DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing μεταλλικό | all forms
GreekFrench
ηλεκτρόδιο στο οποίο η επένδυση είναι σε διαμήκη κανάλια,στον μεταλλικό πυρήνα του ηλεκτροδίουélectrode cannelée
μεταλλικό κουτίcartouche filtrante
μεταλλικό κουτίbidon filtrant
μεταλλικό μέρος πλάνηςfer à rabot