DictionaryForumContacts

   French
Terms for subject General containing plafond | all forms | exact matches only
FrenchGreek
hauteur de plafondύψος οροφής
l'équivalence entre plafond annuel des dépenses et plafond annuel d'appel des ressources propres par la Communautéισοδυναμία μεταξύ των ετήσιων ανώτατων ορίων των δαπανών και των ετήσιων ανωτάτων ορίων της πρόσκλησης προς καταβολή ιδίων πόρων εκ μέρους της Κοινότητας
plafond de créditανώτατα πιστωτικά όρια; ανώτατα όρια πιστώσεων
plafond du prélèvement de péréquationανώτατο όριο της εξισωτικής εισφοράς
plafond d'émission de primesόριο εγγραφής ασφαλίστρων
plafond pour les emprunts subordonnésανώτατο όριο των δανείων μειωμένης εξασφάλισης
soudage au plafond en position inclinéeαντιδιαμετρική συγκόλληση σε κεκλιμένη θέση
soudage demi-plafondαντιδιαμετρική συγκόλληση σε κεκλιμένη θέση
valeur plafondτιμή οροφής
valeur plafondανώτερη οριακή τιμή