DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Life sciences containing βάση | all forms
GreekPortuguese
αζιμούθιο υπολογισμένο βάση ύψουςazimute da altitude
βάση ανάρτησης θεοδόλιχου από τις κατακόρυφες παρειέςsuporte na parede para servir de estação
βάση βαρόμετρουbase barométrica
βάση για γεωδαισίαlinha base
βάση για γεωδαισίαbase de referência
βάση για χωροσταθμικό πήχυsoco para mira
βάση ελέγχουaferição da medida da base
βάση επίστρωσηςsuporte
βάση στήριξης σταδίαςbase da mira
βοηθητική βάσηbase auxiliar
γεγονός που καθορίζει τη βάση αναφοράς του σχεδιασμούacontecimento de referência
ισημερινή βάσηsuporte equatorial
σχεδιασμός με βάση αναφοράς τις δονήσεις του εδάφουςmovimento vibratório de referência do terreno
σχεδιασμός με βάση αναφοράς τις κινήσεις του εδάφουςmovimentos de referência do solo
τοπογραφική βάση χάρτουbase topográfica