DictionaryForumContacts

   Spanish
Terms for subject Transport containing central | all forms | exact matches only
SpanishGreek
agencia centralγραφείο εμπορευμάτων
agencia centralγραφείο εμπορευμάτων στην πόλη
agencia centralαποθήκη εμπορευμάτων έξω από το σταθμό
agotamiento por pozos filtrantes con instalación centralάντληση μέσω συστήματος διηθητικών φρεάτων
ala centralκεντρικό τμήμα πτέρυγας
amarre centralκεντρική πρόσδεση
andén centralμεσαίο απόβαθρο
aparato de batería centralσταθμός με κεντρικό συσσωρευτή
aparato de choque centralκεντρική πρόσκρουση
barca centralμεσαία φορτηγίδα
berma centralμεσαία διαχωριστική ζώνη
berma centralκεντρική διαχωριστική νησίδα
caballete centralκεντρικό πόδι
cable centralκεντρικό σύρμα έλξης αερόστατου
cajón centralκεντρική κυτιοειδής δομή
cajón centralκυτιοειδής δομή πτέρυγας
cantero central divisorioκεντρική διαχωριστική νησίδα
cantero central divisorioμεσαία διαχωριστική ζώνη
central aerodinámicaσύστημα στοιχείων αέρος πτήσης
central aerodinámicaσυσκευή επεξεργασίας στοιχείων αέρος πτήσης
central de control de tráficoκέντρον χειρισμών
central de ventilaciónεγκατάσταση εξαερισμού
central generatrizκύριος σταθμός ηλεκτρικής ενέργειας
central generatriz principalκύριος σταθμός ηλεκτροπαραγωγής
central inercialαδρανειακή μονάδα
centro de la parte central del mando de direcciónκέντρο της πλήμνης του οργάνου χειρισμού διευθύνσεως
cerradura centralκεντρική σύμπλεξη
coche con acceso centralόχημα με κεντρική είσοδο
coche con acceso centralάμαξα με κεντρική είσοδο
coche con pasillo centralόχημα με κεντρικό διάδρομο
coche con pasillo centralάμαξα με κεντρικό διάδρομο
Comisión Central para la Navegación del RinΚεντρική Επιτροπή για τη Ναυσιπλοϊα στο Ρήνο
Comisión central para la navegación del RinΚεντρική Επιτροπή για τη Ναυσιπλοΐα στο Ρήνο
Comité Central de Armadores FrancesesΚεντρική Επιτροπή των Εφοπλιστών της Γαλλίας
Conferencia ministerial de los Estados del África occidental y central para el transporte marítimoυπουργική διάσκεψη των κρατών της Δυτικής και Κεντρικής Αφρικής για τις θαλάσσιες μεταφορές
Conferencia Ministerial de los Estados del África Occidental y Central sobre Transporte MarítimoΥπουργική Διάσκεψη των Κρατών Δυτικής και Κεντρικής Αφρικής για τις Θαλάσσιες Μεταφορές
conmutador de enclavamiento centralγενικός διακόπτης μανδάλωσης
consola central de mandoκεντρική κονσόλα χειρισμών
cordajes centralesεξαρτισμός κεντρικής πρόσδεσης αερόστατου
corredor centralκεντρικός διάδρομος
despacho centralγραφείο εμπορευμάτων
despacho centralαποθήκη εμπορευμάτων έξω από το σταθμό
despacho centralκεντρικά γραφεία
despacho centralγραφείο εμπορευμάτων στην πόλη
despacho centralγραφείο εξυπηρέτησης πελατών
eje centralκεντρική γραμμή
enganche central de choque y tracciónσύνδεση με κρουστική-αποκρουστική διαρρύθμιση
enrejado centralκεντρική εσχάρα
estación centralκύριος σταθμός
estación centralκεντρικός σταθμός
estación centralεπικεφαλής σταθμός
estación central contableσταθμός κεντρικού λογιστηρίου
estación central contableκεντρικό λιγιστήριο-σταθμός
estación con andén centralστάση με ενδιάμεσο ανάβαθρο
estación dependiente de una estación central contableσταθμός εξαρτημένος
faja divisoria centralκεντρική διαχωριστική νησίδα
faja divisoria centralμεσαία διαχωριστική ζώνη
faja separadora centralκεντρική διαχωριστική νησίδα
faja separadora centralμεσαία διαχωριστική ζώνη
fuselaje centralκεντρικό τμήμα ατράκτου
fuselaje centralκεντρική άτρακτος
gánguil de compuertas con pozos centralesφορτηγίδα με άνοιγμα στον πυθμένα
gánguil de compuertas con pozos centralesμπάρτζα με κλαπέ
línea central de la puertaάξονας συμμετρίας της πόρτας
línea central de la puertaάξονας συμμετρίας της θύρας
línea media centralδιαχωριστική γραμμή
nodo centralκόμβος διακίνησης εμπορευμάτων
Oficina Central de Compensaciónκεντρικό γραφείο συμψηφισμού λογαριασμών
Oficina central de coordinación para gestionar el transporte de contenedores por el RinΚεντρικό Γραφείο Συντονισμού για τη Διαχείριση της Μεταφοράς Εμπορευματοκιβωτίων επί του Ρήνου
oficina central de distribución de vagonesΚεντρική Διεύθυνση κίνησης των φορτηγών
Oficina Central de Distribución de Vagonesκεντρικό γραφείο κατανομής των φορτηγών βαγονιών
Oficina Central de Distribución de Vagonesκεντρικό γραφείο διανομής των φορτηγών βαγονιών
Oficina Central de Transportes Internacionales por FerrocarrilΚεντρικό Γραφείο Διεθνών Σιδηροδρομικών Μεταφορών
Oficina Central de Transportes Internacionales por FerrocarrilΚεντρική Υπηρεσία Διεθνών Σιδηροδρομικών Μεταφορών
panel centralμεσαίος πίνακας οργάνων
parte centralπλήμνη
pasillo centralκεντρικός διάδρομος
patín centralκεντρικό πόδι
pila central de la cámara de amortiguamientoμεσόβαθρο της λεκάνης ηρεμίας
plano central del ocupanteκεντρικό επίπεδο επιβάτη
plano central del ocupanteεπίπεδο συμμετρίας του επιβάτη
plano central del ocupanteεπίπεδο συμμετρίας επιβαίνοντα
plano central verticalκεντρικό κατακόρυφο επίπεδο
puesto centralσταθμαρχείο ελέγχου κατευθύνσεως συγκοινωνίας
puesto central de mandoκεντρικός θάλαμος χειρισμού αλλαγών σταθμού
puesto central de mandoκεντρικό χειριστήριο αλλαγών σταθμού
puesto de batería centralσταθμός με κεντρικό συσσωρευτή
puesto de comando centralσταθμαρχείο ελέγχου κατευθύνσεως συγκοινωνίας
puesto de control centralκεντρικός σταθμός ελέγχου
rama frigorífica de instalación centralαμαξοστοιχία-ψυγείο κεντρικής εγκατάστασης
reciclado en centralανακύκλωση στην κεντρική μονάδα
reciclado en centralανακύκλωση στη μονάδα κατεργασίας
regulación centralκεντρική ρύθμιση
remolque de ejes centralesκεντροαξονικό ρυμουλκούμενο
resalto central de guíaελαστικό με μονή διαγράμμιση
sección centralκεντρικό τμήμα πτέρυγας
sección central del fuselajeκεντρική άτρακτος
sección central del fuselajeκεντρικό τμήμα ατράκτου
sobrequilla centralσωτρόπι ξύλινου πλοίου
tablero de a bordo centralκεντρικός πίνακας οργάνων
tope centralκεντρικός προσκρουτήρας
tope centralκεντρικό ταμπόνι
transbordo por andén centralαλλαγή αμαξοστοιχίας στο ίδιο σιδηροδρομικό ανάβαθρο
traviesa centralκεντρικός ζυγός
traviesa centralκεντρική τραβέρσα
traviesa central fijaδιαδοκίδα στήριξης
unidad central de gestión de afluenciaκεντρική μονάδα διευθέτησης ροής
Unidad central de gestión del tráficoκεντρική μονάδα ρύθμισης της κυκλοφορίας
viga centralκεντρικό επίμηκες έδρανο
viga central del fuselajeκύρια δοκός ατράκτου
viga central del fuselajeδοκός τρόπιδας ατράκτου
válvula central de salidaποδοβαλβίδα
válvula central de salidaβαλβίδα φρένου
válvula central de salidaβαλβίδα συστήματος πέδησης
vía centralκεντρική τροχιά
zona central de tráficoκεντρική περιοχή συγκοινωνίας
órgano central de gestión del tráfico de mercancíasκεντρικό όργανο διαχείρισης της εμπορευματικής κίνησης
órganos de choque centralκεντρική πρόσκρουση