DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing ανανέωση | all forms
GreekEnglish
ανανέωση συμφωνίαςrenewal of an agreement
ανανέωση της αδείαςre-authorization
ανανέωση της θητείαςrenewal
ανανέωση των αστικών κέντρωνurban renewal
ανανέωση των πιστώσεωνroll over funding
αποθεματικό για ανανέωσηallocation to renewal
Δημοκρατική ΑνανέωσηDemocratic Renewal
Δημοκρατική ΑνανέωσηDemocratic Renewal Party
κάθε τρία έτη γίνεται μερική ανανέωση των δικαστώνevery three years there shall be a partial replacement of the Judges
Κίνημα για την ανανέωση της ΣερβίαςSerbian Movement for Renewal
Κίνημα για την ανανέωση της ΣερβίαςSerbian Renaissance Movement
Κίνημα για την ανανέωση της ΣερβίαςSerbian Renewal Party
Κίνημα για την ανανέωση της ΣερβίαςSerbian Renewal Movement
Κίνημα για την ανανέωση της ΣερβίαςMovement for the Renewal of Serbia
κεφάλαιο για ανανέωσηallocation to renewal
Ομάδα Εργασίας "Ανανέωση του Προγράμματος"Working Party on Programme Renewal
σιωπηρή ανανέωση; σιωπηρή παράτασηtacit renewal
σιωπηρή ανανέωση; σιωπηρή παράτασηtacit extension
Συμβούλιο της Λισσαβώνας για την οικονομική ανταγωνιστικότητα και την κοινωνική ανανέωσηLisbon Council for Economic Competitiveness and Social Renewal
Συμβούλιο της Λισσαβώνας για την οικονομική ανταγωνιστικότητα και την κοινωνική ανανέωσηLisbon Council
Υφυπουργός Περιβάλλοντος με ειδική αρμοδιότητα για τον Οικισμό και την Πολεοδομική ΑνανέωσηMinister of State at the Department of the Environment with special responsibility for Housing and Urban Renewal