DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Social science containing assisted | all forms | exact matches only
EnglishGreek
Action Programme to assist Migrant Workers and their Familiesπρόγραμμα δράσης υπέρ των διακινούμενων εργαζόμενων και των οικογενειών τους
ambient assisted livingαυτόνομη διαβίωση υποβοηθούμενη από το περιβάλλον
assisting spouseσυνεργαζόμενοςη σύζυγος
cash benefit to assist invalids unable to workπαροχή σε χρήμα ως βοήθεια στους ανίκανους προς εργασία ανάπηρους
cash benefit to assist the elderlyπαροχή σε χρήμα ως βοήθεια στα ηλικιωμένα άτομα
Community programme to assist the conversion of shipbuilding areasκοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή των περιοχών των ναυπηγίων
Community programme to assist the conversion of shipbuilding areasΚοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή των περιοχών των ναυπηγείων
Community programme to assist the conversion of steel areasπεριφερειακό πρόγραμμα για μετατροπή των ζωνών όπου είναι αναπτυγμένη η βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα
medically assisted treatmentιατρικά υποβοηθούμενη θεραπεία
pharmacologically assisted treatmentφαρμακευτικά υποβοηθούμενη θεραπεία
Third Community action programme to assist disabled peopleΚοινοτικό πρόγραμμα δράσης υπέρ των ατόμων με ειδικές ανάγκες HELIOS II, 1993-1996