DictionaryForumContacts

   French
Terms for subject Electronics containing actif | all forms | exact matches only
FrenchGreek
afficheur actifενεργητική ένδειξη
bloc actifΕνεργό τμήμα
canal sémaphore actifενεργός ζεύξη σηματοδοσίας
canal sémaphore à l'état actifενεργός ζεύξη σηματοδοσίας
capteur de microondes actifενεργητικός αισθητήρας μικροκυμάτων
circuit optique,monolithique ou hybride,constitué de composants actifs ou passifs,utilisé pour le couplage entre des dispositifs optoélectroniques et ayant des fonctions de traitement du signalολοκληρωμένο οπτικό κύκλωμα
coeur actifκαρδιά του αντιδραστήρος
composant actifΕνεργό στοιχείο κυκλώματος
coupleur en Té actifενεργός προσαρμοστής T
coupleur optique actifενεργός οπτοζεύκτης
courant actifενεργό ρεύμα
courant actifβατικό ρεύμα
courant actifαποτελεσματικό ρεύμα
diagnostic actifενεργητική διαγνωστική
filtre actif à semiconducteurενεργό φίλτρο από ημιαγωγούς
filtre actif à transistorενεργό φίλτρο από τρανζίστορ
filtre RC tripolaire actifενεργό φίλτρο RC με τρεις πόλους
fluide actifψυκτικό μέσο
le pic de la courbe anodique correspond au courant maximal à l'état actifη κορυφή της ανοδικής καμπύλης αντιστοιχεί στο μέγιστο ρεύμα στην ενεργό κατάσταση
milieu actifενεργό μέσο
milieu actif du laserενεργό μέσο λέιζερ
milieu actif du laserπηγή λέιζερ
milieu actif du laserεκπομπέας λέιζερ
répartiteur actifπαθητικός διασταυρωτής
répartiteur actifενεργός διασταύρωση
réseau actifενεργό κύκλωμα
réseau actifενεργό δίκτυο
réseau actif en phaseενεργητική κεραιοστοιχία σε φάση
réseau équivalent actifισοδύναμο ενεργό δίκτυο
suceur actif sur batterieενεργό ρύγχος τροφοδοτούμενο από ηλεκτρικό συσσωρευτή
système actif d'amortissement de la nutationενεργητικό σύστημα απόσβεσης κλόνησης
transit actifενεργός ισχύς
actifενεργός προσαρμοστής T
volume actifΕνεργός όγκος
élément actifΕνεργό στοιχείο κυκλώματος
élément actifενεργός κεραία
élément actifπρωτεύων ακτινοβολητής
élément actifδιεγειρόμενη κεραία
élément actifδιεγέρτης