DictionaryForumContacts

   Greek
Terms containing ληστεία | all forms
SubjectGreekSpanish
crim.law.ένοπλη ληστεία και κλοπήrobo con uso de armas
crim.law.οργανωμένη ληστείαrobo organizado
commun., ITσημαία ληστείαςindicador de usuario no autorizado
gen.Στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα συμβάλει στην αποτροπή, στην πρόληψη και στην καταστολή των πειρατικών επιθέσεων και των ένοπλων ληστειών στα ανοικτά των ακτών της ΣομαλίαςOperación Atalanta
gen.Στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα συμβάλει στην αποτροπή, στην πρόληψη και στην καταστολή των πειρατικών επιθέσεων και των ένοπλων ληστειών στα ανοικτά των ακτών της ΣομαλίαςOperación Militar de la Unión Europea destinada a contribuir a la disuasión, prevención y la represión de los actos de piratería y del robo a mano armada frente a las costas de Somalia
gen.Στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα συμβάλει στην αποτροπή, στην πρόληψη και στην καταστολή των πειρατικών επιθέσεων και των ένοπλων ληστειών στα ανοικτά των ακτών της ΣομαλίαςAtalanta