DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Politics containing αντίγραφο | all forms
GreekFrench
κεκυρωμένο αντίγραφο της Διατάξεωςexpédition de l'ordonnance
πρόχειρο αντίγραφο; προαντίγραφο; ανεπίσημο αντίγραφο; πρώτη μορφήexemplaire d'avant-tirage
πρόχειρο αντίγραφο; προαντίγραφο; ανεπίσημο αντίγραφο; πρώτη μορφήtexte fourni avant diffusion
πρόχειρο αντίγραφο; προαντίγραφο; ανεπίσημο αντίγραφο; πρώτη μορφήpré-copie
πρόχειρο αντίγραφο; προαντίγραφο; ανεπίσημο αντίγραφο; πρώτη μορφήavant-tirage
πρόχειρο αντίγραφο; προαντίγραφο; ανεπίσημο αντίγραφο; πρώτη μορφήavant-copie