DictionaryForumContacts

   French
Terms containing arrêt | all forms | exact matches only
SubjectFrenchGreek
health.accident avec arrêtατύχημα που πρέπει να δηλωθεί στον ασφαλιστικό οργανισμό
transp., avia.accélération-arrêtματαιωθείσα απογείωση
commun., ITadresse de départ/arrêtδιεύθυνση αρχής-τέλους
industr., construct., mech.eng.agent d'arrêtμέσα αναστολής
industr., construct., mech.eng.agent d'arrêt de la réaction de polymérisationμέσα αναστολής
agric., construct.allingue d'arrêtποτάμιον ζεύγμα συγκρατήσεως
lawannulation partielle de l'arrêtμερική αναίρεση της απόφασης
lawannuler un arrêt ou une ordonnanceακύρωση απόφασης ή Διάταξης
commun., transp.appareil d'arretσυσκευή στάθμευσης
earth.sc., mech.eng.appareil d'arrêtόργανο αποκλεισμού
earth.sc., mech.eng.appareil d'arrêtστοιχείο αποκλεισμού
gen.apport de bore pour arrêtπροσθήκη βορίου για τη θέση εκτός λειτουργίας
commun.arret anti-répétiteur de signalσυσκευή που εμποδίζει την επανάληψη ενός σήματος
coal.arret de detonationδιακοπή εκρηκτικής διαδικασίας
nucl.phys.arret d'un reacteurκράτηση αντιδραστήρα
lawarrêt accidentelτυχαία παύση
mater.sc., mech.eng.arrêt annuelετησία παύσις
mater.sc., mech.eng.arrêt annuelετησία διακοπή
IT, tech.arrêt anormalανώμαλο σταμάτημα
polit., lawarrêt attaquéπροσβαλλόμενη απόφαση
law, social.sc.arrêt attaquéαναιρεσιβαλλόμενη απόφαση
transp.arrêt automatiqueφρενάρισμα
transp.arrêt automatiqueμπλοκάρισμα εκκίνησης
transp.arrêt automatiqueαυτόματο μπλοκάρισμα εκκίνησης
IT, dat.proc.arrêt automatiqueαυτόματη παύση
el.arrêt automatiqueαυτόματος μηχανισμός διακοπής
el.arrêt automatiqueαυτόματο στοπ
commun.arrêt automatique d'appelαυτόματη διακοπή κλήση
IT, dat.proc.arrêt automatique de fin de pageαυτόματη αναστολή στο τέλος της σελίδας
transp.arrêt automatique des trainsαυτόματη ακινητοποίηση των αμαξοστοιχιών
transp.arrêt automatique des trainsαυτόματη συσκευή ακινητοποίησης των αμαξοστοιχιών
transp.arrêt automatique des trainsαυτόματη διάταξη ακινητοποίησης των αμαξοστοιχιών
transp., el.arrêt automatique des trainsδιάταξη αυτόματου σταματήματος του τραίνου
coal.arrêt-barrageανασχετικό φράγμα
coal.arrêt-barrage déclenchéενεργοποιούμενο ανασχετικό φράγμα
leath.arrêt bottierπονταρισιά φτέρνας
gen.arrêt brusqueκράτησις εκτάκτου ανάγκης
transp.arrêt brusqueαπότομο σταμάτημα
gen.arrêt brusqueέκτακτος κράτησις
med.arrêt brutal des règlesκαθυστέρηση της εμμήνου ρύσεως (cessatio mensium)
med.arrêt cardiaqueκαρδιακή ανακοπή,ανακοπή καρδιάς
transp.arrêt de block origineσυσκευή δέσμευσης σήματος εισόδου
transp.arrêt de block terminusσυσκευή δέσμευσης σήματος εξόδου
lawarrêt de cassationακυρωτική απόφαση
transp.arrêt de cheminementαντιοδευτικό εξάρτημα
transp.arrêt de chronologieδιακοπή της αντίστροφης μέτρησης
transp.arrêt de correspondanceστάση μετεπιβιβάσεως
transp.arrêt de correspondanceστάση ανταποκρίσεως
lawarrêt de courantδιακοπή ρεύματος
transp.arrêt de destinationτέρμα προορισμού
transp.arrêt de destinationσημείο στάσης στο τέρμα
transp.arrêt de destinationστάση προορισμού
transp.arrêt de distancementστάση για να τηρηθεί η απόσταση με την προηγούμενη αμαξοστοιχία
lawarrêt de doctrineθεμελιώδης δικαστική απόφαση
econ., lab.law.arrêt de fabricationστάσις εργασίας
med.arrêt de fonction gonadiqueπαύσις της γεννητικής λειτουργίας που ακολουθεί την κλιμακτήριο
transp.arrêt de jeu de block d'autorisationσυσκευή για να πετύχουμε μπλοκάρισμα με το χέρι σε μονή γραμμή
econ.arrêt de la Cour UEαπόφαση του Δικαστηρίου (ΕE)
lawarrêt de la Courαπόφαση του Δικαστηρίου
lawarrêt de la Cour constatant expressément l'existence d'un fait nouveauαπόφαση του Δικαστηρίου που διαπιστώνει ρητώς την ύπαρξηνέουγεγονότος
lawarrêt de la Cour de justiceαπόφαση του Δικαστηρίου
transp.arrêt de la poignéeμάνδαλο με χειρολαβή
law, lab.law.arrêt de l'exploitationπαύση εκμετάλλευσης
law, lab.law.arrêt de l'exploitationπαύση της εκμετάλλευσης
med.arrêt de l'hypnoseαφύπνιση
gen.arrêt de ligneαπόληξη πτυχής
forestr.arrêt de machineβλάβη του κινητήρα
forestr.arrêt de machineμηχανική βλάβη
industr., construct., met.arrêt de machineσταμάτημα μηχανής
med.arrêt de maturation des villosités chorialesδιακοπή ανάπτυξης χοριακών λαχνών
met.arrêt de métalαυλακώσεις συμπίεσης
transp.arrêt de pousséeδιακοπή ώσης
lawarrêt de principeβασική απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου
lawarrêt de principeαπόφαση αρχής
lawarrêt de principeθεμελιώδης δικαστική απόφαση
gen.arrêt de programmeδιακοπή προγράμματος
polit.arrêt de renvoiαπόφαση περί αναπομπής
lawarrêt de règlementπραιτωρικό δίκαιο
transp.arrêt de secoursαναγκαστική στάση
transp.arrêt de secoursφρενάρισμα κινδύνου
transp.arrêt de serviceυπηρεσιακή στάθμευση
transp.arrêt de serviceστάθμευση για υπηρεσιακούς λόγους
transp.arrêt de serviceστάση εργοταξική
earth.sc., mech.eng.arrêt de soupapeαναστολέας ανοίγματος της βαλβίδας
IT, transp.arrêt de sécuritéαναγκαστική στάση
construct.arrêt de sûretéδιάταξη ασφαλείας για πόρτες
health., lab.law.arrêt de travailδιακοπή της εργασίας
construct.arrêt de voletσυγκράτημα παραθυρόφυλλου
transp., avia.arrêt des moteursσβήσιμο κινητήρα
transp., avia., mech.eng.arrêt des moteursκλείσιμο του κινητήρα
transp., avia., mech.eng.arrêt des moteursδιακοπή του κινητήρα
law, lab.law.arrêt d'exploitationπαύση της εκμετάλλευσης
law, lab.law.arrêt d'exploitationπαύση εκμετάλλευσης
chem., mech.eng.arrêt d'explosionφλογοπαγίδα
transp.arrêt différéστάση μπροστά σε σήμα που βρίσκεται σε απόσταση από το σταθμό
commun., ITarrêt d'inversion de batterieτέλος αντιστροφής της μπαταρίας
ITarrêt d'inversion de batteryτέλος σήματος αντιστροφής συστοιχίας
industr., construct., met.arrêt du fourσβήσιμο κλιβάνου
transp.arrêt du trainστάθμευση του συρμού
transp.arrêt du trainστάθμευση της αμαξοστοιχίας
pharma.arrêt du traitementπαύση πρόκλησης
lawarrêt du Tribunal rendu après annulation et renvoiαπόφαση του Πρωτοδικείου κατόπιν ακυρώσεως αποφάσεως και αναπομπής
med.arrêt d'un processusπαρακμή
med.arrêt d'un processusατροφία των ιστών
IT, dat.proc.arrêt d'un programmeεγκατάλειψη προγράμματος
industr., construct., chem.arrêt d'une casseθεραπεία
industr., construct., chem.arrêt d'une casseΓιατρειά
IT, dat.proc.arrêt d'une commandeαναίρεση εντολής
IT, dat.proc.arrêt d'une commandeεγκατάλειψη εντολής
IT, dat.proc.arrêt d'une macroαναίρεση μακροεντολής
IT, dat.proc.arrêt d'une macroαπόρριψη μακροεντολής
IT, dat.proc.arrêt d'une macroεγκατάλειψη μακροεντολής
fish.farm.arrêt d'une pêcheπαύση αλιείας
fish.farm.arrêt d'une pêcherieπαύση αλιείας
med.arrêt d'une thérapeutiqueδιακοπή θεραπείας
ITarrêt d'urgenceστάση κινδύνου
ITarrêt d'urgenceπαύση έκτακτης ανάγκης
gen.arrêt d'urgenceκράτηση λόγω εκτάκτου περιστατικού
IT, tech.arrêt dynamiqueΕντολή διακοπής
fish.farm.arrêt définitifοριστική παύση
agric.arrêt définitif de naviresοριστικός παροπλισμός σκαφών
fin.arrêt définitif des opérationsπεράτωση των εργασιώντης Τράπεζας
fin.arrêt définitif du budgetοριστική έγκριση του προϋπολογισμού
gen.arrêt définitif du budget administratifοριστική έγκριση του διοικητικού προϋπολογισμού
transp., construct.arrêt en amont du carrefourειδικές διαρρυθμίσεις στάσεων συγκοινωνίας επιφανείας
transp.arrêt en aval du carrefourειδική διαρρύθμιση στάσεων
transp.arrêt en cours de routeστάση εν ώρα πορείας
transp.arrêt en cours de routeστάση στην ελεύθερη γραμμή
transp.arrêt en cours de routeδιακοπή του ταξιδιού
commun.arrêt en fin de bandeαισθητήριο τέλους ταινίας
lawarrêt en manquementαπόφαση λόγω παράβασης υποχρέωσης
transp.arrêt en transitστάση για τη διαμετακόμιση
transp.arrêt facultatifσημεία στάσης κατ'επιθυμία
transp.arrêt facultatifπροαιρετική στάθμευση
IT, mech.eng.arrêt facultatifπροαιρετικό τέλος προγράμματος
econ., fin.arrêt final des comptesοριστικό κλείσιμο των λογαριασμών
transp.arrêt fixeκανονική στάση
h.rghts.act., ed.arrêt Gravierαπόφαση Gravier
transp.arrêt hors de la voie principaleστάση γραμμής συγκοινωνίας εκτός βασικού ρεύματος
law, lab.law.arrêt illégal du travailπαράνομη στάση εργασίας
IT, dat.proc.arrêt imprévuαπρόβλεπτη αναστολή
ITarrêt intempestifαπορριφθείς κύκλος
ITarrêt intempestifματαίωση
ITarrêt intempestifαποβολή
gen.arrêt intermédiaireπροκαταρκτική απόφαση
polit., lawarrêt interprétatifερμηνευτική απόφαση
polit., lawarrêt interprétéερμηνευόμενη απόφαση
transp.arrêt mobileκινητή στάθμευση
med.arrêt mortel de la reproduction cellulaireθάνατος κυττάρου στην αναπαραγωγική φάση
ITarrêt non programméαπρογραμμάτιστη στάση
lawarrêt non susceptible d'oppositionαπόφαση που δεν υπόκειται σε ανακοπή
ITarrêt non-programmé dans un cycleαπροσδόκητη εμπλοκή προγράμματος
transp.arrêt obligatoireυποχρεωτική στάθμευση
transp.arrêt obligatoireκανονική στάση
IT, mech.eng.arrêt orienté de la brocheκατευθυνόμενη διακοπή κίνησης ατράκτου
polit., lawarrêt par défautερήμην απόφαση
polit., lawarrêt par défautαπόφαση που εκδίδεται ερήμην
astronaut., transp.arrêt par épuisementκράτηση κινητήρα από έλλειψη καυσίμου
fish.farm.arrêt permanentοριστική παύση
polit., lawarrêt portant révisionαπόφαση επί της αναθεωρήσεως
IT, transp.arrêt programméκατευθυνόμενο φρενάρισμα
ITarrêt programméπρογραμματισμένη στάση
ITarrêt programméΠρογραμματισμένη αναστολή
polit., lawarrêt préjudicielπροδικαστική απόφαση
ITarrêt prématuréαπορριφθείς κύκλος
polit., lawarrêt rectifiéαπόφαση που διορθώνεται
gen.arrêt rendu sur recoursαπόφαση που εκδόθηκε μετά από προσφυγή
lawarrêt rendu sur tierce oppositionαπόφαση επί της τριτανακοπής
health.arrêt respiratoireαναπνευστική ανακοπή
polit.arrêt réviséαναθεωρούμενη απόφαση
transp., construct.arrêt sans abriάστεγη στάση
econ., commun.arrêt sur imageστάση
el.arrêt sur imageπάγωμα εικόνας
econ., commun.arrêt sur imageπάγωμα της εικόνας
transp.arrêt sur la ligne directeστάση βασικής συγκοινωνιακής γραμμής
transp.arrêt sur la voie principaleστάση βασικής συγκοινωνιακής γραμμής
commun., ITarrêt sur pageαπεικόνιση μίας σελίδας
lawarrêt susceptible d'oppositionαπόφαση υποκείμενη σε ανακοπή
transp.arrêt techniqueτεχνική στάση
agric., fish.farm.arrêt temporaireπροσωρινή παύση
commun., IT, agric.arrêt temporaire de naviresπροσωρινός παροπλισμός σκαφών
fin.arrêt temporaire des opérationsπροσωρινή αναστολή εργασιών
insur.arrêts et contraintesεπίσχεση από πολιτική ή εκτελεστική εξουσία
lawarrêts par défaut et oppositionερήμην αποφάσεις και ανακοπή ερημοδικίας
med.arrêts respiratoiresαναπνευστική ανεπάρκεια
insur.assurance contre l'arrêt d'exploitationασφάλεια ανεργίας
lawattaquer l'arrêtπροσβάλλω την απόφαση
earth.sc., el.avec arrêt au centreμε επικεντρωμένο ανασχετήρα
lab.law.avis d'arrêt de travailειδοποίηση περί παύσεως της εργασίας
met.bague d'arrêtδακτύλιος στήριξης
transp.baie d'arrêtλωρίδα στάσης
commun.bande d'arrêtζώνη φραγής
industr., construct.barre d'arrêtμπάρα συγκράτησης
gen.barre d'arrêt d'urgenceράβδος κράτησης λόγω εκτάκτου περιστατικού
industr., construct.barrure d'arrêtγραμμή σταματήματος
IT, el.bit d'arrêtδυαδικό ψηφίο τέλους
el.bobine d'arrêtμικρό πηνίο
industr., construct.bordage d'arrêtκορδέλα ψαροκόκκαλο
industr., construct.bordure d'arrêtκορδέλα ψαροκόκκαλο
commun.bouton d'arrêtκουμπί αναστολής
transp.bras de commande d'arrêt automatiqueμπλοκάρισμα εκκίνησης με μηχανισμό τμηματικής απόστασης
agric.campement de ligne d'arrêtκαταυλισμός μετώπου κατασβέσεως
stat., transp.capacité d'absorption de l'arrêtχωρητικότητα στάσεων
energ.ind., el.cellule à couche d'arrêtφωτοβολταϊκό στοιχείο
law, insur.certificat d'arrêt de travailβεβαίωση διακοπής της εργασίας
insur.certificat médical de prolongation de l'arrêt de travailιατρική βεβαίωση παράτασης της διακοπής της εργασίας
gen.cession ou saisie-arrêtεκχώρηση ή κατάσχεση σε χέρια τρίτου
industr., construct.cliquet d'arrêtάξονας διακοπής κίνησης
IT, dat.proc.code d'arrêt en fin de pageκωδικός αναστολής εκτύπωσης στο τέλος της σελίδας
life.sc.codon d'arrêtκωδικόνιο τερματισμού
construct.collier d'arrêt de fuitesδιάφραγμα ανακοπής της διήθησης
mater.sc.commande d'arrêt d'urgenceδιακόπτης για σταμάτημα έκτακτης ανάγκης
ITcondition d'arrêtΣυνθήκη αναστολής,αναστολή επεξεργασίας
IT, dat.proc.condition d'arrêt de macroσυνθήκη παύσης μακροεντολής
IT, dat.proc.condition d'arrêt de programmeσυνθήκη τέλους προγράμματος
commun.console d'arrêtκονσόλα στο άκρο των τηλεγραφικών γραμμών
commun.console d'arrêtβραχίονας στο άκρο των τηλεγραφικών γραμμών
fin.constat de l'arrêt définitif du budgetδιαπιστώνεται η οριστική έγκριση του προϋπολογισμού
fin.constat de l'arrêt définitif du budgetδιαπίστωση οριστικής έγκρισης του προϋπολογισμού
el.couche d'arrêtζώνη φράγματος
el.couche d'arrêtΠεριοχή φράγματος
el.couche d'arrêtοριακσ στρώμα
forestr.coût les temps d'arrêtκόστος χρόνου διακοπής
industr., construct.crampon d'arrêtάγκιστρο αναμονής
transp., mech.eng.crochet d'arrêtάγκιστρο ανάσχεσης
account.date d'arrêt du bilanημερομηνία κλεισίματος λογαριασμών
account.date d'arrêt du bilanημερομηνία κλεισίματος ισολογισμού
fin.date de constat de l'arrêt du budgetημερομηνία διαπίστωσης της έγκρισης του προϋπολογισμού
commun., ITdate de mise en marche/d'arrêtημερομηνία αρχής/τέλους
lawdemande d'interprétation d'arrêtsαίτηση περί ερμηνείας των αποφάσεων
gen.demi-cône d'arrêtσυγκρατητήρας ελατηρίου βαλβίδας
transp., mech.eng.dent d'arrêtοδούς αναστολέα
transp., mech.eng.dent d'arrêtδόντι καστάνιας
industr., construct.dent d'arrêtδόντι της αρπάγης αναχαιτίσεως
transp., tech., lawdispositif d'arrêtδιάταξη ανάσχεσης στο έδαφος
transp.dispositif d'arrêtδιάταξη διακοπής της κίνησης
tech., industr., construct.dispositif d'arrêt au diamètreμηχανισμός σταματήματος με το γέμισμα της μπομπίνας
transp.dispositif d'arrêt automatique des trainsαυτόματη ακινητοποίηση των αμαξοστοιχιών
transp.dispositif d'arrêt automatique des trainsαυτόματη συσκευή ακινητοποίησης των αμαξοστοιχιών
transp.dispositif d'arrêt automatique des trainsαυτόματη διάταξη ακινητοποίησης των αμαξοστοιχιών
commun., ITdispositif d'arrêt automatique des trainsεπαγωγική ασφάλεια αμαξοστοιχίας
transp.dispositif d'arrêt d'avionsσύστημα ανάσχεσης αεροσκάφους
chem., el.dispositif d'arrêt de fissureαναστολέας ρωγμών
transp.dispositif d'arrêt de pousséeτερματιστής ώσης
transp.dispositif d'arrêt de pousséeανακοπέας ώσης
transp., nautic., fish.farm.dispositif d'arrêt d'urgenceδιακόπτης έκτακτης ανάγκης
transp., nautic., fish.farm.dispositif d'arrêt d'urgenceδιάταξη διακοπής κίνησης έκτακτης ανάγκης
transp.dispositif de commande inductive d'arrêt automatiqueεπαγωγικό μπλοκάρισμα εκκίνησης
polit., lawdispositif de l'arrêtδιατακτικό της αποφάσεως
gen.dispositif de l'arrêtδιατακτικό της απόφασης
lawdispositif de tout arrêt et ordonnance de référéδιατακτικό κάθε αποφάσεως και διατάξεως περί ασφαλιστικών μέτρων
transp.dispositif mécanique d'arrêt automatiqueμηχανικό μπλοκάρισμα εκκίνησης
commun., transp.disque d'arrêtδίσκος στάθμευσης
commun., transp.disque à l'arrêtδίσκος κλειστός
transp., avia.distance accélération-arrêtπάνω από το μέσο επίπεδο της θάλασσας
transp., avia.distance accélération-arrêt utilisableδιαθέσιμη απόσταση επιτάχυνσης - ακινητοποίησης
transp.distance d'arrêtμήκος στάσεως
transp.distance d'arrêtμήκος ακινητοποίησεως
transp.distance d'arrêt de sécuritéμήκος ακινητοποίησεως
transp.distance d'arrêt de sécuritéμήκος στάσεως
transp.distance d'arrêt de visibilitéμήκος ορατότητας για στάθμευση
transp.distance d'arrêt du véhiculeμήκος πεδήσεως
transp.distance d'arrêt du véhiculeαπόσταση πεδήσεως
transp.distance d'arrêt du véhiculeμήκος πέδησης
transp.distance d'arrêt par freinageαπόσταση πεδήσεως
transp.distance d'arrêt par freinageμήκος πεδήσεως
transp.distance d'arrêt totaleμήκος ακινητοποίησεως
transp.distance d'arrêt totaleμήκος στάσεως
transp., avia.distance d'accélération-arrêt utilisableδιαθέσιμη απόσταση επιτάχυνσης - ακινητοποίησης
transp.distance de visibilité d'arrêtμήκος ορατότητας για στάθμευση
transp.distance limite d'arrêtαπόλυτο ίχνος φρεναρίσματος
transp.distance limite d'arrêtαπόλυτη απόσταση φρεναρίσματος
transp., tech.distance relative d'arrêtσχετική απόσταση φρεναρίσματος
transp., avia.distance utilisable pour l'accélération-arrêtδιαθέσιμη απόσταση επιτάχυνσης - ακινητοποίησης
transp., avia.droit d'arrêt intermédiaireδικαίωμα ενδιάμεσης στάθμευσης
transp., chem.durée d'arrêtχρόνος στάθμευσης
transp., chem.durée d'arrêtδιάρκεια στάθμευσης
transp.durée d'arrêt en stationχρόνος αναμονής στη στάση
lawDécision-cadre relative au mandat d'arrêt européen et aux procédures de remise entre Etats membresΑπόφαση-πλαίσιο για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών
laweffets dans le temps de l'arrêtδιαχρονικά αποτελέσματα της αποφάσεως
transp.enceinte payante d'un arrêtείσοδος μόνο με εισιτήριο σε χώρο στάσης
IT, life.sc.espace arrêt-marcheδιάκενο εγγραφών
agric., construct.estacade d'arrêtποτάμιον ζεύγμα συγκρατήσεως
transp.exploitation avec desserte alternative des arrêtsσυγκοινωνία εναλλακτικών στάσεων
lawexpéditions des ordonnances et des arrêtsκεκυρωμένα αντίγραφα των Διατάξεων και αποφάσεων
lawexpéditions des ordonnances et des arrêtsκεκυρωμένα αντίγραφα των διατάξεων και αποφάσεων
lawexécution d'un arrêtεκτέλεση της δικαστικής απόφασης
lawexécution d'un arrêt de la Cour de Justiceεκτέλεση αποφάσεως του Δικαστηρίου
lawexécution mutuelle des mandats d'arrêtαμοιβαία εκτέλεση των ενταλμάτων σύλληψης
earth.sc., tech.facteur de récupération de pression d'arrêtσυντελεστής ανάκτησης ολικής πίεσης
transp., industr.feu d'arrêtφώτα πεδήσεως
transp., industr.feu d'arrêtφανός πέδησης
transp., el.feu de prolongement d'arrêtφως χώρου ακινητοποίησης
el.filtre d'arrêtφίλτρο αποκοπής
tech., el.filtre d'arrêtζωνοφρακτικό φίλτρο
tech., el.filtre d'arrêtφίλτρο αποκλεισμού ζώνης
polit., law, patents.former tierce-opposition contre les arrêtsασκώ τριτανακοπή κατά απόφασης
transp., mater.sc.formule avec arrêt du rotor en volδιάταξη με ανάσχεση του στροφείου στην πτήση
transp., el.freinage d'arrêtπέδηση στάθμευσης
transp., el.freinage d'arrêtπέδηση για στάθμευση
transp.freinage d'arrêt de précisionφρενάρισμα ακινητοποίησης σε ακριβές σημείο
el.grille d'arrêtπλέγμα πέδησης
el.grille d'arrêtκάθοδος
agric., construct.grille d'arrêt de mauvaises herbesεσχάρα συγκρατήσεως ζιζανίων
fish.farm.indemnité d'arrêtαποζημίωση παύσης
commun., ITinductance d'arrêtστραγγαλιστικό πηνίο
IT, dat.proc.instruction d'arrêt conditionnelεντολή περάτωσης υπό συνθήκη
ITinstruction d'arrêt facultatifπροαιρετική εντολή παύσης
lawinterprétation des arrêtsερμηνεία των αποφάσεων
el.interrupteur de marche-arrêtδιακόπτης ηλεκτροπαροχής
el.interrupteur de marche-arrêtδιακόπτης ισχύος
agric., el.interrupteur marche arrêtδιακόπτης ανοίγματος-κλεισίματος
el.isolateur d'arrêtτερματικός μονωτήρας
transp.jalon d'arrêtενδεικτική πινακίδα στάσης
transp.jalon d'arrêtπινακίδιο στάσης
lawjoindre aux fins de l'arrêtσυνεκδίκαση προς έκδοση κοινής αποφάσεως
lawjonction aux fins de la procédure écrite ou orale ou de l'arrêtσυνεκδίκαση προς διευκόλυνση της έγγραφης ή της προφορικής διαδικασίας ή προς έκδοση κοινής αποφάσεως
fish.farm.jour d'arrêtημέρα παύσης
lawl'arrêt a force obligatoireη απόφαση αποκτά ισχύ
lawl'arrêt de la Cour de justiceη απόφαση του Δικαστηρίου
lawl'arrêt est susceptible d'oppositionη απόφαση υπόκειται σε ανακοπή
lawla procédure de révision s'ouvre par un arrêtη διαδικασία της αναθεωρήσεως άρχεται δι'αποφάσεως
lawle prononcé de l'arrêtδημοσίευση δικαστικής απόφασης
polit., lawlecteur d'arrêtυπεύθυνος για τη γλωσσική επιμέλεια των αποφάσεων
lawlecture de l'arrêt ou de l'ordonnance en audience publiqueανάγνωση της αποφάσεως ή διατάξεως σε δημόσια συνεδρίαση
lawles arrêts de la Cour de justice ont force exécutoireοι αποφάσεις του Δικαστηρίου είναι εκτελεστές
polit., lawles arrêts sont lus en séance publiqueοι αποφάσεις απαγγέλλονται σε δημόσια συνεδρίαση
polit., lawles incidences de l'arrêt de la Courτα παρεμπιπτόντως κριθέντα ζητήματα της απόφασης του Δικαστηρίου
met., mech.eng.les vannes d'arrêt pour hautes pressions possèdent un pointeau en acier trempé et rectifiéοι βάνες διακοπής υψηλής πίεσης έχουν βελόνες από σκληρυμένο και ενισχυμένο χάλυβα
transp.levier d'arrêt automatique d'un trainμοχλός αυτόματης πέδησης αμαξοστοιχίας
transp.levier d'arrêt d'urgenceδιακόπτης αναγκαστικής στάσης
transp.levier d'arrêt d'urgenceμοχλός αναγκαστικής στάσης
transp.levier de commande d'arrêt automatiqueμπλοκάρισμα εκκίνησης με μηχανισμό τμηματικής απόστασης
agric.ligne d'arrêtδιάνοιξη ζώνης ασφαλείας
tech., met.liquide d'arrêtυγρό πώμα
tech., met.liquide d'arrêtυγρό ενσφράγισης
gen.logique d'arrêt après déclenchementλογικό σύστημα διακοπής της λειτουργίας μετά από αναγκαστική κράτηση
commun., transp.longueur d'accélération-arrêtαπόσταση επιτάχυνσης-ακινητοποίησης
law, lab.law.mainlevée de la saisie arrêt sur le salaireάρση της κατάσχεσης του μισθού
lawmandat d'arrêtένταλμα σύλληψης
lawmandat d'arrêtένταλμα συλλήψεως
econ.mandat d'arrêt européenευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης
comp., MSMarche/ArrêtΛειτουργία
lawmention en marge des arrêtsσημείωση στο περιθώριο των αποφάσεων
comp., MSmessage d'arrêtμήνυμα διακοπής
IT, el.mettre en mode d'attente par arrêt d'horlogeείσοδος σε κατάσταση αναμονής με διακοπή του χρονιστή
polit., lawminute de l'arrêtπρωτότυπο της αποφάσεως
IT, energ.ind.mode "arrêt"θέση εκτός λειτουργίας
commun., IT, el.mode arrêtκατάσταση εκτός λειτουργίας
comp., MSmode Arrêtκατάσταση διακοπής
commun.modulation d'amplitude par la grille d'arrêtδιαμόρφωση εύρους με χρήση της καταπιεστικής σχάρας
commun.modulation par la grille d'arrêtδιαμόρφωση εύρους με χρήση της καταπιεστικής σχάρας
lawmotifs de l'arrêtσκεπτικό της αποφάσεως
transp., nautic., fish.farm.navire à l'arrêt completνεκρή κατάσταση πλοίου
lawnon-exécution d'arrêts constatant un manquementμη εκτέλεση αποφάσεων περί αναγνωρίσεως παραβάσεως
el.note d'arrêt pour travauxαναλυτικό πρόγραμμα των προς εκτέλεση εργασιών
lawopposition contre l'arrêt par défautανακοπή κατά της ερήμην αποφάσεως
IT, dat.proc.opération arrêt/marcheκατάσταση λειτουργίας μη συνεχούς ροής
lawordonnance de saisie-arrêt spécialeεπιταγή κατασχέσεως εις χείρας τρίτου
transp.parcourir sans arrêtκινούμαι χωρίς στάση
transp.parcourir sans arrêtδιατρέχω χωρίς στάση
transp.parcours urbain comportant des arrêts fréquentsδιαδρομή σε αστική περιοχή με συχνές στάσεις
transp., mil., grnd.forc.pince d'arrêtμηχανισμός ασφαλίσεως
hobby, industr., construct.piqure d'arrêtαντίθετη βελονιά
industr., construct.piqûre d'arrêtπονταρισιά
industr., construct.piqûre d'arrêtποντάρισμα
earth.sc.point d'arrêtσημείο ανακοπής
earth.sc.point d'arrêtσημείο στασιμότητας ροής
IT, tech.point d'arrêtσημείο πάυσης
comp., MSpoint d'arrêtσημείο διακοπής
mater.sc.point d'arrêtσημείο κρατήσεως
comp., MSpoint d'arrêt enfantθυγατρικό σημείο διακοπής
hobbypointe d'arrêtαιχμή προφύλαξης που τοποθετείται στην άκρη ενός ξίφους
gen.politique d'arrêt de l'immigrationαντιμεταναστευτική πολιτική
commun., transp.position d'arrêtθέση στάθμευσης
commun., transp.position d'arrêtένδειξη στάθμευσης
commun., construct.position de l'arrêtθέση στάσεως
earth.sc., el.pouvoir d'arrêtαπώλεια ειδικής ενέργειας
earth.sc., mech.eng.pouvoir d'arrêt absoluβαθμός διηθήσεως
earth.sc., mech.eng.pouvoir d'arrêt absoluαπόλυτη ικανότητα διηθήσεως
earth.sc.pouvoir d'arrêt atomiqueενεργός διατομή πεδήσεως
earth.sc.pouvoir d'arrêt atomiqueανά άτομο ικανότης πεδήσεως
earth.sc.pouvoir d'arrêt linéique par radiationγραμμική ισχύς πέδησης λόγω εκπομπής ακτινοβολίας
earth.sc.pouvoir d'arrêt massique par collisionsμαζική ισχύς πέδησης λόγω κρούσεων
earth.sc.pouvoir d'arrêt massique par radiationμαζική ισχύς πέδησης λόγω εκπομπής ακτινοβολίας
earth.sc., mech.eng.pouvoir d'arrêt nominalονομαστική ικανότητα διηθήσεως
earth.sc., mech.eng.pouvoir d'arrêt relatifαπόδοση φίλτρου
earth.sc.pouvoir d'arrêt total atomiqueολική ανά άτομο ικανότητα πεδήσεως
earth.sc.pouvoir d'arrêt total linéiqueολική γραμμική ικανότητα πεδήσεως
earth.sc.pouvoir d'arrêt total massiqueολική μαζική ικανότητα πεδήσεως
earth.sc.pression d'arrêtπίεση στασιμότητας
earth.sc.pression d'arrêtπίεση ανακοπής
earth.sc., transp.pression d'arrêtολική πίεση
earth.sc., transp.pression d'arrêtπίεση πιτότ
social.sc., fish.farm.prime d'arrêt définitifπριμοδότηση οριστικής παύσης
polit., lawprononcé de l'arrêtδημοσίευση της απόφασης
el.pylône d'arrêtπυλώνας ακραίος
el.pylône d'arrêtπυλώνας τέλους
el.pylône d'arrêtτερματικός πυλώνας
transp., mech.eng.pédale d'arrêtπηδάλιο επιβράδυνσης
law, insur.période d'arrêt de travailπερίοδος διακοπής της εργασίας
el.reactivite a l'arretαντιδραστικότητα κατά την κράτηση
industr., construct., chem.registre d'arrêt de couléeBυθιζόμενο τάμπερMηχ.Διαμαντέ
gen.remettre un certificat d'arrêt de travailχορηγώ ένα πιστοποιητικό διακοπής της εργασίας
met.reprise de la soudure (apres un arretτο σημείο επανενάρξεως της συγκολλήσεως
met.reprise du soudage (apres un arretεπανένταξη της συγκολλήσεως
lawrequête de rectification de l'arrêtαίτηση διόρθωσης της απόφασης
lawrequête de rectification de l'arrêtαίτηση ερμηνείας της απόφασης
lawrequête d'interprétation de l'arrêtαίτηση ερμηνείας της απόφασης
lawrequête d'interprétation de l'arrêtαίτηση διόρθωσης της απόφασης
transp., mech.eng.robinet d'arrêtκρουνός
transp., polit.robinet d'arrêtδικλείδα απομόνωσης
transp., mech.eng.robinet d'arrêtστρόφιγγα διακοπής
transp., mech.eng.robinet d'arrêtγωνιώδης κρουνός
transp., mech.eng.robinet d'arrêtδιακόπτης
chem.robinet d'arrêtστρόφιγγα
earth.sc., mech.eng.robinet d'arrêt au refoulementβαλβίδα παύσης της κατάθλιψης
transp.robinet d'arrêt carburantπαύση παροχής καυσίμου
transp., mech.eng.robinet d'arrêt de freinδιακόπτης αλλαγής αέρα
transp., mech.eng.robinet d'arrêt de freinβαλβίδα αλλαγής αέρα
industr., construct.ruban d'arrêtέξτραφορ
stat.règle d'arrêtκανόνας διακοπής
math.règle d'arrêtδιακοπή κανόνας
stat.règle d'arrêt optimaleβέλτιστος σταματώντας κανόνας
met.réapparition de la zone basaltique après arrêt de l'agitationεπανεμφάνιση της βασαλτικής ζώνης μετά την παύση της ανάδευσης
med.région d'arrêtσήμα τερματισμού
earth.sc., mech.eng.régulation par marche-arrêt en fonction de la pressionαυτόματος ρυθμιστής πίεσης
earth.sc., mech.eng.régulation par marche-arrêt en fonction de la pressionON-OFF
transp., mech.eng.sabot d'arrêtκινητό πέδιλο στάθμευσης
agric., mech.eng.sabot d'arrêtσφην,τάκος
law, market.saisie-arrêtκατάσχεση
lawsaisie-arrêtκατάσχεση και απόδοση
lawsaisie-arrêtκατάσχεση εις χείρας τρίτου
lawsaisie-arrêtσυντηρητική κατάσχεση
lawsaisie-arrêt exécutionκατάσχεση και απόδοση
law, unions.saisie-arrêt sur le salaireκατάσχεση μισθού
law, unions.saisie-arrêt sur le traitementκατάσχεση μισθού
polit., lawsceller la minute de l'arrêtσφραγίζεται το πρωτότυπο της αποφάσεως
commun., construct.section d'arrêt de sécuritéελάχιστη απόσταση φρεναρίσματος
lawsens et portée d'un arrêtέννοια και έκταση των αποτελεσμάτων μιας αποφάσεως
stat., scient., el.signal d'arrêtσήμα στάσης
commun., transp.signal d'arrêtσηματοδότης στάσης
commun., transp.signal d'arrêtστοπ
stat., scient., el.signal d'arrêtστοιχείο παύσης
stat., scient., el.signal d'arrêtσήμα λήξεως
commun., transp.signal d'arrêt absoluσήμα στάθμευσης μη παραβιάσιμο
stat., scient., el.signal d'arrêt dans le système arythmiqueσήμα λήξεως
stat., scient., el.signal d'arrêt dans le système arythmiqueσήμα στάσης
stat., scient., el.signal d'arrêt dans le système arythmiqueστοιχείο παύσης
commun.signal d'arrêt d'émissionσήμα διακοπής αποστολής
commun., transp.signal d'arrêt franchissableπαραβιάσιμο σήμα στάθμευσης
commun., transp.signal d'arrêt non franchissableσήμα στάθμευσης μη παραβιάσιμο
commun., transp.signal d'arrêt permissifπαραβιάσιμο σήμα στάθμευσης
met.somme des temps de decroissance de l effort de remontee de l electrode et d arretδιάρκεια παραμονής
ITsystème "arrêt sur consigne"σύστημα "στάσης κατόπιν εντολής"
ITsystème "arrêt sur contact"σύστημα "στάσης κατόπιν επαφής"
gen.système d'arrêtσύστημα για τη θέση εκτός λειτουργίας
chem.système d'arrêt chimiqueχημικό σύστημα για τη θέση εκτός λειτουργίας
commun., transp.tableau d'arrêt pour les rames de manoeuvreπινακίδα ορίου ελιγμών
met.TEMPS d'arretχρόνος παύσεως στο άνω σημείο του κύκλου
transp.temps d'arrêtχρονική διάρκεια στάσης
ITtemps d'arrêtχρόνος σταματήματος
forestr.temps d'arrêtχρόνος μη διαθεσιμότητας
transp.temps d'arrêtχρόνος εξάντλησης
forestr.temps d'arrêtχρόνος διακοπής
earth.sc., mech.eng.temps d'arrêtχρόνος ακινητοποίησης
industr.temps d'arrêt des machinesπροσωρινή διακοπή της παραγωγής
transp.temps d'arrêt du navireχρόνος ανάσχεσης κίνησης πλοίου
transp.temps d'arrêt du navireαπαιτούμενος χρόνος για την ακινητοποίηση πλοίου
med.temps d'arrêt respiratoireαναπνευστική παύλα
transp.temps de parcours sans les temps d'arrêtχρόνος διαδρομής
tech., mech.eng.temps prévu pour l'arrêt des étincellesπροβλεπόμενος χρόνος για το σταμάτημα των σπινθήρων
earth.sc.température d'arrêt adiabatiqueολική θερμοκρασία
el.tension d'arrêtτελικό δυναμικό
el.tension d'arrêtδυναμικό διακοπής
industr., construct.tige d'arrêtπείρος αναστολής
commun., transp.timbre de la gare d'arrêtσφραγίδα σταθμού στάσης
commun., transp.timbre de la gare d'arrêtσφραγίδα σταθμού διακοπής
agric.toile d'arrêtεκτροπέας
agric.toile d'arrêtπλάκα εκτροπής
comp., MStouche Arrêt défilπλήκτρο SCROLL LOCK
IT, dat.proc.transmission en arrêt/marcheκατάσταση λειτουργίας μη συνεχούς ροής
transp., mater.sc.trou d'arrêt de criqueοπή ανάσχεσης ρωγμής
chem., el.tube d'arrêt de fissureαγωγός ενίσχυσης
chem., el.tube d'arrêt de fissureαγωγός αναστολής ρωγμών
IT, transp., tech.télécommande d'arrêt d'urgenceδιακοπή εκτάκτου ανάγκης εξ αποστάσεως
IT, dat.proc.valeur d'arrêtτιμή τερματισμού
IT, dat.proc.valeur d'arrêtτιμή διεκπεραίωσης
mater.sc.valve d'arrêtβαλβίδα έμφραξης
mater.sc.valve d'arrêtεσωτερική βαλβίδα
gen.vanne d'arrêtβαλβίς ελέγχου
immigr., transp., avia.visa d'arrêt-séjourθεώρηση διέλευσης με δικαίωμα στάσης
immigr.visa de transit sans arrêtθεώρηση διέλευσης χωρίς δικαίωμα στάσης
earth.sc.zone d'arrêtπεριοχή στασιμότητας
earth.sc.zone d'arrêtπεριοχή ανακοπής
health.électrocution avec arrêt cardiaqueηλεκτροπληξία με καρδιακή ανακοπή
stat., scient., el.élément d'arrêtσήμα στάσης
stat., scient., el.élément d'arrêtσήμα λήξεως
stat., scient., el.élément d'arrêtστοιχείο παύσης
industr.équipement d'arrêt d'urgenceεξοπλισμός έκτακτης διακοπής
Showing first 500 phrases