DictionaryForumContacts

   German
Terms for subject Government, administration and public services containing E | all forms | exact matches only
GermanGreek
der Beamte scheidet endgültig aus dem Dienst aus durch: a) Entlassung auf Antrag, b) Entlassung von Amts wegen, c) Stellenenthebung aus dienstlichen Gründen, d) Entlassung wegen unzulänglicher fachlicher Leistungen, e) Entfernung aus dem Dienstο υπάλληλος αποχωρεί οριστικά από την υπηρεσία λόγω : παραίτησης, β) έκπτωσης γ) απομάκρυνσης προς το συμφέρον της υπηρεσίας, δ) απόλυσης για λόγους υπηρεσιακής ανεπάρκειας, ε) παύσης
Dokumentar i.E.κατώτερος υπάλληλος τεκμηρίωσης
Finanzprüfungsrat i.E.κατώτερος δημοσιονομικός ελεγκτής
Finanzrat i.E.κατώτερος δημοσιονομικός διαχειριστής
Forschungsrat i.E.κατώτερος ερευνητής
Informationstechniker i.E.κατώτερος τεχνικός πληροφορικής
Medizinalrat i.E.κατώτερος ιατρός σύμβουλος
Rechtsrat i.E.κατώτερος νομικός σύμβουλος
Techniker i.E.κατώτερος τεχνίτης
Verwaltungssekretär i.E.κατώτερος βοηθός γραφείου
Verwaltungssekretär i.E.Aναπληρωτής υπάλληλος γραφείου
Veterinärrat i.E.κατώτερος επιθεωρητής κτηνίατρος
Wissenschaftsrat i.E.κατώτερος επιστημονικός υπάλληλος
Übersetzer i.E.κατώτερος μεταφραστής
Übersetzer i.E.Aναπληρωτής μεταφραστής