Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
Japanese
Terms
for subject
General
containing
1
|
all forms
German
Greek
abweichend von AbsatZ
1
κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1
Anti-A
1
-Antiserum
αντιορός αντι-Α1
Druck von
1
Atmosphäre
πίεση μίας ατμόσφαιρας
durch Artikel K.4 Absatz
1
eingesetzter Ausschuß
επιτροπή που έχει συσταθεί από το άρθρο Κ.4.παράγραφος 1
G
1
-Deletionsimpfstoff
εμβόλιο από ιό από τον οποίο έχει αφαιρεθεί το γονίδιο Ι
GI
Infolge des Inkrafttretens des Vertrags von Lissabon am
1
. Dezember 2009 ist die Europäische Union an die Stelle der Europäischen Gemeinschaft getreten, deren Rechtsnachfolgerin sie ist
Συνεπεία της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβώνας την 1η Δεκεμβρίου 2009, η Ευρωπαϊκή Ένωση αντικατέστησε και διαδέχθηκε την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και από την ημερομηνία αυτή ασκεί όλα τα δικαιώματα και αναλαμβάνει όλες τις υποχρεώσεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Επομένως, οι αναφορές στην "Ευρωπαϊκή Κοινότητα"
ή στην "Κοινότητα"
στο κείμενο
της συμφωνίας/…
νοούνται, οσάκις ενδείκνυται, ως αναφορές στην "Ευρωπαϊκή Ένωση"
ή στην "Ένωση"
.
Netzabschluß NT
1
απόληξη δικτύου 1
P5+
1
Ε3+3
P5+
1
οι "3 συν 3"
P
1
-Filter für inerte Partikel
αναπνευστικό φίλτρο τύπου P1 για αδρανή σωματίδια
R
1
εκρηκτικό σε ξηρή κατάσταση
R
1
Ρ1
S
1
/2
Σ1/2
S
1
/2
φυλάξτε το κλειδωμένο και μακρυά από παιδιά
S
1
φυλάσσεται κλειδωμένο
S
1
Σ1
1
. Verband Deutscher Elektrotechniker
VDE
2. Vorschriftenwerk Deutscher Elektrotechniker
1.Ενωση Γερμανών Ηλεκτροτεχνιτών 2. Προδιαγραφές Γερμανών Ηλεκτροτεχνιτών
Ziel-
1
-Region
περιφέρεια του στόχου 1
Get short URL