Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Arabic
Chinese
Danish
Dutch
English
Esperanto
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Lithuanian
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Russian
Scottish Gaelic
Serbian Latin
Slovak
Spanish
Swedish
Ukrainian
Uzbek
Terms
for subject
Earth sciences
containing
Out
|
all forms
|
exact matches only
English
Greek
back pull
out
pump
αντλία λυόμενου στροφείου προς τη πλευρά μετάδοσης της κίνησης
blow
out
έκρηξη γεώτρησης
blow-
out
magnet
ηλεκτρομαγνήτης σβέσης
brown-
out
προγραμματισμένη μείωση τάσης
burnt-
out
bulb
καμμένο λαμπάκι
burnt-
out
bulb
καμμένη λυχνία
burnt-
out
lamp
καμένη λυχνία
change-
out
frequency
συχνότης εναλλαγής
crystallizing
out
-
κρυστάλλωσις
crystallizing
out
-
σχηματισμός κρυστάλλου
cut-
out
voltage
τάση αυτόματης αποκοπής
cut-
out
voltage
τάση αποκλεισμού
directed gas flow
out
-of-pack deposition
εναπόθεση εκτός στήλης με κατευθυνόμενη ροή αερίου
drop-
out
current
μέγιστο ρεύμα απενεργοποίησης ηλεκτρονόμου
drop-
out
current
ένταση ανοίγματος
dry-
out
limit
όριο ξήρανσης
dual cut-
out
διπλή διακοπή
freeze
out
διαχωρίζω με ψύξη
generator cut-
out
αποσύζευξη μίας γεννήτριας
inside-
out
flow element
διηθητικό στοιχείο φυγοκεντρικής ροής
knocking
out
μετάσταση ατόμου σε κρύσταλλο
magnet arc blow-
out
contact
επαφή με μαγνητικό σβήσιμο
magnetic blow-
out
φύσημα μαγνητικό
magnetic blow-
out
contacts
επαφές με μαγνητικό σβήσιμο
out
of phase magnetic fields
μαγνητικά πεδία σε διαφορά φάσης
out
-of-pack cementation
επιστοιχείωση εκτός στήλης
pressure switch cut-
out
period
χρόνος επενέργειας ρύθμισης
pull-
out
point
σημείο μεγιστοποίησης ροπής
pull-
out
type pump
αντλία λυόμενου στροφείου προς τη πλευρά μετάδοσης της κίνησης
regulator switch cut-
out
period
χρόνος επενέργειας ρύθμισης
sieving
out
the inactive aggregate
κοσκίνισμα των αδρανών συσσωματωμάτων
wash-
out
εξόξυνση
wash-
out
αρνητική συστροφή
wide open valley with sides flaring
out
κοιλάδα απορροής
Get short URL