DictionaryForumContacts

   German
Terms for subject Electronics containing CS | all forms
GermanGreek
C-Faktorπαράγων-C
C-Stufeβαθμίδα ενισχυτή τάξης C
C-Verstärkerενισχυτής κατηγορίας C
C-Verstärkung eines HF-Transistorsλειτουργία τρανζίστορ υψηλής συχνότητας τάξης-C
C-Verstärkung eines HF-Transistorsλειτουργία κρυσταλλοτρίοδου υψηλής συχνότητας τάξης-C
Flanschbauart Cφλάντζα μορφής C ή φλάντζα με αποπνιγμό και αυλάκωση για συμπίεση αερίου μέσα στους κυματοδηγούς
ladungsgekoppelter Speicher mit C-Kanaltechnikφορτιοζευκτική συσκευή διαύλου-p
Verstärker im C-Betriebενισχυτής κατηγορίας C