DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Electronics containing auxiliary | all forms | exact matches only
EnglishGreek
auxiliaries circuitκύκλωμα βοηθητικών λειτουργιών
auxiliaries transformerμετασχηματιστής τροφοδοσίας των βοηθητικών εγκαταστάσεων
auxiliary AC powerβοηθητική τροφοδότηση με εναλλασσόμενο ρεύμα
auxiliary actuatorβοηθητικός ενεργοποιητής
auxiliary armβοηθητικό σκέλος
auxiliary backup heatingσυμπληρωματική θέρμανση
auxiliary backup heatingβοηθητική θέρμανση
auxiliary contactβοηθητική επαφή
auxiliary control gapδιάκενο εκκενώσεων ενδείξεως
auxiliary dischargeβοηθητική εκκένωση
auxiliary energising quantityβοηθητικό μέγεθος ενεργοποίησης
auxiliary energizing quantityβοηθητικό μέγεθος ενεργοποίησης
auxiliary feedback channelβοηθητικό κανάλι ανατροφοδότησης
auxiliary firing electrodeβοηθητικό ηλεκτρόδιο ανάφλεξης
auxiliary generatorβοηθητική γεννήτρια
auxiliary instrument transformerπαρεμβαλλόμενος επιπλέον μετασχηματιστής διά όργανο μετρήσεως
auxiliary interpolating instrumentβοηθητικά όργανα μέτρησης συχνότητας με παρεμβολή
auxiliary poleπόλος μεταγωγής
auxiliary poleπόλος βοηθητικός
auxiliary radio-relay systemβοηθητικό σύστημα ραδιοαναμεταδοτών
auxiliary relayδευτερεύων ηλεκτρονόμος
auxiliary relayβοηθητικός ηλεκτρονόμος
auxiliary salt bridgeβοηθητική γέφυρα άλατος
auxiliary services supplyτροφοδοσία βοηθητικών εγκαταστάσεων
auxiliary suppliesβοηθητικές εγκαταστάσεις
auxiliary switchboardβοηθητικός πίνακας διακόπτων
auxiliary transformerμετασχηματιστής βοηθητικός
auxiliary transformerβοηθητικός μετασχηματιστής
auxiliary windingβοηθητικό πηνίο
complete loss of normal auxiliary powerολική απώλεια της κανονικής βοηθητικής ηλεκτρικής τροφοδοτήσεως
essential auxiliary circuitsαπαραίτητα βοηθητικά κυκλώματα
inner auxiliary channelεσωτερικό βοηθητικό κανάλι
non-essential auxiliary circuitsμη απαραίτητα βοηθητικά κυκλώματα
supply voltage of auxiliary circuitsτάση τροφοδοσίας των βοηθητικών εγκαταστάσεων