DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Materials science containing ραφή | all forms
GreekGerman
διαμήκης ραφήLängsfalz
θερμοσυγκολλημένη ραφήSiegelnaht
κασσιτεροκολλημένη ραφήgelötete Längsnaht
μεταλλικό κουτί με συμπλεκόμενη πλευρική ραφήgefalzte Dose
πλευρική ραφήSeitennaht
πλευρική ραφή με αλληλεπικάλυψηgefälzte Lägsnaht mit überlappten Teilstücken
σταυρωτή ραφήKoeperbindung
συγκολλημένη πλευρική ραφήgelötete Längsnaht
συγκολλημένη ραφήgelötete Längsnaht
συμπλεκόμενη πλευρική ραφήgefalzte Längsnaht