French | Greek |
accepter une distinction honorifique, une décoration, une faveur, un don, une rémunération de quelque nature qu'ils soient | δέχομαι τιμητική διάκριση, παράσημο, εύνοια, δώρο ή αμοιβή οποιασδήποτε φύσης |
accident survenu dans l'exercice ou à l'occasion de l'exercice des fonctions | ατύχημα που έχει επέλθει κατά την άσκηση ή επ' ευκαιρία της ασκήσεως των καθηκόντων του υπαλλήλου |
acte de dévouement accompli dans un intérêt public | πράξη αυτοθυσίας προς το κοινό συμφέρον |
acte de nomination du fonctionnaire | Πράξη διορισμού του υπαλλήλου |
actifs au titre des pensions | το ενεργητικό του Ταμείου Συντάξεων |
adaptation des rémunérations | αναπροσαρμογή των αποδοχών |
adjoint de l'administrateur de la Cour | Aναπληρωτής του διευθυντή του Δικαστηρίου ΔΕΚ |
Administrateur de la Cour | Διευθυντής του Δικαστηρίου ΔΕΚ |
affiliés et assurés du chef de l'affilié | ασφαλισμένοι και καλυπτόμενα πρόσωπα |
agent de classement | υπάλληλος αρχειοθέτησης |
agent de laboratoire Euratom | τεχνικός υπάλληλος |
agent de sécurité | υπάλληλος του προσωπικού ασφαλείας |
agent exerçant des fonctions de stagiaire ou boursier | ασκούμενος ή υπότροφος |
agent technique chef de travaux | τεχνικός υπάλληλος επικεφαλής εργαστηρίου |
agents de haute qualification scientifique ou technique | προσωπικό με υψηλά επιστημονικά και τεχνικά προσόντα |
aide de laboratoire | βοηθός παρασκευαστής |
allocation de départ | εφάπαξ αποζημίωση λόγω εξόδου από την υπηρεσία |
allocation de départ | επίδομα αποχωρήσεως |
allocation de foyer | επίδομα αρχηγού οικογενείας |
allocation en cas de naissance d'un enfant | επίδομα τοκετού |
assistant de secrétariat | βοηθός γραμματείας |
assistant de secrétariat adjoint | αναπληρωτής βοηθός γραμματείας |
assistant de soutien à la direction | βοηθός στήριξης διευθύνσεως |
Association internationale des anciens des Communautés européennes | Διεθνής Ενωση των Πρώην Υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων |
assumer les charges d'un chef de famille | αναλαμβάνω τα οικογενειακά βάρη |
astreinte sur le lieu de travail ou à domicile | υπηρεσία ετοιμότητας στον τόπο εργασίας ή κατ' οίκον |
atteinte de l'appareil locomoteur | βαρεία βλάβη του κινητικού μηχανισμού |
attestation de non-remariage | πιστοποιητικό για τη μη σύναψη νέου γάμου |
avis de concours général | Προκήρυξη γενικού διαγωνισμού |
avis de vacance | δημοσίευση κενής θέσης |
avis de vacance | ανακοίνωση κενής θέσεως |
avoir des obligations alimentaires légales | έχω από το νόμο υποχρέωση διατροφής |
avoir une compétence de pleine juridiction pour statuer sur les litiges | έχω πλήρη δικαιοδοσία σε διαφορές |
avoirs du fonds de pension | το ενεργητικό του Ταμείου Συντάξεων |
avoirs du Fonds de pension | περιουσιακά στοιχεία του Ταμείου συντάξεως |
barème des rémunérations | μισθολογική κλίμακα |
budget des Communautés | Προϋπολογισμός των Κοινοτήτων |
Bulletin mensuel du personnel des Communautés | Μηνιαίο δελτίο του Προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων |
Bureau des effectifs | Γραφείο Προσωπικού |
catégorie A : fonctions de direction, de conception et d'étude, nécessitant des connaissances de niveau universitaire | Κατηγορία Α : Διοικητικά, εισηγητικά και επιστημονικά καθήκοντα που απαιτούν γνώσεις πανεπιστημιακού επιπέδου |
catégorie B : fonctions d'application et d'encadrement nécessitant des connaissances du niveau de l'enseignement secondaire | Κατηγορία Β : Καθήκοντα εκτέλεσης και πλαισίωσης που απαιτούν γνώσεις πλήρους μέσης εκπαίδευσης |
catégorie C : fonctions d'exécution nécessitant des connaissances du niveau de l'enseignement moyen | Κατηγορία C : Καθήκοντα διεκπεραίωσης που απαιτούν γνώσεις πρώτου κύκλου μέσης εκπαίδευσης |
catégorie D : fonctions manuelles ou de service nécessitant des connaissances du niveau de l'enseignement primaire | Κατηγορία D : Καθήκοντα χειρωνακτικής εργασίας ή εξυπηρέτησης που απαιτούν γνώσεις στοιχειώδους εκπαίδευσης |
Centre de la petite enfance | βρεφονηπιακό κέντρο; νηπιακός σταθμός |
centre de ses intérêts | κέντρο των συμφερόντων του υπαλλήλου |
cessation des fonctions | έξοδος από την υπηρεσία |
cessation des fonctions | οριστική λήξη των καθηκόντων |
cessation définitive des fonctions | οριστική λήξη των καθηκόντων |
chambre des pourvois | τμήμα εφέσεων |
chef d'une division de traduction | προϊστάμενος τμήματος ενός τμήματος μετάφρασης ή διερμηνείας |
chef d'équipe de traduction | Προϊστάμενος ομάδας μετάφρασης |
chef de cabinet adjoint | Aναπληρωτής προϊστάμενος ιδιαίτερου γραφείου |
chef de division | προϊστάμενος τμήματος |
chef de famille | αρχηγός οικογένειας |
chef de groupe | επικεφαλής ομάδας |
chef de tirage | επικεφαλής αναπαραγωγής εγγράφων |
chef de travaux | επικεφαλής εργαστηρίου |
Code d'utilisation des nouvelles technologies en matière d'interprétation de conférence | κώδικας χρησιμοποίησης των νέων τεχνολογιών κατά τη διερμηνεία συνεδρίων |
Collège des chefs d'administration | Σώμα των προϊσταμένων της Διοίκησης ; προϊστάμενοι της διοίκησης |
Collège des chefs d'administration | Σώμα των Προϊσταμένων Διοίκησης |
Comité de gestion de l'assurance-maladie | Επιτροπή διαχείρισης υγειονομικής ασφάλισης |
Comité de promotion | Επιτροπή Προαγωγής Προσωπικού |
comité de réintégration | Επιτροπή επανένταξης |
comité de sélection | Επιτροπή Επιλογής |
comité paritaire de gestion du Centre de la petite enfance | Επιτροπή Ισης Εκπροσώπησης για τη Διαχείριση του Βρεφονηπιακού Σταθμού |
Comité paritaire des notations | Επιτροπή Ισης Εκπροσώπησης για τις Εκθέσεις Κρίσης του Προσωπικού |
comité paritaire pour les actions sociales en faveur des fonctionnaires et agents en service à ... | Επιτροπή Ισης Εκπροσώπησης για τις Κοινωνικές Δράσεις υπέρ των Υπαλλήλων που υπηρετούν σε... |
commission de contrôle | Επιτροπή Ελέγχου των Λογαριασμών |
Commission de recours | Επιτροπή Προσφυγών |
Commission de recours | Επιτροπή Προσφυγών του Ινστιτούτου Μελετών της ΕΕ γιά θέματα Ασφάλειας |
Commission de recours de l'Institut d'études de sécurité de l'Union européenne | Επιτροπή Προσφυγών του Ινστιτούτου Μελετών της ΕΕ γιά θέματα Ασφάλειας |
Commission de recours de l'Institut d'études de sécurité de l'Union européenne | Επιτροπή Προσφυγών |
compatible avec les exigences du bon fonctionnement des services | που συμβιβάζεται με την ομαλή λειτουργία της υπηρεσίας |
conditions de vie | συνθήκες ζωής |
congé de mariage | άδεια για γάμο |
conseil/Conseil de discipline | πειθαρχικό συμβούλιο |
constitution d'une réserve de recrutement | κατάρτιση εφεδρικού πίνακα για μελλοντικές προσλήψεις |
constitution d'une réserve de recrutement | κατάρτιση πίνακα για μελλοντικές προσλήψεις |
contrôleur de la qualité | ελεγκτής ποιότητας |
Convention relative à la lutte contre la corruption impliquant des fonctionnaires des Communautés européennes ou des Etats membres de l'Union européenne | Σύμβαση για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
convocation au tribunal en qualité de témoin | κλήση υπαλλήλου ως μάρτυρος ενώπιον δικαστηρίου |
cours de langues | τμήματα μαθήματα γλώσσας |
cours ou stages de réadaptation et de reconversion agréés par la Commission | κύκλοι θεωρητικής και πρακτικής μετεκπαίδευσης στον ίδιο ή σε άλλους τομείς που έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή |
coût des soins médicaux | κόστος υγειονομικής περίθαλψης |
crédit de fonctionnement | πιστώσεις λειτουργίας |
crédit de recherches | πίστωση για έρευνα |
cure de convalescence ou cure post-opératoire | ανάρρωση ή μετεγχειρητική θεραπεία |
dans des cas exceptionnels et pour des motifs dûment justifiés | σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για λόγους δεόντως αποδεδειγμένους |
date limite de réception des candidatures | τελευταία ημέρα για την υποβολή των αιτήσεων υποψηφιότητας |
demande de remboursement | αίτηση απόδοσης |
demande de transfert | αίτηση μετάταξης |
dessinateur - chef de groupe | σχεδιαστής επικεφαλής ομάδας |
devoir de sollicitude | υποχρέωση ευγενικής συμπεριφοράς |
devoirs d'honnêteté et de délicatesse | υποχρέωση εντιμότητας και διακριτικότητας |
dossier de candidature | φάκελλοι υποψηφίων |
droits à pension susceptibles de réversion | μεταβιβάσιμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα |
durée de service | χρόνος υπηρεσίας |
décision explicite de rejet d'une réclamation | ρητή απόφαση για την απόρριψη ένστασης |
déclaré absent par jugement passé en force de chose jugée | που κηρύχθηκε άφαντος με τελεσίδικη δικαστική απόφαση |
délai de préavis | προθεσμία προειδοποίησης για απεργία |
délai de route | μέρες ταξιδιού |
emplois nécessitant des qualifications spéciales | θέσεις που απαιτούν ειδικά προσόντα |
en raison des nécessités de service ou exigences des normes en matière de sécurité du travail | λόγω αναγκών της υπηρεσίας ή απαιτήσεων των κανόνων ασφαλείας της εργασίας |
enquête de sécurité | έλεγχος ασφαλείας |
enquête de sécurité | έρευνα ασφαλείας |
enquête de sécurité | διαπίστευση ασφαλείας |
enquête de sécurité | άδεια ασφαλείας |
enquête de sûreté | άδεια ασφαλείας |
enquête de sûreté | έλεγχος ασφαλείας |
enquête de sûreté | έρευνα ασφαλείας |
enquête de sûreté | διαπίστευση ασφαλείας |
exclusion de certains frais de remboursement | μη απόδοση ορισμένων δαπανών |
exercer des attributions | ασκώ καθήκοντα |
faire valoir des causes légitimes d'excuses | προβάλλω νόμιμους λόγους για την εξαίρεσή μου από τη σύνθεση συμβουλίου |
"Fiche d'appréciation sur la manière de servir" rapport concernant les agents locaux | φύλλο αξιολόγησης εργασίας για τους τοπικούς υπαλλήλους |
financement du régime de pensions | χρηματοδότηση του συνταξιοδοτικού συστήματος |
fonction publique de carrière | σύστημα μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων |
fonctionnaires des cadres scientifique et technique | υπάλληλος του επιστημονικού και του τεχνικού κλάδου |
forfait de rachat | κατ'αποκοπή ποσό της εξαγοράς; επιστραφέντα ποσά συνταξιοδοτικών εισφορών |
fournir intentionnellement de faux renseignements | παρέχω σκοπίμως ψευδή στοιχεία |
frais d'assurance pour la couverture des risques simples bris, vol, incendie | έξοδα ασφάλισης κατά συνήθων κινδύνων διάρρηξη, κλοπή, πυρκαϊά |
frais de déménagement | έξοδα μετακόμισης |
frais de logement | έξοδα στέγης |
frais de massage | έξοδα μαλαξοθεραπείας |
frais de prothèse | έξοδα για προθέσεις |
frais de voyage par chemin de fer | έξοδα σιδηροδρομικού ταξιδίου |
Fédération de la fonction publique européenne | Ομοσπονδία των Υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας; Ομοσπονδία των Ευρωπαίων Δημοσίων Λειτουργών; Ομοσπονδία Ευρωπαίων Δημοσίων Λειτουργών |
groupe de fonctions | ομάδα καθηκόντων |
groupe de fonctions AD | ομάδα καθηκόντων των AD |
groupe de fonctions AD | ομάδα καθηκόντων των υπαλλήλων διοικήσεως |
groupe de fonctions AST | ομάδα καθηκόντων των βοηθών υπαλλήλων |
groupe de fonctions AST | ομάδα καθηκόντων AST |
groupe de fonctions des administrateurs | ομάδα καθηκόντων των υπαλλήλων διοικήσεως |
groupe de fonctions des administrateurs | ομάδα καθηκόντων των AD |
groupe de fonctions des assistants | ομάδα καθηκόντων των βοηθών υπαλλήλων |
groupe de fonctions des assistants | ομάδα καθηκόντων AST |
honoraires de médecin | αμοιβή ιατρού |
incapacité temporaire de travail | ανικανότητα προς εργασία |
indemnité compensatrice de vie chère | επίδομα ακρίβειας |
indemnité de cherté de vie | επίδομα ακρίβειας |
indemnité de dépaysement | επίδομα αποδημίας |
indemnité de fonction | επίδομα θέσης καθηκόντων |
indemnité de logement | επίδομα στέγασης |
indemnité de "mensa" indemnité de repas | επίδομα εστιατορίου |
indemnité de panier | επίδομα καλαθιού της νοικοκυράς |
indemnité de réinstallationlors de la cessation définitive des fonctions | αποζημίωση επανεγκατάστασηςκατά την οριστική λήξη των καθηκόντων |
indemnité de résidence | επίδομα διαμονής |
indemnité de séjour | έξοδα διαμονής |
indemnité de "vitto" | επίδομα καλαθιού της νοικοκυράς |
indemnité forfaitaire dite de secrétariat | αποζημίωση γραμματείας |
indemnités de mission | ημερήσια αποζημίωση αποστολής |
institut d'enseignement de niveau universitaire | ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα |
institutions des Communautés | Θεσμικά Οργανα των Κοινοτήτων |
interprète en cours de formation | εκπαιδευόμενος διερμηνέας |
journées de travail effectif | μέρες πραγματικής εργασίας |
juge de la Cour de justice | Δικαστής του Δικαστηρίου |
jury de concours | εξεταστική επιτροπή διαγωνισμών |
juste motif de rupture de contrat | βάσιμος λόγος πρόωρης λύσης της σύμβασης |
la cessation définitive des fonctions résulte : a) de la démission, b) de la démission d'office, c) du retrait d'emploi dans l'intérêt du service, d) du licenciement pour insuffisance professionnelle, e) de la révocation | ο υπάλληλος αποχωρεί οριστικά από την υπηρεσία λόγω : παραίτησης, β) έκπτωσης γ) απομάκρυνσης προς το συμφέρον της υπηρεσίας, δ) απόλυσης για λόγους υπηρεσιακής ανεπάρκειας, ε) παύσης |
la composition et les modalités de fonctionnement des organes sont déterminés par chaque institution | η σύνθεση και η λειτουργία των οργάνων καθορίζονται από το κάθε θεσμικό όργανο |
le fonctionnaire fait l'objet de poursuites pénales | ο υπάλληλος διώκεται ποινικά |
le fonds de roulement nécessaire aux opérations journalières | τα κεφάλαια κίνησης που απαιτούνται για τις καθημερινές εργασίες |
le montant de l'augmentation biennale d'échelon | το ποσό της ανά διετία μισθολογικής αύξησης |
les fractions de jours déductibles sont négligées | τα αφαιρετέα κλάσματα ημέρας δεν λαμβάνονται υπόψη |
les organes compétents de l'institution | τα αρμόδια όργανα του θεσμικού Οργάνου |
lettre de démission | έγγραφο παραίτησης |
lieu de naissance | τόπος γέννησης |
lieu de recrutement | τόπος πρόσληψης |
l'impôt est perçu par voie de retenue à la source | ο φόρος εισπράττεται με παρακράτηση στην πηγή |
logement de fonction à charge de l'institution | υπηρεσιακή κατοικία, τα έξοδα της οποίας βαρύνουν το όργανο |
logement de fonction à charge de l'institution | υπηρεσιακή κατοικία τα έξοδα της οποίας βαρύνουν το θεσμικό όργανο |
législation belge en matière de contrat de travail ou de contrat d'emploi | βελγική εργατοϋπαλληλική νομοθεσία |
majoration de pension | προσαύξηση σύνταξης |
maître ouvrier de laboratoire | Aρχιπαρασκευαστής |
mesure de caractère individuel | μέτρα ατομικού χαρακτήρα |
montants maxima de remboursement des frais médicaux | ανώτατα όρια απόδοσης εξόδων υγειονομικής περίθαλψης |
moyens de preuve pertinents | πρόσφορα αποδεικτικά μέσα |
moyens de transport en commun | δημόσια μεταφορικά μέσα |
mécanisme de certification | μηχανισμός πιστοποίησης |
médecin-conseil de l'institution | Ιατρός-σύμβουλος του Οργάνου |
niveau des rémunérations | αποδοχές ύψος αποδοχών |
nom de jeune fille | επώνυμο πατρός |
nom de jeune fille | πατρικό επώνυμο |
normes de sécurité applicables | σχετικοί κανόνες εργασίας |
obligation de réserve | υποχρέωση περίσκεψης |
observation des lois en vigueur | τήρηση των κειμένων νόμων |
opérateurs et commis de salle | χειριστές εγκαταστάσεων και υπάλληλοι αίθουσας συνεδριάσεων |
ordre de mission | εντολή αποστολής |
ordre de mission | υπηρεσιακή εντολή |
organes de caractère social | όργανα κοινωνικού χαρακτήρα |
ouvrier de laboratoire | Παρασκευαστής |
paiement des prestations prévues au présent régime de pensions | η καταβολή των παροχών που προβλέπονται στο παρόν σύστημα συνταξιοδότησης |
parcours de carrière | σταδιοδρομία |
partie non remboursée des frais réels | το μη αποδιδόμενο μέρος των πραγματικών δαπανών |
pension de personne à charge | σύνταξη συντηρούμενου προσώπου |
pension de survie | σύνταξη επιζώντων |
perdre le bénéfice de la rémunération | δεν δικαιούμαι αποδοχών για την αντίστοιχη περίοδο |
point de mérite | συντελεστής προσόντων |
principe de sollicitude | αρχή περί παροχής βοηθείας |
procédure de certification | μηχανισμός πιστοποίησης |
procédure de concertation | διαδικασία συντονισμού |
Protocole sur les privilèges et immunités de l'Union européenne | Πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
Protocole sur les privilèges et immunités des Communautés européennes | Πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
prélèvement de solidarité | εισφορά αλληλεγγύης |
préparateur de fabrication | συντονιστής εργασιών |
président de la Commission paritaire | Πρόεδρος της Επιτροπής Ισης Εκπροσώπησης |
pécule de vacances | επίδομα άδειας |
période de notation | περίοδος αναφοράς έκθεση κρίσης |
période de référence | περίοδος αναφοράς έκθεση κρίσης |
questions de procédure | διαδικαστικά θέματα |
questions de procédure | διαδικαστικά ζητήματα |
radiologie, analyses, examens de laboratoire | ακτινολογικές εξετάσεις και ακτινοβολίες, αναλύσεις, εργαστηριακές εξετάσεις |
rappel de cotisation | καταβολή των καθυστερούμενων εισφορών |
rapport de notation | έκθεση βαθμολόγησης |
rapport sur les aptitudes à s'acquitter des attributions que comportent les fonctions | έκθεση για την ικανότητα του ενδιαφερόμενου να εκπληρώνει τα καθήκοντα που ανάγονται στη θέση του |
rapporteur adjoint de la Cour de justice | Βοηθός εισηγητής του Δικαστηρίου |
remboursement de frais | απόδοση δαπανών |
remboursement de la totalité des charges supplémentaires | απόδοση του συνόλου των επιπλέον δαπανών |
rente de survie auxiliaire | επικουρική σύνταξη επιζώντων |
repos de compensation | άδεια αντισταθμιστικού χαρακτήρα |
repos de compensation | ανάπαυση αντισταθμιστικού χαρακτήρα' αντισταθμιστική ανάπαυση |
repos de santé | άδεια για ανάπαυση; άδεια ανάπαυσης |
ressortissant d'un Etat membre des Communautés | Υπήκοος Κράτους μέλους των Κοινοτήτων |
règlement de procédure du Tribunal de la fonction publique de l'Union européenne | Κανονισμός Διαδικασíας του Δικαστηρíου Δημóσιας Διοíκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
règlement du personnel de l'Institut d'études de sécurité de l'Union européenne | κανονισμός του προσωπικού του Ινστιτούτου Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας |
règlement du personnel du Centre satellitaire de l'Union européenne | κανονισμός του προσωπικού του Δορυφορικού Κέντρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
régime applicable aux autres agents de l'Union européenne | Καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων; καθεστώς λοιπού προσωπικού των Κοινοτήτων |
régime applicable aux autres agents des Communautés européennes | Καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων; καθεστώς λοιπού προσωπικού των Κοινοτήτων |
régime d'assurance-maladie des Communautés | κοινοτικό σύστημα υγειονομικής ασφάλισης |
régime de pensions | συνταξιοδοτικό καθεστώς |
régime de pensions par répartition | μη κεφαλαιοποιητικό σύστημα |
régime de pensions par répartition | διανεμητικό σύστημα |
régime de retraites financé selon le principe de la répartion | διανεμητικό σύστημα |
régime de retraites financé selon le principe de la répartion | μη κεφαλαιοποιητικό σύστημα |
régime de retraites par répartition | διανεμητικό σύστημα |
régime de retraites par répartition | μη κεφαλαιοποιητικό σύστημα |
régime de rémunérations | μισθολόγιο |
régime national de sécurité sociale | εθνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης |
régime obligatoire de sécurité sociale | σύστημα υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης |
régime provisoire de prévoyance commun aux institutions des Communautés | κοινό προσωρινό καθεστώς πρόνοιας των Οργάνων των Κοινοτήτων |
réglementation relative à la couverture des risques de maladie des fonctionnaires des Communautés européennes | κανόνες σχετικοί με την υγειονομική ασφάλιση των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων |
rémunérer les jours de congé non pris comme jours de service effectif | για τις μέρες άδειας που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί καταβάλλεται αποζημίωση πραγματικής εργασίας |
Révision du Statut des Ecoles européennes | αναθεώρηση του Καταστατικού των Ευρωπαϊκών Σχολείων |
sans considération de nationalité | ανεξάρτητα από την ιθαγένεια |
sans distinction de race, de croyance ou de sexe | αδιακρίτως φυλής, θρησκευτικών πεποιθήσεων ή φύλου |
secrétaire de direction | Γραμματέας διεύθυνσης |
secrétaire de légation | γραμματέας διπλωματικής αποστολής |
Service de perfectionnement professionnel | Μονάδα ανάπτυξης του προσωπικού |
services de statistiques des Etats membres | Στατιστικές υπηρεσίες των Κρατών μελών |
sièges provisoires des Communautés | προσωρινές έδρες των Κοινοτήτων |
solliciter ou accepter des instructions | ζητώ ή λαμβάνω οδηγίες |
sous l'autorité de | υπό την εποπτεία' υπό την επίβλεψη' υπό την εξουσία |
stage de recyclage | πρόγραμμα επιμόρφωσης; |
statut de fonctionnaire | κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως του υπαλλήλου |
Statut de l' Union Syndicale | Καταστατικό της Συνδικαλιστικής 'Ενωσης |
statut des fonctionnaires de l'Union européenne et régime applicable aux autres agents de l'Union | κανονισμός περί της υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ένωσης |
statut des fonctionnaires de l'Union européenne et régime applicable aux autres agents de l'Union | κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών |
statut des fonctionnaires des Communautés européennes et régime applicable aux autres agents de ces Communautés | κανονισμός περί της υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ένωσης |
statut des fonctionnaires des Communautés européennes et régime applicable aux autres agents de ces Communautés | κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών |
statut du personnel de la Communauté européenne du charbon et de l'acier | Κανονισμός Υπηρεσιακής Κατάστασης του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα |
supplément de wagon-lit | επιβάρυνση κλινάμαξας |
support de l'information statistique | μέσο των στατιστικών πληροφοριών |
supérieur de fait | ανώτερος εκ των πραγμάτων |
suspension temporaire de l'avancement d'échelon | προσωρινή μισθολογική στασιμότητα |
Syndicat des fonctionnaires internationaux et européens | Συνδικάτο υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και Διεθνών Οργανισμών; Συνδικάτο υπαλλήλων των Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οργανισμών; συνδικάτο υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών |
système de gestion du personnel | Σύστημα διαχείρισης προσωπικού |
tableau des effectifs | οργανόγραμμα' πίνακας θέσεων' πίνακας προσωπικού |
tableau des effectifs | πίνακας θέσεων |
tarif de la première classe de chemin de fer | τιμή σιδηροδρομικού εισιτηρίου 1ης θέσης |
taux de change comptable | λογιστική τιμή |
taux des contributions | το ύψος των παροχών |
titulaire d'une pension de survie | δικαιούχος σύνταξης χηρείας |
total annuel des heures normales de travail | ετήσιο σύνολο ωρών υποχρεωτικής εργασίας |
traitement mensuel de base | βασικός μηνιαίος μισθός |
transfert de droits à pension | μεταφορά των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων |
transferts au taux de change officiel | μεταφορές κεφαλαίων στις επίσημες τιμές συναλλάγματος |
transformation de crédits en emplois | μετατροπή πιστώσεων σε θέσεις |
travail de nuit et travail du dimanche ou des jours fériés | νυκτερινή εργασία και εργασία τις Κυριακές και αργίες |
témoigner devant la Cour de justice des Communautés européennes | καταθέτω ως μάρτυρας ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων |
une heure de temps libre | μία ώρα ελεύθερου χρόνου |
viser le rapport de notation | υπογράφω την έκθεση κρίσης |
visite au domicile du malade, visite de nuit, visite d'urgence | επίσκεψη στο σπίτι του ασθενούς, νυκτερινή επίσκεψη, κατεπείγουσα επίσκεψη για έκτακτο περιστατικό |
voies de recours | μέσα προστασίας |
éléments de preuve pertinents | πρόσφορα αποδεικτικά μέσα |
être candidat à des fonctions publiques électives | είμαι υποψήφιος για αιρετά δημόσια λειτουργήματα |