DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Life sciences containing ατμόσφαιρα | all forms
GreekPortuguese
άνεμοι ανώτερης ατμόσφαιραςvento de altitude
ανώτερη ατμόσφαιραar superior
αστική ατμόσφαιραatmosfera urbana
ατμόσφαιρα εκθετικού τύπουatmosfera exponencial
ατμόσφαιρα εκθετικού τύπουatmosfera isotérmica
ατμόσφαιρα εκθετικού τύπουatmosfera de tipo exponencial
ατμόσφαιρα του εδάφουςatmosfera do solo
αυτοβαροτροπική ατμόσφαιραatmosfera autobarotrópica
βαροκλινής ατμόσφαιραatmosfera baroclínica
βαροτροπική ατμόσφαιραatmosfera barotrópica
γραμμική ατμόσφαιραatmosfera linear
δείκτης διάθλασης της ατμόσφαιραςíndice de refração da atmosfera
διαθλαστικότητα της κατώτερης ατμόσφαιραςrefrangibilidade da baixa atmosfera
εκθετική ατμόσφαιραatmosfera exponencial
εκθετική ατμόσφαιραatmosfera isotérmica
εκθετική ατμόσφαιραatmosfera de tipo exponencial
ελεύθερη ατμόσφαιραatmosfera livre
ιονισμένες περιοχές της ατμόσφαιραςregiões ionizadas da atmosfera
ιονισμένη ατμόσφαιραatmosfera ionizada
ισόθερμη ατμόσφαιραatmosfera exponencial
ισόθερμη ατμόσφαιραatmosfera isotérmica
ισόθερμη ατμόσφαιραatmosfera de tipo exponencial
κέντρα ενέργειας της ατμόσφαιραςcentros de ação da atmosfera
κανονική ατμόσφαιραatmosfera padrão
κυκλοφορία ατμόσφαιραςcirculação da atmosfera
μέσο εκθετικό μοντέλο ατμόσφαιραςmodelo exponencial médio da atmosfera
μοντέλο ατμόσφαιραςmodelo atmosférico
ομοιογενής ατμόσφαιραatmosfera homogénea
οξειδωτική αποτελεσματικότητα της ατμόσφαιραςeficácia oxidante da atmosfera
οπτική μάζα μέσα στην ατμόσφαιραmassa de ar um
παρακολούθηση της ατμόσφαιρας της γηςvigilância atmosférica mundial
περιεκτικότης εις ύδωρ εις 15 ατμοσφαίραςpercentagem de água em quinze atmosferas
πλανητική ατμόσφαιραatmosfera planetária
πλανητική κυκλοφορία της ατμόσφαιραςcirculação planetária
πλανητική κυκλοφορία της ατμόσφαιραςcirculação geral
πολυτροπική ατμόσφαιραatmosfera politrópica
πρότυπη ατμόσφαιραatmosfera padrão
συντελεστής τυρβώδους της ατμόσφαιραςfator de turbulência atmosférica
χάρτης ανωτέρας ατμοσφαίραςcarta de altitude