Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Czech
English
French
German
Greek
Italian
Portuguese
Russian
Spanish
Swedish
Terms
for subject
Employment
containing
D
|
all forms
|
exact matches only
French
Greek
bassin
d
'emploi
περιοχή απασχόλησης
Convention concernant la protection du droit
d
'organisation et les procédures de détermination des conditions d'emploi dans la fonction publique
Σύμβαση για την προστασία του δικαιώματος οργάνωσης και τις διαδικασίες καθορισμού των όρων απασχόλησης στη δημόσια διοίκηση
Convention concernant les conditions
d
'emploi des travailleurs des plantations
ΔΣΕ 110: Για τις συνθήκες απασχόλησης των εργαζομένων στις φυτείες
création nette
d
'emplois
καθαρή αύξηση της απασχόλησης
création nette
d
'emplois
καθαρή αύξηση θέσεων απασχόλησης
demandeur
d
'emploi
ο αναζητών εργασία
demandeur
d
'emploi
άτομο που αναζητεί εργασία
formation en cours
d
'emploi
επαγγελματική κατάρτιση κατά την εργασία
matelot faisant partie
d
'une équipe de quart
κατώτερος ναυτικός που συμμετέχει σε τήρηση φυλακής
place
d
'apprenti
θέση μαθητευόμενου
Programme
de
recherche et d'actions sur l'évolution du marché de l'emploi
Πρόγραμμα έρευνας και δράσεων για την εξέλιξη της αγοράς εργασίας
Réseau européen
d
'échange d'informations sur le développement local et les initiatives locales d'emploi
Ευρωπαϊκό σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για την τοπική ανάπτυξη και τις τοπικές πρωτοβουλίες για την απασχόληση
Réseau européen
d
'échange d'informations sur le développement local et les initiatives locales d'emploi
Ευρωπαϊκό δίκτυο ανταλλαγής πληροφοριών όσον αφορά την τοπική ανάπτυξη και τις τοπικές πρωτοβουλίες δημιουργίας θέσεων απασχόλησης
taux
d
'activation
ποσοστό ενεργοποίησης
zone
d
'emploi
περιοχή απασχόλησης
Get short URL