DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject General containing Windows | all forms
EnglishGreek
double or multiple windowδιπλό ή πολλαπλό παράθυρο
emergency windowπαράθυρο κινδύνου
single windowυπηρεσία μίας στάσης
time windowχρονικό διάστημα
time windowπαράθυρο χρόνου
window displayδιακόσμηση της βιτρίνας
window of opportunityπαράθυρο ευκαιρίας' χρονικό διάστημα που απομένει
window of vulnerabilityπαράθυρο τρωτότητας
window of vulnerabilityευαίσθητη περιοχή