DictionaryForumContacts

   French
Terms for subject Earth sciences containing FIL | all forms | exact matches only
FrenchGreek
compte-filsφακός για τη μέτρηση των νημάτων
compte-filsκλωστόμετρο
dynamomètre pour fils retorsδυναμόμετρο για στριμμένα νήματα
dynamomètre pour fils simplesδυναμόμετρο για απλά νήματα
faisceau de tubes équipé de fils d'espacementδέσμη αυλών διαχωρισμένων με σύρμα
fil allumeurσύρμα ανάφλεξης
fil allumeurκαλώδιο ανάφλεξης
fil de l'eauνάμα του ύδατος,νάμα του ρεύματος
fil de ligneοδηγό σύρμα
fil de métallisationσύρμα γείωσης
fil de métallisationκαλώδιο σωμάτωσης
fil de métallisationκαλώδιο ηλεκτρικής σωμάτωσης
fil détecteurσύρμα ανίχνευσης
fil enroulé en attenteσπειροειδές καλώδιο
fil multibrinsπολύκλωνο σύρμα
fil multibrinsπολύκλωνο καλώδιο
fil porteurφέρον σύρμα
fil porteurφέρον καλώδιο
fil relié à un appareil craignant les parasitesκαλώδιο μαγνητικής επιδεκτικότητας
immatriculation de filευρετηρίαση σύρματος
immatriculation de filαναγνώριση σύρματος
la turbulence dans la veine est mesurée au moyen d'un anémomètre à fil chaudοι στρόβιλοι στο χώρο της δοκιμής μετρούνται με τη βοήθεια ανεμομέτρου θερμού σύρματος
longueur du filμήκος σύρματος
longueur du filμήκος καλωδίου
longueur du fil développéσυνολικό μήκος καλωδίου
lovage du filκουλούριασμα του καλωδίου
manomètre à filμανόμετρο με σύρμα
méthode à explosion de filμέθοδος εκρηγνυόμενου σύρματος
raccordement du fil de guidageσύνδεση ατσαλίνας
raccordement du fil de guidageσυνένωση σύρματος οδήγησης
trame de fils croisésοθόνη με σταυρωτό πλέγμα γραμμών
visualisation des écoulements par filsμελέτη με νήματα