DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject General containing Power | all forms | exact matches only
EnglishGreek
automatic power setback systemαυτόματο σύστημα μειώσεως της ισχύος
binding powerσυνδετική ικανότητα
bolometric power meterβολομετρικό ισχυόμετρο
central receiver solar power plantθερμοηλεκτρικóς ηλιακóς πÙργος
central receiver solar power plantηλιακóς πÙργος
to climb to full-power operationαυξάνω το φορτίο μέχρι πλήρους ισχύος
coastdown of the reactor plant due to loss of station powerαπόρριψη φορτίου του αντιδραστήρα λόγω απώλειας της ηλεκτρικής ισχύος για την ιδιοκατανάλωση
Comparison of lightening power of white pigmentsΣύγκριση ικανότητας λευκών πιγμέντων για υποβιβασμό του τόνου
core powerισχύς του πυρήνα του αντιδραστήρα
core power distributionκατανομή της ισχύος στον πυρήνα του αντιδραστήρα
delegation of the power of decision to...μεταβίβαση της αρμοδιότητας αποφάσεως σε...
deployable air powerαναπτύξιμη αεροπορική δύναμη
destructive powerκαταστροφική ικανότητα
destructive powerικανότητα καταστροφής
Diesel generator power plantΣταθμός ηλεκτροπαραγωγής που λειτουργεί με ντίζελ
disturbances in power and in the distribution of fuel temperatureδιαταραχές στην ισχύ και στην κατανομή θερμοκρασίας στο πυρηνικό καύσιμο
divergent power transientαποκλίνον μεταβατικό φαινόμενο ισχύος
electrical power networkδίκτυο ηλεκτρικής ισχύος
electrical power systemσύστημα ηλεκτρικής ισχύος
Estimation of the loss of absorptive power by colorant drop testΕκτίμηση της απώλειας της ροφητικής ικανότητας - Δοκιμή κηλίδας χρωστικής
fuel powerθερμική ισχύς πυρηνικού καυσίμου
full power testδοκιμή πλήρους ισχύος
fusion power reactorαντιδραστήρας σύντηξης
generation and distribution of electric powerπαραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας
hard powerσκληρή δύναμη
high power glow discharge processδιαδικασία εκκένωσης πυρακτώσεως υψηλής ισχύος
high-power satelliteδορυφόρος υψηλής ισχύος
implementing powerεκτελεστική αρμοδιότητα
initial power raisingθέση υπό ισχύ για πρώτη φορά
joint decision-making powerεξουσία συναπόφασης
linear fissile powerγραμμική ισχύς σχάσης
linear power densityγραμμική ισχύς ράβδου καυσίμου
linear power ratingγραμμική ισχύς ράβδου καυσίμου
linear rod powerγραμμική ισχύς ράβδου καυσίμου
low power testδοκιμή χαμηλής ισχύος
mean linear powerμέση γραμμική ισχύς
mean surface power densityμέση επιφανειακή πυκνότητα ισχύος
medium-power satelliteδορυφόρος μέσης ισχύος
memory powerΙσχύς μνήμης
motor power, power of the motorισχύς κινητήρα
nuclear electrical powerηλεκτρική ισχύς πυρηνικού αντιδραστήρα
nuclear power programηλεκτροπυρηνικό πρόγραμμα
offensive powerεπιθετική ισχύς
offshore wind powerυπεράκτια αιολική ενέργεια
operating powerισχύς λειτουργίας
package power reactorμικρός μεταφερόμενος αντιδραστήρας ισχύος
policing powerεξουσίες αστυνόμευσης
power controlled searchlightηλεκτρικός προβολέας
power delay productδιάχυση ισχύος
power excursionεκτροπή ισχύος
power factor correctionεγκατάσταση διόρθωσης της αέργου ισχύος
power frequencyβιομηχανική συχνότητα
power gasπροωθητικό αέριο
power line carrierφερέσυχνο
power multiplierπολλαπλασιαστής ισχύος
power of controlεξουσία ελέγχου
power of supervisionεξουσία εποπτείας
power-operated service doorμηχανοκίνητη θύρα επιβατών
power operationλειτουργία υπό ισχύ
power peaking factorβαθμός ανομοιομορφίας της κατανομής της ισχύος
power projectionπροβολή ισχύος
power ramping behaviourσυμπεριφορά στις μεταβολές ισχύος
power rangeπεριοχή ελέγχου του αντιδραστήρα με την ισχύ
power stationσταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας
power tiltβύθιση ισχύος
power-to-gasαπόκτηση αερίου από ηλεκτρική ενέργεια
power towerηλιακóς πÙργος
power towerθερμοηλεκτρικóς ηλιακóς πÙργος
pump power efficiencyαπόδοση ισχύος αντλίας
rated fuel powerονομαστική θερμική ισχύς του πυρηνικού καυσίμου
rated power densityονομαστική πυκνότητα ισχύος του πυρηνικού καυσίμου
self-balancing power bridgeαυτο-ισορροπούμενη γέφυρα ισχύος
smart powerέξυπνη δύναμη
soft powerήπια δύναμη
solar power towerηλιακóς πÙργος
solar power towerθερμοηλεκτρικóς ηλιακóς πÙργος
speed power productταχύτητα/κατανάλωση ισχύος
Storage powerΙσχύς μνήμης
surface power densityεπιφανειακή πυκνότητα ισχύος
temperature compensated power bridgeθερμοκρασιακά αντισταθμισμένη γέφυρα ισχύος
the Assembly shall exercise the advisory powersη Συνέλευση ασκεί τις συμβουλευτικές εξουσίες
the Council shall have power to take decisionsτο Συμβούλιο έχει εξουσία λήψεως αποφάσεων
thermal power of a nuclear steam supply systemθερμική ισχύς ενός πυρηνικού συστήματος παραγωγής ατμού