DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject General containing Operator | all forms | exact matches only
EnglishGreek
approved economic operatorεγκεκριμένος οικονομικός φορέας
authorised economic operator for customs simplificationsεγκεκριμένος οικονομικός φορέας τελωνειακών απλουστεύσεων
authorised economic operator for customs simplificationsεγκεκριμένος οικονομικός φορέας για τις τελωνειακές απλουστεύσεις
authorised economic operator for security and safetyεγκεκριμένος οικονομικός φορέας για την ασφάλεια και την προστασία
authorised economic operator for security and safetyεγκεκριμένος οικονομικός φορέας ασφάλειας και προστασίας
Chief computer operatorΠροϊστάμενος χειριστής
cognitive model of the operatorγνωστικό μοντέλο του χειριστή
customs simplification authorised economic operatorεγκεκριμένος οικονομικός φορέας τελωνειακών απλουστεύσεων
First Field Operatorεπικεφαλής χειριστής λειτουργίας
group of economic operatorsκοινοπραξία οικονομικών φορέων
operator behaviour under stressσυμπεριφορά του χειριστή υπό συνθήκες άγχους
operator of installationυπευθυνος της εγκατάστασης
operator's control panelχειριστήριο
Postal Operatorταχυδρομικός φορέας εκμετάλλευσης
postfix operatorsεπόμενοι τελεστές
principal economic operatorκύριος οικονομικός φορέας
public network operatorφορέας οργανισμός εκμετάλλευσης δημόσιου δικτύου
public postal operatorδημόσιος ταχυδρομικός φορέας
radio operatorαξιωματικός ασυρμάτου; χειριστής ασυρμάτου
security and safety authorised economic operatorεγκεκριμένος οικονομικός φορέας για την ασφάλεια και την προστασία
senior operatorανώτερος χειριστής
tele-operator to work in waste depositoriesδιάταξη τηλεχειρισμού προορισμένη για χώρους απόθεσης αποβλήτων
telecommunications operators in the United Kingdom are formed under private lawοι φορείς των τηλεπικοινωνιών στο Ηνωμένο Βασίλειο αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου
telephone operatorτηλεφωνητής