DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject General containing olive | all forms | exact matches only
EnglishGreek
International Agreement on Olive Oil and Table Olives, 1986Διεθνής Συμφωνία του 1986 για το ελαιόλαδο και τις επιτραπέζιες ελιές
International Agreement on Olive Oil and Table OlivesΔιεθνής συμφωνία για το ελαιόλαδο και τις επιτραπέζιες ελιές
International Agreement on Olive Oil and Table Olives, 2005Διεθνής συμφωνία του 2005 για το ελαιόλαδο και τις επιτραπέζιες ελιές
International Olive CouncilΔιεθνές Συμβούλιο Ελαίας
International Olive Oil CouncilΔιεθνές Συμβούλιο Ελαίας
Protocol of 1993 extending the International Agreement on olive oil and table olives, 1986, with amendmentsΠρωτόκολλο του 1993 για την παράταση της Διεθνούς Συμφωνίας του 1986 για το ελαιόλαδο και τις επιτραπέζιες ελιές με τροποποιήσεις στην εν λόγω Συμφωνία
Protocol of 23 March 1973 further extending the International Olive Oil Agreement, 1963, with amendmentsΠρωτόκολλο νέας παράτασης της Διεθνούς Συμφωνίας ελαιολάδου, έτους 1963
standard olive oilελαιόλαδo - αποτελούμενο από εξευγενισμένα ελαιόλαδα και παρθένα ελαιόλαδα
Working Party on Olive OilΟμάδα "Ελαιόλαδο"