DictionaryForumContacts

   French
Terms for subject General containing electrique | all forms | exact matches only
FrenchGreek
acier élaboré au four électriqueηλεκτροχάλυβας
acier électriqueηλεκτροχάλυβας
alimentation électriqueηλεκτρική παροχή
allumeur electrique a poudre noireηλεκτρική θρυαλλίδα πυρίτιδας
Association de villes européennes intéressées par l'utilisation du véhicule électriqueΟργάνωση των ευρωπαϊκών πόλεων που ενδιαφέρονται για τη χρήση του ηλεκτρικού αυτοκινήτου
borne électriqueρευματοδότης
borne électriqueπρίζα
borne électriqueπαροχή ρεύματος
bouclier à choc électriqueασπίδα χορήγησης ηλεκτρικού σοκ
cabines électriquesυποσταθμοί ηλεκτρικού ρεύματος
cellule photo-électriqueφωτοκύτταρο
Centrale électrique au fioulΣταθμός ηλεκτροπαραγωγής που λειτουργεί με ντίζελ
clôture électriqueηλεκτρικός φραγμός
Comité pour l'adaptation au progrès technique des directives visant à l'élimination des entraves techniques aux échanges dans le secteur des appareils électriques utilisés en médecine vétérinaireΕπιτροπή για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο των οδηγιών που αποσκοπούν στην εξάλειψη των τεχνικών εμποδίων στις συναλλαγές στον τομέα των ηλεκτρολογικών μηχανημάτων που χρησιμοποιούνται στην κτηνιατρική
commande électriqueηλεκτρική κίνηση
conductivité électriqueηλεκτρική αγωγιμότητα
conduite électriqueηλεκτρική γραμμή
contrôle électrique de cuissonηλεκτρικός έλεγχος της ανάκαμψης
conversion d'énergie électriqueμετατροπή ηλεκτρικής ενέργειας
facteur de dissipation électriqueπαράγοντας ηλεκτρικών απωλειών
fourniture du courant électriqueηλεκτρική σύνδεση
fourniture du courant électriqueηλεκτρική παροχή
fusion électriqueηλεκτρική σύντηξη
Groupement des producteurs européens de céramiques techniques pour applications électroniques, électriques, mécaniques et autresένωση ευρωπαίων κατασκευαστών τεχνικών κεραμικών για ηλεκτρονικές, ηλεκτρικές, μηχανικές και άλλες εφαρμογές
inflammateur électriqueκεφαλή εναύσματος
Institut hongrois d'essai des équipements électriquesΟυγγρικό Ινστιτούτο Δοκιμών Ηλεκτρικού Εξοπλισμού
interface électrique rapideταχεία ηλεκτρική διασύνδεση
pistolet à impulsions électriquesόπλο εκτόξευσης βελών
pompe à chaleur thermo-électriqueθερμοηλεκτρική αντλία θερμότητας
production d'énergie électrique,de gaz,de vapeur et d'eau chaudeπαραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας,αερίου,ατμού και θερμού νερού
production et distribution d'énergie électriqueπαραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας
puissance électrique de fusionαπαιτούμενη ισχύς για τη ρευστοποίηση
puissance électrique nucléaireηλεκτρική ισχύς πυρηνικού αντιδραστήρα
récepteur photo-électriqueφωτοκύτταρο
réglage exclusivement électriqueπλήρες ηλεκτρικό σύστημα ελέγχου
réglage électrique optimalιδανικό σημείο εργασίας
régulation à moteur électriqueηλεκτρομηχανική συσκευή ρύθμισης
réseau d'énergie électriqueδίκτυο ηλεκτρικής ισχύος
réseau d'énergie électriqueσύστημα ηλεκτρικής ισχύος
valeur de la conductivité électriqueτιμή ηλεκτρικής αγωγιμότητας
équipement électrique et installations d'éclairage protégés contre les explosionsηλεκτρολογικός εξοπλισμός και φωτισμός προστατευόμενοι από έκρηξη