Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Albanian
Amharic
Arabic
Armenian
Assamese
Azerbaijani
Basque
Bengali
Bosnian
Bosnian cyrillic
Bulgarian
Catalan
Chinese
Chinese Taiwan
Chinese simplified
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Esperanto
Estonian
Filipino
Finnish
Galician
Georgian
German
Greek
Gujarati
Hausa
Hebrew
Hungarian
Icelandic
Igbo
Indonesian
Inuktitut
Irish
Italian
Japanese
Kannada
Kazakh
Khmer
Kinyarwanda
Konkani
Korean
Kyrgyz
Lao
Latvian
Lithuanian
Luxembourgish
Macedonian
Malay
Malayalam
Maltese
Maori
Marathi
Nepali
Norwegian
Norwegian Bokmål
Odia
Pashto
Persian
Polish
Portuguese
Punjabi
Quechuan
Romanian
Russian
Serbian Latin
Sesotho sa leboa
Sinhala
Slovak
Slovene
Spanish
Swahili
Swedish
Tamil
Tatar
Telugu
Thai
Tswana
Turkish
Turkmen
Ukrainian
Urdu
Uzbek
Vietnamese
Welsh
Wolof
Xhosa
Yoruba
Zulu
Terms
for subject
Marketing
containing
actif
|
all forms
|
exact matches only
French
Greek
actif
amortissable
αποσβέσιμο ενεργητικό
actif
circulant net
κεφάλαια κίνησης
actif
circulant net
καθαρό κεφάλαιο κίνησης
actif
comptable
λογιστικό ενεργητικό
actif
de portefeuille
περιουσιακά στοιχεία χαρτοφυλακίου
actif
disponible ou négociable à très court terme
μετρητά και άλλα στοιχεία ενεργητικού άμεσα ρευστοποιήσιμα
actif
d'ouverture
αρχικά περιουσιακά στοιχεία
actif
défectible
εξαντλήσιμοι πόροι
actif
défectible
εξαντλήσιμες πρώτες ύλες
actif
dégradable
φθίνων χρηματιστηριακός τίτλος
actif
dégradable
φθίνων χρεώγραφο
actif
en portefeuille
περιουσιακά στοιχεία χαρτοφυλακίου
actif
fictif
εικονικό ενεργητικό
actif
monétaire
χρηματικά περιουσιακά στοιχεία
actif
monétaire
χρηματικά διαθέσιμα
actif
net de l'entreprise
καθαρό ενεργητικό της επιχείρησης
actif
net d'exploitation
καθαρό κεφάλαιο εκμετάλλευσης
actif
net réel
μετοχές ή συμμετοχές με δικαίωμα μερίσματος μετά την ικανοποίηση των προνομιούχων μετοχών
actif
non monétaire
μη νομισματικό στοιχείο ενεργητικού
actif
risqué
επισφαλές ενεργητικό
actif
réel
πραγματικά στοιχεία ενεργητικού
actif
réel
πραγματικά περιουσιακά στοιχεία
actif
sans risque
ενεργητικό χωρίς κίνδυνο
actif
sans risque
ασφαλές ενεργητικό
actif
sensible aux variations de taux
στοιχείο ενεργητικού ευαίσθητο στις διακυμάνσεις των επιτοκίων
actif
soumis à l'amortissement linéaire
στοιχείο ενεργητικού που αποσβέννυται με βάση γραμμική απόσβεση
actif
transitoire
προκαταβληθείσες δαπάνες
actifs
à risques pondérés
στοιχεία σταθμισμένα κατά τον κίνδυνο του ενεργητικού
audit des
actifs
έλεγχος των περιουσιακών στοιχείων
augmentation des
actifs
αύξηση του ενεργητικού
augmentation des
actifs
αύξηση
augmentation sur postes
actifs
αύξηση
augmentation sur postes
actifs
αύξηση του ενεργητικού
charges portées à l'
actif
κεφαλοποιημένες δαπάνες
Comité du perfectionnement
actif
Eπιτροπή Tελειοποιήσεως προς Eπανεξαγωγή
Comité du perfectionnement
actif
Eπιτροπή Tελειοποίησης για Eπανεξαγωγή
compte d'
actif
λογαριασμός ενεργητικού
compte de régularisation
actif
/passif
λογαριασμοί διακανονισμών ενεργητικού/παθητικού
coût de remplacement de l'
actif
κόστος αντικατάστασης στοιχείου ενεργητικού
dotations aux provisions pour dépréciation des
actifs
circulants
προβλέψεις ζημίας τρεχούμενων στοιχείων
inflation spécifique aux
actifs
πληθωρισμός που αντιστοιχεί σε στοιχείο ενεργητικού
inflation spécifique aux
actifs
συγκεκριμένος πληθωρισμός για στοιχείο ενεργητικού
inflation spécifique aux
actifs
ενεργητικό πληθωρισμού
investissement en
actifs
επένδυση σε στοιχεία ενεργητικού
investissements en
actifs
fixes
επενδύσεις κεφαλαιουχικών αγαθών
plus-value d'
actif
υπεραξία
plus-value d'
actif
υπεραξία ενεργητικού
plus-value d'
actif
υπεραξία κεφαλαίου
plus-value d'
actif
κεφαλαιακό κέρδος
provisions réglementées relatives aux autres éléments de l'
actif
ειδικές προβλέψεις άλλων στοιχείων του ενεργητικού
regrouper les droits ou
actifs
συγκεντρώνουν τα διακαιώματα ή στοιχεία ενεργητικού
rendement de l'
actif
net moyen
απόδοση της μέσης καθαρής αξίας του ενεργητικού
reprises sur provisions pour dépréciation des
actifs
circulants
προβλέψεις υποτίμησης ενεργητικών στοιχείων
revenu d'investissement en
actif
immobilisé
εισόδημα από επένδυση παγίου ενεργητικού
règlement intégral en
actifs
πλήρης διακανονισμός στοιχείων ενεργητικού
solde
actif
ενεργητικό υπόλοιπο
solde
actif
πιστωτικό υπόλοιπο
valeur recouvrable de l'
actif
ανακτήσιμο ποσόν του στοιχείου ενεργητικού
valeur à porter à l'
actif
αξίες προς κεφαλοποίηση
évaluation des
actifs
à la valeur actuelle
αποτίμηση στοιχείων ενεργητικού του δικτύου σε τρέχουσα αξία
Get short URL