DictionaryForumContacts

   Spanish
Terms for subject Chemistry containing total | all forms | exact matches only
SpanishGreek
acidez totalολική οξύτητα; οξύτητα τιτλοδότησης
actividad beta-gamma total de los cascosσυνολική βήτα-γάμμα ραδιενέργεια των αποκομμάτων περιβλήματος
amoniaco totalολική αμμωνία
azúcares totalesολικά σάκχαρα
caudal totalολική ταχύτητα ροής
cianuro totalολικά κυανιούχα
condensador totalολικός συμπυκνωτήρας
cuba de depósito totalηλεκτρολυτική κυψέλη ολικής απόθεσης
cubriente totalπλήρης κάλυψη
eficacia totalολικός βαθμός απόδοσης
miscibilidad totalπλήρης αναμιξιμότητα
molde con cierre totalκαλούπι ολικού κλεισίματος
molde con cierre totalκαλούπι με ολική επισφράγιση
nitrógeno totalολικό άζωτο
porcentaje de la intensidad totalεκατοστιαία συγκέντρωση ιόντος
potencia radiada totalεγκατεστημένη ισχύς ακτινοβολίας
prohibición totalκαθολική απαγόρευση
quemador de mezcla previa totalκαυστήρας μηχανικής προανάμιξης
reflujo totalολική αναρροή
relación carga/peso totalλόγος βάρους γόμωσης
rotación óptica totalολική στροφική ικανότητα
sistema de encendido de seguridad totalσύστημα έναυσης πλήρους ασφαλείας
tiempo total de eluciónολικός χρόνος μέτρησης
volumen total de diluciónολικός όγκος αραίωσης