DictionaryForumContacts

   French
Terms for subject Politics containing chambré | all forms
FrenchGreek
affaire attribuée ou dévolue à une chambreυπόθεση που έχει ανατεθεί ή υπαχθεί σε τμήμα
affectation des juges aux chambresτοποθέτηση των δικαστών στα τμήματα
avis motivé rendu en chambre du conseilέκδοση αιτιολογημένης γνωμοδοτήσεως εν συμβουλίω
Chambre des communes du Royaume-UniΒουλή των Κοινοτήτων του Ηνωμένου Βασιλείου
Chambre des députés italienneΒουλή της Ιταλικής Δημοκρατίας
Chambre des députés luxembourgeoiseΚοινοβούλιο του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου
Chambre des députés roumaineΒουλή της Δημοκρατίας της Ρουμανίας
Chambre des députés tchèqueΒουλή της Τσεχικής Δημοκρατίας
Chambre des lords du Royaume-UniΒουλή των Λόρδων του Ηνωμένου Βασιλείου
Chambre des représentants belgeΒουλή των Αντιπροσώπων του Βασιλείου του Βελγίου
Chambre des représentants irlandaiseΙρλανδική Βουλή των Αντιπροσώπων
chambre du conseilεν συμβουλίω
chambre forteθωρακισμένη αίθουσα
chambre juridictionnelleειδικευμένο δικαστήριο
chambre "subsidiarité"τμήμα "επικουρικότητα"
Comité pour les questions relatives aux taxes, aux règles d'exécution et à la procédure des chambres de recours de l'Office de l'harmonisation dans le marché intérieur marques, dessins et modèlesΕπιτροπή για θέματα που αφορούν τα τέλη, τους εκτελεστικούς κανονισμούς και τη διαδικασία των τμημάτων προσφυγών του γραφείου εναρμόνισης στα πλαίσια της εσωτερικής αγοράς εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα
constitution des chambresσυγκρότηση των τμημάτων
délibérations en chambre du conseilδιασκέψεις εν συμβουλίω
ordonnance d'une chambreΔιάταξη τμήματος
Première Chambre néerlandaiseΆνω Βουλή του Βασιλείου των Κάτω Χωρών
président de chambreΠρόεδρος Τμήματος
président de chambreπρόεδρος τμήματος
renvoi de l'affaire à une chambre composée d'un nombre différent de jugesπαραπομπή της υποθέσεως σε τμήμα συγκείμενο από διαφορετικό αριθμό δικαστών
répartition des affaires entre les chambresκατανομή των υποθέσεων μεταξύ των τμημάτων
Seconde Chambre néerlandaisevesΚάτω Βουλή του Βασιλείου των Κάτω Χωρών
volume utile d'une chambre froideωφέλιμος όγκος ψυκτικού θαλάμου