DictionaryForumContacts

   French
Terms containing électrique | all forms | exact matches only
SubjectFrenchGreek
med.accident électriqueηλεκτροπληξία
industr., energ.ind., polit.accord Cenélec HAR pour les câbles electriquesσυμφωνία CENELEC HAR για ηλεκτρικά σύρματα και καλώδια
energ.ind., el.accu électriqueμπαταρία
energ.ind., el.accu électriqueηλεκτρικός συσσωρευτής
econ.accumulateur électriqueηλεκτρικός συσσωρευτής
energ.ind., el.accumulateur électriqueμπαταρία
energ.ind.accès de tiers au système électriqueκοινό κόστος μεταφοράς
earth.sc., transp.accéléromètre enregistreur piezo-électriqueπιεζοηλεκτρικό καταγραφικό επιταχυνσιόμετρο
earth.sc., tech.accéléromètre piezo-électriqueπιεσοηλεκτρικό επιταχύμετρο
gen.acier élaboré au four électriqueηλεκτροχάλυβας
gen.acier électriqueηλεκτροχάλυβας
energ.ind., industr.aciérie électriqueκάµινος βολταϊκού τόξου
energ.ind., industr.aciérie électriqueκαμίνι ηλεκτρικού τόξου
energ.ind., industr.aciérie électriqueηλεκτρική υψικάμινος
med.activité électrique du cerveauηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου
energ.ind.agence de l'énergie électrique de la République croateοργανισμός ηλεκτρικής ενέργειας της Δημοκρατίας της Κροατίας
energ.ind.agence nationale de l'énergie électriqueεθνικός οργανισμός ηλεκτρικής ενέργειας
agric.aiguillon électriqueσυσκευή που παράγει ηλεκτρικές εκκενώσεις
earth.sc., mech.eng.alimentation électriqueηλεκτρική τροφοδοσία
earth.sc., mech.eng.alimentation électriqueηλεκτρική σύνδεση
energ.ind., el.alimentation électriqueτροφοδοτικό
energ.ind., el.alimentation électriqueηλεκτροπαροχή
energ.ind., el.alimentation électriqueτροφοδοτικό ισχύος
gen.alimentation électriqueηλεκτρική παροχή
law, el.alimentation électrique de secoursπαροχή ηλεκτρικής ισχύος εκτάκτου ανάγκης
energ.ind., el.alimentation électrique de secoursεφεδρικό τροφοδοτικό ισχύος
energ.ind., el.alimentation électrique externeεξωτερικό τροφοδοτικό ισχύος
energ.ind., el.alimentation électrique externeεξωτερικό τροφοδοτικό
coal.allumage electriqueηλεκτρική πυροδότηση
coal.allumeur electriqueηλεκτρικός πυροδότης
gen.allumeur electrique a poudre noireηλεκτρική θρυαλλίδα πυρίτιδας
chem., el.allumeur piézo-électriqueπιεζοηλεκτρικός αναφλεκτήρας
chem.allumeur électriqueηλεκτρικό έναυσμα
coal.amorcage electriqueηλεκτρική πυροδότηση
chem.amorce électriqueηλεκτρικός πυροκροτητής
earth.sc., el.amortisseur électriqueηλεκτρικός αποσβεστήρας
industr.amplificateur électrique d'audiofréquenceηλεκτρικός ενισχυτής ακουστικής συχνότητας
chem.analyse électriqueηλεκτροανάλυση
hobby, ITappareil de commande électrique, dénommé "Joystick"χειριστήριο
hobby, ITappareil de commande électrique, dénommé "Joystick"ηλεκτρικό χειριστήριο με την ονομασία "joystick"
tech.appareil mesureur électriqueηλεκτρικό όργανο μέτρησης
earth.sc.appareil utilisant des surfaces semi-conductrices photo-électriquesσυσκευή που χρησιμοποιεί φωτο-ηλεκτρικές επιφάνειες καλυμμένες με ημιαγωγό ύλη
industr.appareil électrique d'amplification du sonηλεκτρική συσκευή για την ενίσχυση του ήχου
tech.appareil électrique de mesureηλεκτρικό όργανο μέτρησης
nat.sc.appareil électrique de signalisation acoustiqueηλεκτρική συσκευή ακουστικής σηματοδότησης
nat.sc.appareil électrique de signalisation visuelleηλεκτρική συσκευή οπτικής σηματοδότησης
med.appareil électrique pour l'excision des lambeaux cutanésηλεκτροδερματοτόμος
construct.appareillage électrique incorporéενσωματωμένη ηλεκτρική εγκατάσταση
earth.sc., el.armoire électriqueικρίωμα ηλεκτρικών συσκευών
earth.sc., el.armoire électriqueενθέμιο ηλεκτρικών συσκευών
industr., construct.assembleuse pour le câblage ou le tressage des câbles électriquesσυνενωτική μηχανή για την καλωδιοποίηση ή την πλοκή ηλεκτρικών καλωδίων
gen.Association de villes européennes intéressées par l'utilisation du véhicule électriqueΟργάνωση των ευρωπαϊκών πόλεων που ενδιαφέρονται για τη χρήση του ηλεκτρικού αυτοκινήτου
social.sc.Association internationale des entreprises d'équipement électriqueΔιεθνής Ενωση Επιχειρήσεων Ηλεκτρικού Εξοπλισμού
med.bain hydro-électrique tricellulaireυδροηλεκτρικό λουτρό τριών στοιχείων
earth.sc., el.banc de génération électriqueηλεκτροπαραγωγό συγκρότημα
earth.sc., el.banc de génération électriqueηλεκτρογεννήτρια
agric.baratte électriqueβουτυρομηχανή
agric.baratte électriqueκαρδάρα βουτύρου με ηλεκτρικό κινητήρα
tech., industr., construct.barre de casse-chaîne électriqueράβδος ηλεκτρικού σταματήματος στημονιού
tech., industr., construct.barre de casse-chaîne électriqueράβδος ηλεκτρικής διάταξης ελέγχου αλυσίδας
med.bistouri électriqueηλεκτρικό μαχαιρίδιο διαθερμίας
med.bloquage électrique de l'excitabilitéηλεκτρικός αποκλεισμός
earth.sc., el.bobine électriqueμπομπίνα
earth.sc., el.bobine électriqueπηνίο
gen.borne électriqueρευματοδότης
gen.borne électriqueπρίζα
gen.borne électriqueπαροχή ρεύματος
tech., el.bougie à résistance électriqueμπουζί θερμάνσεως
tech., el.bougie à résistance électriqueαναφλεκτήρας πυρακτώσεως
tech., el.bougie à résistance électriqueαναφλεκτήρας με ηλεκτρική αντίσταση
tech., el.bougie à résistance électriqueαναφλεκτήρας θέρμανσης
earth.sc., el.broche de contact électriqueτόρμος επαφής
agric.brosse étrille électriqueξύστρα ηλεκτρική
earth.sc., el.butée électriqueηλεκτρικός αναστολέας
earth.sc., el.butée électriqueηλεκτρικό όριο
gen.cabines électriquesυποσταθμοί ηλεκτρικού ρεύματος
agric.caisse stérilisatrice électriqueκιβώτιο ηλεκτραποστείρωσης
mun.plan., el.canalisation de chauffage électriqueσωλήνωση ηλεκτρικής θέρμανσης
mun.plan., el.canalisation de chauffage électriqueγραμμή για την ηλεκτρική θέρμανση
mun.plan., el.canalisation de chauffage électriqueαγωγός για την ηλεκτρική θέρμανση
comp., MScapteur électriqueηλεκτρικός αισθητήρας
life.sc., el.carottage électriqueηλεκτρική μέτρηση διατρήματος
mater.sc., industr., construct.carton d'isolation électriqueχαρτόνι ηλεκτρικής μόνωσης
industr., construct.casse-mèche électriqueηλεκτρικός διακόπτης λειτουργίας μηχανήματος
nat.sc.catalyse électriqueηλεκτροκατάλυση
med.cataracte électriqueηλεκτρικός καταρράκτης (cataracta electrica)
gen.cellule photo-électriqueφωτοκύτταρο
energ.ind., el.centrale hydro-électriqueυδροηλεκτρικός σταθμός παραγωγής
energ.ind.centrale hydro-électriqueυδροηλεκτρική εγκατάσταση
energ.ind., mech.eng.centrale hydro-électrique au fil de l'eauυδροηλεκτρική εγκατάσταση χωρίς ταμιευτήρα
energ.ind., mech.eng.centrale hydro-électrique au fil de l'eauυδροηλεκτρικό εργοστάσιο άνευ φράγματος
energ.ind.centrale hydro-électrique à réservoirυδροηλεκτρική εγκατάσταση με ταμιευτήρα
energ.ind.centrale hélio-hydro-électriqueσταθμός ηλιακής ενέργειας
environ.centrale électriqueμονάδα σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας
environ.centrale électriqueμονάδα σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ισχύος
environ.centrale électriqueσταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας
energ.ind., el.centrale électriqueσταθμός παραγωγής ηλεκτρισμού
environ.centrale électrique alimentée par des déchetsσταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τα απόβλητα
gen.Centrale électrique au fioulΣταθμός ηλεκτροπαραγωγής που λειτουργεί με ντίζελ
energ.ind.centrale électrique basée sur les énergies renouvelablesσταθμός ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας
energ.ind.centrale électrique des autoproducteursσταθμός ηλεκτροπαραγωγής αυτοπαραγωγών
environ.centrale électrique et de chauffage alimentée par des déchetsθερμοηλεκτρικός σταθμός με τροφοδοσία αποβλήτων
energ.ind., industr.centrale électrique minièreσταθμός ηλεκτροπαραγωγής ορυχείου
energ.ind.centrale électrique thermiqueθερμική εγκατάσταση παραγωγής ενέργειας
life.sc.centre électriqueηλεκτρικό κέντρο
tech., el.centre électrique d'équilibreηλεκτρικό κέντρο ισορροπίας
earth.sc., el.chaleur électriqueηλεκτροθερμική ενέργεια
earth.sc.champ électriqueένταση ηλεκτρικού πεδίου
earth.sc.champ électrique disruptifένταση πεδίου καταστροφικής διάσπασης
earth.sc., tech.charge électriqueηλεκτρικό φορτίο
earth.sc.charge électrique linéiqueγραμμική πυκνότητα ηλεκτρικού φορτίου
earth.sc.charge électrique surfaciqueεπιφανειακή πυκνότητα ηλεκτρικού φορτίου
earth.sc.charge électrique volumiqueχωρική πυκνότητα ηλεκτρικού φορτίου
earth.sc., tech.charge électrique élémentaireστοιχειώδες ηλεκτρικό φορτίο
energ.ind.chaudière électriqueηλεκτρικός λέβητας
tech., chem.chauffe-ballon électriqueηλεκτρικός θερμαντήρας φιαλών
earth.sc., el.chaîne d'asservissement électriqueηλεκτρικό κύκλωμα σημάτων
med.choc électrique externeηλεκτρικό εξωτερικό σοκ
med.chorée électrique de Bergeronνόσος των Bergeron-Henoch
med.chorée électrique de Bergeronνόσος του Bergeron
med.chorée électrique de Bergeronυστερική χορεία του Bergeron
med.chorée électrique de Henoch-Bergeronνόσος του Bergeron
med.chorée électrique de Henoch-Bergeronνόσος των Bergeron-Henoch
med.chorée électrique de Henoch-Bergeronυστερική χορεία του Bergeron
life.sc., tech.chronographe électriqueηλεκτρικός χρονογράφος
stat., earth.sc., el.circuit de ligne électriqueκύκλωμα ηλεκτρικής γραμμής
stat., earth.sc., el.circuit de ligne électriqueηλεκτρικό κύκλωμα
earth.sc., el.circuit passif électriqueπαθητικό κύκλωμα
stat., earth.sc., el.circuit électriqueηλεκτρικό κύκλωμα
stat., earth.sc., el.circuit électriqueκύκλωμα ηλεκτρικής γραμμής
earth.sc., el.circuit électrique d'enchaînement des opérationsκύκλωμα αλληλουχίας
earth.sc., el.circuit électrique d'enchaînement des opérationsκύκλωμα ακολουθίας
earth.sc., el.circuit électrique passifπαθητικό κύκλωμα
earth.sc., el.circuit électrique équivalentισοδύναμο ηλεκτρικό κύκλωμα
mun.plan., el.cireuse électriqueηλεκτρική παρκετέζα
agric.ciseaux pour débecquage électriqueηλεκτρική συσκευή κοπής ράμφους
earth.sc.claquage électriqueηλεκτρική διάσπαση
agric.clôture électriqueηλεκτροφόρος περίφραξη
agric.clôture électriqueηλεκτροφόρος φράκτης
gen.clôture électriqueηλεκτρικός φραγμός
agric.clôture électrique fixeμόνιμα εγκαταστημένος ηλεκτροφόρος φράκτης
agric.clôture électrique mobileκινητός ηλεκτροφόρος φράκτης
agric.clôture électrique pour porcsηλεκτρική περίφραξη για χοίρους
earth.sc., el.coeur électriqueσυσκευή κεντρικού ελέγχου ηλεκτρικού συστήματος
earth.sc.colorimètre photo-électriqueφωτοηλεκτρικό χρωματόμετρο
tech., el.Comité de coordination des associations de constructeurs d'appareillage industriel électrique du Marché communΕπιτροπή Συντονισμού των Ενώσεων Κατασκευαστών Βιομηχανικού Ηλεκτρικού Εξοπλισμού της Κοινής Αγοράς
nat.sc., industr., polit.Comité européen des constructeurs d'équipements électriques domestiquesΕυρωπαϊκό Συμβούλιο Κατασκευής Ηλεκτρικών Οικιακών Συσκευών
gen.Comité pour l'adaptation au progrès technique des directives visant à l'élimination des entraves techniques aux échanges dans le secteur des appareils électriques utilisés en médecine vétérinaireΕπιτροπή για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο των οδηγιών που αποσκοπούν στην εξάλειψη των τεχνικών εμποδίων στις συναλλαγές στον τομέα των ηλεκτρολογικών μηχανημάτων που χρησιμοποιούνται στην κτηνιατρική
energ.ind.Comité pour l'adaptation au progrès technique - matériel électrique utilisable en atmosphère explosibleεπιτροπή για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο - σχετικά με το ηλεκτρολογικό υλικό που χρησιμοποιείται σε εκρήξιμη ατμόσφαιρα
mater.sc., industr., construct.commande photo-électriqueφωτοηλεκτρικό σύστημα ελέγχου
earth.sc., el.commande électriqueσύστημα ηλεκτρικού ελέγχου
gen.commande électriqueηλεκτρική κίνηση
tech., el.Commission internationale de certification de conformité de l'équipement électriqueΔιεθνής Επιτροπή Πιστοποίησης Πιστότητας των Ηλεκτρικών Εξοπλισμών
med.compresse oculaire chauffante électriqueηλεκτρικός θερμαινόμενος επίδεσμος για τα μάτια
tech., el.compteur électriqueμετρητής ηλεκτρικού ρεύματος
coal.conducteur electriqueκαλώδιο ηλεκτρικού καψυλλίου
coal.conducteur electriqueαγωγός προσαγωγής ρεύματος
environ., chem.conductimétrie électriqueηλεκτρική αγωγιμομετρία
gen.conductivité électriqueηλεκτρική αγωγιμότητα
earth.sc., el.conductivité électrique volumiqueειδική ηλεκτρική αγωγιμότητα του υλικού
gen.conduite électriqueηλεκτρική γραμμή
energ.ind.consommation d'énergie électriqueκατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας
energ.ind.consommation d'énergie électriqueηλεκτρική ενέργεια εισόδου
mater.sc.consommation moyenne de chaleur pour la production de l'énergie électriqueμέση κατανάλωση θερμότητας για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας
earth.sc.constante électriqueαπόλυτη διηλεκτρική σταθερά του κενού
earth.sc., el.continuité électriqueηλεκτρική συνέχεια
stat., earth.sc.contournement électriqueεκκένωση μέσω διηλεκτρικού
stat., earth.sc.contournement électriqueυπερπήδηση
gen.contrôle électrique de cuissonηλεκτρικός έλεγχος της ανάκαμψης
earth.sc., el.convection électriqueηλεκτρομεταφορά
lawConvention relative au transport en transit de l'énergie électriqueΣύμβαση για τη διαμετακομιστική μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας
gen.conversion d'énergie électriqueμετατροπή ηλεκτρικής ενέργειας
industr.convertisseur rotatif électriqueηλεκτρικός περιστροφικός μετατροπέας
industr.convertisseur électrique statiqueηλεκτρικός στατικός μετατροπέας ρεύματος
tech., el.correction électrique de l'heure des horlogesηλεκτρική ρύθμιση της ώρας του ρολογιού
agric.coupe-ailes électriqueηλεκτρική συσκευή κοπής φτερών
phys.sc., el.courant électriqueηλεκτρική ενέργεια
phys.sc., el.courant électriqueηλεκτρικό ρεύμα
tech., el.courant électriqueρεύμα
med.coussin électriqueμαξιλάρι θερμοφόρος
industr., construct., chem.couverture électrique de chauffageHλεκτρική κουβέρτα
agric.couveuse électriqueηλεκτρική εκκολαπτική μηχανή
agric.couveuse électriqueηλεκτρικό επωαστήριο
econ.coût de courant électriqueκόστος ηλεκτρικού ρεύματος
environ.coût de la production électriqueκόστος παραγωγής ηλεκτρισμού
earth.sc.cycle d'hystérésis électriqueβρόχος ηλεκτρικής υστέρησης
econ.câble électriqueηλεκτρικό καλώδιο
med.dermatome électrique de Brownηλεκτροδερμοτόμος
life.sc., el.diagraphie électriqueηλεκτρική διαγραφíα
life.sc., el.diagraphie électriqueηλεκτρικó log
life.sc., el.diagraphie électriqueelectrolog
med.dialyseur électriqueηλεκτροδιαλυτής
med.diastole électriqueηλεκτρική διαστολή
med.diminution de la résistance électrique de la peauπτώση της ηλεκτρικής αντίστασης του δέρματος
earth.sc.dipôle électriqueηλεκτρικό δίπολο
tech.dispositif d'ajustage du zéro électriqueρυθμιστής ηλεκτρικού μηδενός
nat.sc.dispositif de commande électrique automatiqueηλεκτρική συσκευή αυτομάτου ελέγχου
environ.dispositif de stockage électriqueηλεκτρικός συσσωρευτής
tech., el.dispositif photo-électriqueφωτοηλεκτρική διάταξη
tech., el.distribution électrique de l'heureσύστημα ηλεκτρικής κατανομής της ώρας
insur.dommage électriquesειδικός όρος για ηλεκτρικές εγκαταστάσεις
earth.sc.doublet électriqueηλεκτρικό δίπολο
tech., el.débit équipé d'un aménagement hydro-électriqueμέγιστη ωφέλιμη παροχή
tech., el.débit équipé d'un aménagement hydro-électriqueμέγιστη ωφέλιμη ροή
tech., el.débit équipé d'un aménagement hydro-électriqueμέγιστη λειτουργική παροχή
earth.sc.décharge électriqueαγωγιμότητα αερίου
earth.sc., el.décharge électriqueηλεκτρική εκκένωση
earth.sc.décharge électrique dans un gazαγωγιμότητα αερίου
earth.sc.décharge électrique dans un gazηλεκτρική εκκένωση
environ.déchets provenant de centrales électriques et autres installations de combustion sauf 19 00 00Απόβλητα από σταθμούς παραγωγής ενέργειας ή άλλους σταθμούς καύσης εκτός 19 00 00
environ.déchets provenant de centrales électriques et autres installations de combustionsauf 19 00 00απόβλητα από σταθμούς παραγωγής ενέργειας ή άλλους σταθμούς καύσηςεκτός 19 00 00
med.défibrillation électrique externeεξωτερικός απινιδισμός
med.défibrillation électrique interneεσωτερικός απινιδισμός
earth.sc., mech.eng.dégivrage électriqueηλεκτρική απόψυξη
earth.sc., el.délester une ligne électriqueνα αποφορτισθεί
earth.sc., el.démarreur électriqueηλεκτρικός εκκινητήρας
chem.détonateur électriqueηλεκτρικός πυροκροτητής
chem.détonateur électrique instantanéακαριαίος ηλεκτρικός πυροκροτητής
earth.sc., el.effet de contact électriqueσημειακό φαινόμενο
earth.sc., el.effet photo-électrique externeεξωτερικό φωτοηλεκτρικό φαινόμενο
earth.sc., el.effet photo-électrique interneεσωτερικό φωτοηλεκτρικό φαινόμενο
phys.sc.effet piézo-électriqueπιεζοηλεκτρικό φαινόμενο
phys.sc.effet thermo-électriqueθερμοηλεκτρικό φαινόμενο
phys.sc.effet thermo-électriqueφαινόμενο Seebeck
phys.sc.effet thermo-électriqueφαινόμενο Ζίμπεκ
mun.plan., el.essoreuse électriqueηλεκτρικό στεγνωτήριο
med.excision par bistouri électriqueηλεκτροεκτομή
med.excitation musculaire par courant électriqueηλεκτρογυμναστική
industr., construct.fabrication d'outillage et d'articles finis en métaux,à l'exclusion du matériel électriqueκατασκευή εργαλείων και τελικών προϊόντων από μέταλλα εκτός ηλεκτρολογικών ειδών
gen.facteur de dissipation électriqueπαράγοντας ηλεκτρικών απωλειών
mun.plan., el.facteur électrique d'une centrale combinéeσυντελεστής ισχύος σταθμού παραγωγής θερμότητας και ισχύος
earth.sc., el.faisceau électriqueηλεκτρική καλωδίωση
earth.sc., el.faisceau électriqueδέσμη ηλεκτρικών καλωδίων
med.fauteuil roulant électriqueηλεκτροκίνητο αναπηρικό αμάξι
med.fauteuil roulant électriqueηλεκτροκίνητη πολυθρόνα με ρόδες
med.fauteuil roulant électriqueηλεκτροκίνητη αναπηρική καρέκλα
earth.sc., el.fichier électrique flottantπλευστός ηλεκτρικός υποδοχέας
earth.sc.flux électriqueηλεκτρική ροή
energ.ind., industr.four à arc électriqueκάµινος βολταϊκού τόξου
energ.ind., industr.four à arc électriqueηλεκτρική υψικάμινος
energ.ind., industr.four électriqueκάµινος βολταϊκού τόξου
energ.ind., industr.four électriqueηλεκτρική υψικάμινος
energ.ind., industr.four électriqueκαμίνι ηλεκτρικού τόξου
gen.fourniture du courant électriqueηλεκτρική σύνδεση
gen.fourniture du courant électriqueηλεκτρική παροχή
med.fraiseuse électriqueηλεκτρική φρέζα
earth.sc., el.fréquence électrique multiphaseπολυφασική έξοδος
industr., construct., chem.fusion assistée par chauffage électriqueEνίσχυση τήξεως με ηλεκτρική ενέργεια
industr., construct., chem.fusion entièrement électriqueΠλήρως ηλεκτρική τήξις
industr., construct., chem.fusion tout électriqueΠλήρως ηλεκτρική τήξις
industr., construct., chem.fusion électriqueTήξη δια ηλεκτρισμού
gen.fusion électriqueηλεκτρική σύντηξη
earth.sc., el.gouttière électriqueνάρθηκας ηλεκτρικών καλωδιώσεων
stat., mater.sc.groupe hydro-électriqueυδροηλεκτρική ομάδα μηχανών
gen.Groupement des producteurs européens de céramiques techniques pour applications électroniques, électriques, mécaniques et autresένωση ευρωπαίων κατασκευαστών τεχνικών κεραμικών για ηλεκτρονικές, ηλεκτρικές, μηχανικές και άλλες εφαρμογές
environ.génie électriqueκατασκευή ηλεκτρολογικών και ηλεκτρονικών ειδών
energ.ind.générateur électrique principalκύρια γεννήτρια
earth.sc., el.génération électrique auxiliaireβοηθητική παραγωγή ρεύματος
industr., construct.horloge électrique synchroneσύγχρονο ρολόι
tech., el.horloge électrique synchroneσύγχρονο ηλεκτρικό ρολόι
life.sc., agric.humidimètre électriqueηλεκτρικόν υγρόμετρον
earth.sc., mech.eng.hygromètre électriqueηλεκτρικό υγρόμετρο
earth.sc.hystérésis électriqueηλεκτρική υστέρηση
tech.indicateur électrique de niveauηλεκτρικός δείκτης στάθμης
energ.ind., construct.indice de productibilité d'une région hydro-électriqueσυντελεστής δυναμικότητας μιας υδροηλεκτρικής περιοχής
earth.sc.induction électriqueδιηλεκτρική μετατόπιση
energ.ind.industrie de production d'énergie électriqueβιομηχανία ηλεκτρικής ισχύος
environ.industrie électriqueβιομηχανία ηλεκτρικής ενέργειας
econ.industrie électriqueηλεκτροπαραγωγή
gen.inflammateur électriqueκεφαλή εναύσματος
earth.sc.influence électriqueηλεκτροστατική επίδραση
earth.sc.influence électriqueηλεκτρική επαγωγή
environ.installation de production combinée de chaleur et d'énergie électriqueθερμοηλεκτρικός σταθμός παραγωγής ενέργειας/ΘΗΣ
environ.installation de production combinée de chaleur et d'énergie électriqueθερμοηλεκτρικός σταθμός παραγωγής ενέργειας/ΘΗΣ
energ.ind.installation hydro-électriqueυδροηλεκτρική εγκατάσταση
stat., el.installation électriqueηλεκτρικός εξοπλισμός
mun.plan.installation électriqueηλεκτρολογική εγκατάσταση
gen.Institut hongrois d'essai des équipements électriquesΟυγγρικό Ινστιτούτο Δοκιμών Ηλεκτρικού Εξοπλισμού
earth.sc.intensité de champ électriqueένταση ηλεκτρικού πεδίου
tech.intensité de courant électriqueένταση ηλεκτρικού ρεύματος
tech.intensité de courant électriqueΙ
gen.interface électrique rapideταχεία ηλεκτρική διασύνδεση
earth.sc., el.interruption du circuit de courant électriqueδιακοπή κυκλώματος
earth.sc., el.interruption du circuit de courant électriqueαυτόματη διακοπή κυκλώματος
mater.sc., el.isolation électriqueμόνωση ηλεκτρική
mater.sc., el.isolement électriqueμόνωση ηλεκτρική
earth.sc., el.jauge électriqueηλεκτρικό ενδεικτικό όργανο
earth.sc., el.jauge électriqueενδείκτης ηλεκτρικού συστήματος
med.kératoconjonctivite photo-électriqueφωτοηλεκτρική κερατοεπιπεφυκίτις (keratoconjunctivitis electrica)
mun.plan., el.laveuse électriqueηλεκτρικό πλυντήριο
chem.l'enrobage de matériel électrique avec de la résineεπικάλυψη ηλεκτρικού υλικού με ρητίνη
agric.les clôtures électriques servent de clôture provisoire pour les herbagesοι ηλεκτρικοί φράκτες είναι προσωρινοί φράκτες βοσκοτόπων
earth.sc., el.liasse électriqueσχήματα κυκλωμάτων
earth.sc., el.liasse électriqueηλεκτρικά διαγράμματα
mun.plan., el.ligne de chauffage électriqueαγωγός για την ηλεκτρική θέρμανση
mun.plan., el.ligne de chauffage électriqueγραμμή για την ηλεκτρική θέρμανση
mun.plan., el.ligne de chauffage électriqueσωλήνωση ηλεκτρικής θέρμανσης
earth.sc., el.ligne de force électriqueγραμμή ηλεκτρικής παροχής
environ.ligne électriqueηλεκτρική γραμμή μεταφοράς ισχύος
environ.ligne électriqueηλεκτρική γραμμή
environ.ligne électrique aérienneεναέρια γραμμή μεταφοράς ενέργειας
environ.ligne électrique aérienneεναέρια γραμμή
forestr.ligne électrique de transmission de puissanceηλεκτρική γραμμή μεταφοράς ισχύος
environ.limitation de l'utilisation de certaines substances dangereuses dans les équipements électriques et électroniquesπεριορισμός στη χρήση ορισμένων επικίνδυνων ουσιών στα είδη ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού
earth.sc.luxmètre électriqueηλεκτρικό λουξόμετρο
econ.machine électriqueηλεκτρική μηχανή
econ.machine électrique industrielleβιομηχανικό ηλεκτρικό μηχάνημα
chem.matière piézo-électriqueπιεζοηλεκτρική ύλη
crim.law., h.rghts.act., tech.matraque électriqueράβδος ηλεκτροσόκ
industr.matériau conducteur électrique et ioniqueηλεκτρικό και ιοναγώγιμο υλικό
tech., industr., construct.matériel de traitement par décharge électriqueεξοπλισμός επεξεργασίας με ηλεκτρική εκφόρτιση
econ.matériel électriqueηλεκτρολογικό υλικό
industr.matériel électrique utilisable en atmosphère explosibleηλεκτρολογικό υλικό που δύναται να χρησιμοποιηθεί σε εκρήξιμη ατμόσφαιρα
industr.Matériel électrique utilisable en atmosphère explosiveηλεκτρολογικό υλικό που δύναται να χρησιμοποιηθεί σε εκρήξιμη ατμόσφαιρα
earth.sc., el.meuble électriqueστοά ηλεκτρικού εξοπλισμού
chem.migration électriqueηλεκτρική μετακίνηση
agric.mode d'alimentation en courant électriqueσύστημα τροφοδοσίας με ηλεκτρικό ρεύμα
earth.sc., mech.eng.module thermo-électriqueθερμοηλεκτρική ψυκτική συστοιχία
earth.sc., el.moment électriqueηλεκτρική ροπή
med.mort par courant électriqueθάνατος δι'ηλεκτρισμού
energ.ind., mech.eng.moteur à exploitation à l'allumage par étincelle électriqueκινητήρας με σπινθηριστή
energ.ind., mech.eng.moteur à exploitation à l'allumage par étincelle électriqueκινητήρας επιβαλλόμενης ανάφλεξης
stat., el.moteur électriqueηλεκτροκινητήρ
stat., el.moteur électriqueηλεκτροκινητήρας
stat., el.moteur électriqueκινητήρας
tech., el.mégawatt-an d'énergie électriqueμεγαβάττ-έτος ηλεκτρικής ενέργειας
tech., construct.méthode de l'analogie électriqueμέθοδος ηλεκτρικής αναλογίας
environ., chem.méthode par conductivité électriqueμέθοδος ηλεκτρικής αγωγιμότητας
environ., chem.méthode électriqueηλεκτρική μέθοδος
life.sc.méthode électrique dipolaireμέθοδος γεωδιασκόπησης με ηλεκτρικό δίπολο
life.sc.méthode électrique dite de la résistivitéηλεκτρική αντιστασιακή μέθοδος
med.narcose électriqueηλεκτρονάρκωσις
earth.sc., el.non-linéarité de la capacité électriqueαγραμμικότητα χωρητικότητας
energ.ind.Office de compensation de l'énergie électriqueΓραφείο αντισταθμιστικών καταβολών για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας
earth.sc., el.onde radio-électriqueερτζιανό κύμα
earth.sc., el.onde radio-électriqueηλεκτρομαγνητικό κύμα
med.ophtalmie électriqueοφθαλμία από έντονο φωτισμό
med.ophtalmoscope électriqueηλεκτρικό οφθαλμοσκόπιο
energ.ind.organisme national pour l'énergie électriqueεθνικός οργανισμός ηλεκτρικής ενέργειας
tech., industr., construct.papier pour câbles électriquesχαρτί για ηλεκτρικά καλώδια
chem., mech.eng.peigne électriqueανιχνευτής πόρων
forestr.perceuse électriqueηλεκτρικό τρυπάνι
earth.sc., el.percuteur électriqueηλεκτρικός επικρουστήρας
energ.ind.petite centrale hydro-électriqueμικρό υδροηλεκτρικό σύστημα
stat., earth.sc.photo-électriqueφωτοηλεκτρικός
earth.sc.photomètre photo-électriqueφωτοηλεκτρικό φωτόμετρο
energ.ind.pile thermo-électriqueθερμοηλεκτρική στήλη
environ.pile électriqueηλεκτρική στήλη μπαταρία
environ.pile électriqueηλεκτρική στήλη
chem.point iso-électriqueισοηλεκτρικό σημείο
earth.sc.polarisation électriqueηλεκτρική πόλωση
earth.sc.polarisation électrique résiduelleπαραμένουσα ηλεκτρική πόλωση
energ.ind., mech.eng., tech.pompe de chaleur thermo-électriqueθερμοηλεκτρική αντλία θερμότητας
mater.sc.pompe électrique immersibleβυθιζόμενη ηλεκτρική υδραντλία
earth.sc.potentiel électriqueηλεκτρικό δυναμικό
econ.procédé électriqueηλεκτρικές διεργασίες
environ.production d'énergie électriqueπαραγωγή ηλεκτρισμού ηλεκτρικού ρεύματος
environ.production d'énergie électriqueπαραγωγή ηλεκτρισμού
energ.ind.production d'énergie électriqueπαραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας
gen.production d'énergie électrique,de gaz,de vapeur et d'eau chaudeπαραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας,αερίου,ατμού και θερμού νερού
gen.production et distribution d'énergie électriqueπαραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας
mater.sc.projecteur électrique portatifφορητός ηλεκτρικός προβολέας
energ.ind.projet de centrale hydro-électrique d'Ingaσχέδιο INGA
earth.sc.propulsion électriqueηλεκτροπροωθητήρας
nat.sc.propulsion électrique par fission nucléaireηλεκτρική προώθηση με πυρηνική σχάση
life.sc., el.prospection électriqueγεωηλεκτρική διασκóπηση
life.sc., el.prospection électrique de surfaceσύνολο μεθόδων μελέτης του υπεδάφους που βασίζονται σε ηλεκτρικές μετρήσεις που γίνονται στην επιφάνεια του εδάφους
med.prothèse électriqueηλεκτρική πρόσθεση
tech., energ.ind.puissance apparente de courant électrique alternantφαινομένη ισχύς εναλλασσόμενου ηλεκτρικού ρεύματος
energ.ind.puissance nominale d'une centrale hydro-électriqueονομαστική ισχύς ενός υδροηλεκτρικού σταθμού
energ.ind.puissance nominale équivalente des générateurs de vapeur d'une centrale thermo-électriqueισοδύναμη ονομαστική ισχύς μιας ατμογεννήτριας ενός θερμικού σταθμού
earth.sc., mech.eng.puissance électrique de commandeηλεκτρική ισχύς ελέγχου
gen.puissance électrique de fusionαπαιτούμενη ισχύς για τη ρευστοποίηση
earth.sc., mech.eng.puissance électrique de reposηλεκτρική ισχύς ηρεμίας
stat., el.puissance électrique disponible d'une trancheδιαθέσιμη ισχύς μιας θερμικής μονάδας
energ.ind.puissance électrique indisponible d'une centrale thermiqueμη διαθέσιμη ισχύς ενός θερμικού σταθμού
energ.ind.puissance électrique maximale possible d'une trancheμέγιστη ισχύς μιας θερμικής μονάδας
tech., el.puissance électrique maximale produiteμέγιστη παραχθείσα ισχύς
tech., el.puissance électrique maximale produiteφορτίο αιχμής
tech., el.puissance électrique maximale produiteισχύς αιχμής
gen.puissance électrique nucléaireηλεκτρική ισχύς πυρηνικού αντιδραστήρα
earth.sc., mech.eng.puissance électrique totaleολική ηλεκτρική ισχύς
agric.pulsateur électriqueηλεκτρομαγνητική παλμογεννήτρια
agric.pulsateur électriqueηλεκτρική παλμογεννήτρια
tech.pyromètre électriqueηλεκτρικό πυρόμετρο
industr., construct.quartz piézo-électriqueπιεζοηλεκτρικός χαλαζίας
agric.radiateur électriqueηλεκτρική συσκευή θέρμανσης
mun.plan.rasoir de sûreté électriqueηλεκτροκίνητο ξυράφι ασφαλείας
earth.sc., mech.eng.refroidissement thermo-électriqueθερμοηλεκτρική ψύξη
mun.plan., el.rendement électriqueαπόδοση της παραγωγής ισχύος
energ.ind.rendement électriqueηλεκτρική απόδοση
med.respirateur électriqueηλεκτρικός πνεύμων
med.respiration artificielle par excitation électriqueαναπνοή κατόπιν ηλεκτρικής διεγέρσεως
med.respiration par excitation électrique phréniqueηλεκτροφρενική αναπνοή
med.retinographe électriqueηλεκτρικός ρετινογράφος
earth.sc.règle de la neutralité électriqueκανόνας της ηλεκτροουδετερότητας
environ.réacteur de type électrique tubulaireαντιδραστήρας τύπου ηλεκτρικού σωληνοειδούς
energ.ind.réacteur pour la production d'énergie thermique ou électriqueαντιδραστήρας παραγωγής θερμικής ή ηλεκτρικής ενέργειας
gen.récepteur photo-électriqueφωτοκύτταρο
mun.plan.réchaud électriqueηλεκτρικό μάτι
stat., el.région thermo-électriqueθερμοηλεκτρική περιοχή
gen.réglage exclusivement électriqueπλήρες ηλεκτρικό σύστημα ελέγχου
gen.réglage électrique optimalιδανικό σημείο εργασίας
energ.ind.réseau de transport de l'énergie électriqueδίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας
gen.réseau d'énergie électriqueδίκτυο ηλεκτρικής ισχύος
gen.réseau d'énergie électriqueσύστημα ηλεκτρικής ισχύος
ecol., energ.ind.réseau électrique intelligentέξυπνο ενεργειακό δίκτυο
med.résection au bistouri électriqueηλεκτροτομή
med.résection au bistouri électriqueεκτομή με ηλεκτρικό μαχαιρίδιο
energ.ind.réserve en énergie électriqueεφεδρική ενέργεια
energ.ind.réserve en énergie électriqueαποθεματική ενέργεια
med.résistance électrique de la peauηλεκτρική αντίσταση του δέρματος
nat.sc.résistance électrique transcutanéeδιαδερμική ηλεκτρική αντίσταση
agric.scie écorneuse électriqueηλεκτρικό πριόνι αποκεράτωσης
med.sensation gustative électriqueηλεκτρική γεύση
mun.plan.serrure électriqueκλειδαριά με ηλεκτρισμό
earth.sc., el.seuil d'énergie photo-électriqueκατώφλι ενέργειας φωτοηλεκτρικής
med.signal d'alarme électriqueηλεκτρικό σήμα συναγερμού
industr.signal électriqueηλεκτρικό σήμα
nat.sc.Signal électrique sysmiqueσεισμικό ηλεκτρικό σήμα
agric., industr., construct.sonde électriqueηλεκτρικό ευαίσθητο άκρο
forestr.Soudeuse à l'arc électriqueηλεκτροσυγκολλητής
agric.source d'énergie électrique de secoursεφεδρική πηγή ηλεκτρικής ενέργειας
earth.sc., el.source électrique réglableρυθμιζόμενη ηλεκτρική παροχή
nat.sc., industr.sous-ensemble électrique/électroniqueηλεκτρικό/ηλεκτρομαγνητικό σύστημα
med.sphygmographie électriqueηλεκτροσφυγμογραφία
med.stimulation électriqueηλεκτροερεθισμός
mater.sc., el.stockage en champ électriqueαποθήκευση ενέργειας σε ηλεκτρικό πεδίο
energ.ind.stockage électriqueαποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας
agric.stérilisation électriqueηλεκτρική αποστείρωση
agric.stériliseur électriqueηλεκτρικός αποστειρωτήρας
earth.sc.susceptibilité électriqueηλεκτρική επιδεκτικότητα
energ.ind., el.système de protection du réseau électriqueσύστημα προστασίας ηλεκτρικού δικτύου
forestr.systèmes électriquesηλεκτρικό σύστημα
agric.séchoir électriqueηλεκτρικό ξηραντήριο
agric.tailleuse de haies électriqueηλεκτρικό ψαλίδι φυτικών φρακτών
stat., el.taux d'utilisation en temps d'une tranche thermo-électriqueσυντελεστής εκμετάλλευσης χρόνου μιας θερμικής μονάδας
stat., el.tension de construction d'un circuit de ligne électriqueονομαστική τάση κυκλώματος ηλεκτρικής γραμμής μεταφοράς
forestr.tension électrique ou tension du câbleτάση εφελκυσμού
forestr.tension électrique ou tension du câbleεφελκυσμός
nat.sc., agric.thermomètre enregistreur électriqueηλεκτρικό καταγραφικό θερμόμετρο
tech.thermomètre électriqueηλεκτρικό θερμόμετρο
tech.thermostat électriqueηλεκτρικός θερμοστάτης
med.thérapie de coma électrique sans convulsionsηλεκτροθεραπεία χωρίς σπασμούς
med.thérapie électrique sans convulsionsηλεκτροθεραπεία χωρίς σπασμούς
mun.plan.tondeuse électriqueηλεκτρική κουρευτική μηχανή
agric.tondeuse électrique pour chevauxηλεκτρική κουρευτική μηχανή ίππων
agric.tondeuse électrique pour chiensηλεκτρική κουρευτική συσκευή σκύλων
med.tonographe électriqueηλεκτρικός τονογράφος
earth.sc., el.toron électriqueσυρμάτωση
earth.sc., el.toron électriqueπεριέλιξη
energ.ind.tranche d'une centrale thermo-électriqueμονάδα θερμοηλεκτρικού σταθμού
energ.ind.tranche d'une centrale électrique thermiqueμονάδα θερμοηλεκτρικού σταθμού
earth.sc., el.transducteur électriqueηλεκτρικός μετατροπέας
industr.transformateur électriqueηλεκτρικός μετασχηματιστής
energ.ind., industr., el.transformateur électriqueμετασχηματιστής
energ.ind.transformation d'énergie électriqueμετασχηματισμός ηλεκτρικής ενέργειας
med.transillumination électriqueηλεκτροδιαφάνεια
industr., construct.tube de protection pour câble électriqueπροστατευτικός σωλήνας για ηλεκτρικό καλώδιο
tech., industr., construct.tâteur de lisière photo-électriqueφωτοηλεκτρικός αισθητήρας ούγιας
life.sc.télémètre à contacts électriquesηλεκτρονικό τηλέμετρο
life.sc.télémètre à contacts électriquesηλεκτρικό τηλέμετρο
life.sc.télémètre électriqueηλεκτρικό τηλέμετρο
life.sc.télémètre électriqueηλεκτρονικό τηλέμετρο
life.sc.télémètre électriqueόργανο ηλεκτρονικής μέτρησης αποστάσεων
energ.ind., el.Union internationale des producteurs et distributeurs d'énergie électriqueΔιεθνής Ενωση Παραγωγών και Διανομέων Ηλεκτρικής Ενέργειας
energ.ind., el.usine hydro-électriqueυδροηλεκτρικός σταθμός παραγωγής
energ.ind.usine hydro-électriqueυδροηλεκτρική εγκατάσταση
chem.Utiliser du matériel électrique/de ventilation/d'éclairage/…/ antidéflagrant.Να χρησιμοποιείται αντιεκρηκτικός ηλεκτρολογικός /εξαερισμού/φωτιστικός/…/ εξοπλισμός.
gen.valeur de la conductivité électriqueτιμή ηλεκτρικής αγωγιμότητας
chem., el.vaporiseur électriqueηλεκτροθερμαινόμενος εξατμιστήρας
chem.vibrateur électriqueηλεκτρικός δονητής
tech., industr., construct.volet régulateur avec cellule photo-électriqueρυθμιστικό τροφοδοσίας με φωτοκύτταρο
environ.véhicule électriqueηλεκτρικό όχημα
econ.véhicule électriqueηλεκτροκίνητο όχημα
tech.zéro électriqueηλεκτρικό μηδέν
energ.ind., el.échange d'énergie électriqueανταλλαγή ηλεκτρικής ενέργειας
nat.sc., agric.écran électriqueεκτροπέας ψαριών
agric.écrémeuse électriqueαυτόματος κορυφολόγος
agric.écrémeuse électriqueηλεκτρικός κορυφολόγος
agric.écrémeuse électriqueκορυφολόγος βιομηχανικής κλίμακας
agric.écrémeuse électriqueκορυφολόγος με κινητήρα
forestr.électrique rapport d'engrenageηλεκτροϋδραυλική σχέση μετάδοσης
agric.éleveuse électriqueηλεκτρικός αναθρεπτήρας
environ.énergie électriqueηλεκτρική ισχύς ενέργεια
environ.énergie électriqueηλεκτρική ισχύς
econ.énergie électriqueηλεκτρική ενέργεια
phys.sc., el.énergie électriqueηλεκτρικό ρεύμα
mater.sc., energ.ind., el.énergie électriqueενέργεια
tech., energ.ind.énergie électrique absorbée pour le pompageκατανάλωση ενέργειας κατά την άντληση μίας αντλητικής υδροηλεκτρικήςεγκατάστασης κατά την διάρκεια λειτουργίας των αντλιών
tech., energ.ind.énergie électrique absorbée pour le pompageενέργεια καταναλισκόμενη κατά την άντληση
energ.ind.énergie électrique en réserveεφεδρική ηλεκτρική ενέργεια
energ.ind.énergie électrique en réserve dans un aménagement thermo-électriqueενεργειακό απόθεμα θερμικού σταθμού
energ.ind.énergie électrique géothermiqueγεωθερμική ηλεκτρική ενέργεια
stat., el.énergie électrique nucléaireηλεκτρική ενέργεια πυρηνικού αντιδραστήρα
mun.plan.éplucheur électriqueαποφλοιωτήρας
mun.plan.éplucheur électriqueμηχανή για το ξεφλούδισμα
med.épreuve cutanée de la circulation par excitation électriqueδερματικό τεστ της κυκλοφορίας με ηλεκτρική διέγερση
gen.équipement électrique et installations d'éclairage protégés contre les explosionsηλεκτρολογικός εξοπλισμός και φωτισμός προστατευόμενοι από έκρηξη
agric.évaporateur électriqueηλεκτρικός εξατμιστήρας
Showing first 500 phrases