολυτικό
στοιχείο
Akkumulator mit bei hoher Temperatur geschmolzenen Salzen
τυπωμένο
στοιχείο
gedrucktes Bauelement
τυπωμένο
στοιχείο
gedrucktes Bauteil
τυπωμένο
στοιχείο
gedrucktes Element
υβριδικό
στοιχείο
Hybridzelle
υγρό
στοιχείο
Naßelement
υγρό
στοιχείο
naßes Element
υγρό
στοιχείο
Füllelement
υγρό
στοιχείο
Flüssigkeitszelle
φωτιστικό
στοιχείο
Leuchtkörper
φωτοαγώγιμο
στοιχείο
Photowiderstand
φωτοευαίσθητο
στοιχείο
p-n-i-p
PNIP-Fotofühler PNIP-Photofühler
φωτοευαίσθητο
στοιχείο
ημιαγωγού
photoempfindliches photoempfindliches
Get short URL