DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Electronics containing Long | all forms | exact matches only
EnglishGreek
high-voltage direct-current long-distance transmissionμεταφορά συνεχούς ρεύματος υψηλής τάσης σε μεγάλη απόσταση
long afterglow tubeλυχνία παραμένουσας αίγλης
long arcεπίμηκες τόξο
long-arc lampλυχνία μακρού τόξου
long-base diodeδίοδος εκτενούς βάσεως
long-base Gunn diodeδίοδος Gunn εκτενούς βάσεως
long base-line interferometerσυμβολόμετρο με βάση μεγάλης διάρκειας
long delay circuitκύκλωμα μεγάλης καθυστέρησης
long delayed side reflectionπλευρική ανάκλαση μεγάλης καθυστέρησης
long fractional hop whistlerσυριγμός διαδιδόμενος με τμηματικά μεγάλα πηδήματα
long Gunn diodeδίοδος Gunn εκτενούς βάσεως
long-haul terrestrial systemεπίγειο σύστημα μεγάλης απόστασης
long-persistence screenοθόνη μακράς παραμονής
long playing recordδίσκος μεγάλης διάρκειας
long range orderδιάταξη μεγάλης ακτίνας
long rod insulatorμονωτήρας μακράς ράβδου
long rod insulatorμονωτήρας εν είδη επιμήκους ράβδου
long-tailed pairσυμμετρικό κύκλωμα ζεύξεως εκπομπού διαφορικού ενισχυτή
long-term accuracyμακροχρόνια ορθότητα
long-term driftολίσθηση μεγάλης περιόδου
long-term driftολίσθηση μακράς διαρκείας
long-term fadingαργή εξασθένηση
long-term frequency stabilityμακροχρόνια σταθερότητα συχνότητας
long term instabilityμακροπρόθεσμη αστάθεια
long-term median transmission lossμακροχρόνιος διάμεσος απωλειών μετάδοσης
long term stabilityμακροχρόνια σταθερότητα
mean long-term lossμακροπρόθεσμη μέση εξασθένηση
stacked long-tailed pairυπερτιθέμενοι διαφορικοί ενισχυτές με βαθμίδες σταθερού ρεύματος
very long baseline radio interferometryραδιοσυμβολομετρία πολύ μεγάλης γραμμής βάσης
very long life componentστοιχείο πολύ μεγάλης διάρκειας ζωής