DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing ταχύτητα | all forms
GreekSpanish
έλεγχος με σταθερές ταχύτητεςprueba en regímenes estabilizados
ανεμογεννήτρια σταθερής ταχύτηταςturbina de viento de velocidad constante
γραμμές δεδομένων υψηλής ταχύτηταςbus de datos de alta velocidad
γραμμική ταχύτηταvelocidad lineal
γραμμική ταχύτηταvelocidad
επιβράδυνση με το κιβώτιο ταχυτήτων στο νεκρό σημείοdeceleración libre
ευρωπαϊκό δίκτυο τρένων μεγάλης ταχύτηταςred europea de trenes de alta velocidad
Ευρώπη δύο ταχυτήτωνEuropa a dos niveles
κριτήριο ταχύτητας είσδυσηςnorma de viscosidad
μεταδότης κίνησης σταθερής ταχύτηταςmando a velocidad constante
μετωπική ταχύτητα εκρηκτικού κύματοςvelocidad frontal de la onda
μηχανισμός ένδειξης ταχύτητας και απόστασηςindicador de velocidad y distancia
ονομαστική ταχύτητα ανέμουvelocidad nominal del viento
ονομαστική ταχύτητα ανέμουvelocidad de diseño
σύστημα πυροβόλου υψηλής ταχύτηταςsistema de cañón de alta velocidad
ταχύτητα αποσύνδεσηςvelocidad de desconexión
ταχύτητα εισόδουvelocidad de puesta en servicio
ταχύτητα εισόδουvelocidad mínima de régimen
ταχύτητα εισόδουvelocidad de conexión
ταχύτητα εκτέλεσης εργασίαςvelocidad
ταχύτητα εκτέλεσης εργασίαςrendimiento
ταχύτητα εκτέλεσης εργασίαςritmo
ταχύτητα εκτέλεσης εργασίαςpotencia
ταχύτητα θερμικής ροήςflujo térmico
ταχύτητα πυραύλου στο τέλος της καύσηςvelocidad en fin de combustión
ταχύτητα τέλους καύσηςvelocidad de fin de combustión