DictionaryForumContacts

   Danish
Terms for subject Earth sciences containing M | all forms | exact matches only
DanishGreek
billedstrσmρεύμα είδωλο
dynamisk hysteresesløjfe M-Hδυναμικός βρόγχος M-H
hysteresesløjfe M-Hβρόγχος υστέρησης M-H
instabilitet med m = 1αστάθεια συστροφής
instabilitet med m = 1αστάθεια στρέβλωσης
instabilitet med m = 1αστάθεια Μ=1
I.S.M.-apparaterσυσκευή I.S.M.
m-manchetστεγανωτικό παρέμβυσμα διατομής σχήματος U
m-manchet med indvendig læbeστεγανωτικό παρέμβυσμα με περιαυχένιο στην εσωτερική διάμετρο
m-manchet med udvendig læbeστεγανωτικό παρέμβυσμα με περιαυχένιο στην εξωτερική διάμετρο
2200-m-pr-sekund-fluxtæthedσυμβατική πυκνότητα ροής
2200-m-pr-sekund-fluxtæthedπυκνότητα ροής των 2200 m/s
mætningshysteresesløjfe M-Hβρόγχος υστέρησης M-H κορεσμού
neutroner produceret ved m = 0 instabilitetνετρόνια αστάθειας
normal hysteresesløjfe M-Hκανονικός βρόγχος υστέρησης M-H
overlejret hysteresesløjfe M-Hαυξητικός στοιχειώδης βρόγχος υστέρησης M-H
statisk hysteresesløjfe M-Hστατικός βρόγχος M-H
universel driftinstabilitet uden longitudinal strσmκαθολική αστάθεια ολίσθησης χωρίς διαμήκες ρεύμα