Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Chinese
Czech
Danish
English
French
German
Italian
Portuguese
Spanish
Terms
containing
ληστεία
|
all forms
Subject
Greek
Spanish
crim.law.
ένοπλη
ληστεία
και κλοπή
robo con uso de armas
crim.law.
οργανωμένη
ληστεία
robo organizado
commun., IT
σημαία
ληστείας
indicador de usuario no autorizado
gen.
Στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα συμβάλει στην αποτροπή, στην πρόληψη και στην καταστολή των πειρατικών επιθέσεων και των ένοπλων
ληστειών
στα ανοικτά των ακτών της Σομαλίας
Operación Atalanta
gen.
Στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα συμβάλει στην αποτροπή, στην πρόληψη και στην καταστολή των πειρατικών επιθέσεων και των ένοπλων
ληστειών
στα ανοικτά των ακτών της Σομαλίας
Operación Militar de la Unión Europea destinada a contribuir a la disuasión, prevención y la represión de los actos de piratería y del robo a mano armada frente a las costas de Somalia
gen.
Στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα συμβάλει στην αποτροπή, στην πρόληψη και στην καταστολή των πειρατικών επιθέσεων και των ένοπλων
ληστειών
στα ανοικτά των ακτών της Σομαλίας
Atalanta
Get short URL