DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Communications containing χαρακτηριστικό | all forms
GreekSpanish
βασικό χαρακτηριστικό εκχώρησης συχνότηταςcaracterística fundamental de una asignación de frecuencia
γνώρισμα γνησιότητας; χαρακτηριστικό ασφάλειαςmedida de protección
γνώρισμα γνησιότητας; χαρακτηριστικό ασφάλειαςmedida de seguridad
γνώρισμα γνησιότητας; χαρακτηριστικό ασφάλειαςelemento de seguridad
προαιρετικό χαρακτηριστικόprestación opcional
φυσικό χαρακτηριστικό της εγκατάστασηςparticularidad física de la instalación
χαρακτηριστικό αναγνώρισης πολλαπλών τερματικών σημείων σύνδεσηςidentificador de punto extremo múltiple de conexión
χαρακτηριστικό αναγνώρισης πρωτοκόλλου ενός στρώματοςidentificador de protocolo de una capa
χαρακτηριστικό αναγνώρισης πρωτοκόλλου ενός στρώματοςidentificador de protocolo N
χαρακτηριστικό αναγνώρισης σύνδεσης πρωτοκόλλων στρώματοςidentificador de conexión de protocolo de una capa
χαρακτηριστικό αναγνώρισης σύνδεσης πρωτοκόλλων στρώματοςidentificador de conexión de protocolo N
χαρακτηριστικό αναγνώρισης σύνδεσης υπηρεσιών ενός στρώματοςidentificador de conexión del servicio de una capa
χαρακτηριστικό αναγνώρισης σύνδεσης υπηρεσιών ενός στρώματοςidentificador de conexión del servicio N
χαρακτηριστικό αναγνώρισης της σύνδεσης τερματικών σημείωνστρώματοςidentificador de punto extremo de conexión de una capa
χαρακτηριστικό αναγνώρισης της σύνδεσης τερματικών σημείωνστρώματοςidentificador de punto extremo de conexión N
χαρακτηριστικό γνώρισμαatributo
χαρακτηριστικό διόρθωσηςcaracterística de corrección
χαρακτηριστικό κλήσεως αεροσκάφουςdistintivo de llamada de aeronave
χαρακτηριστικό λειτουργίαςcaracterística del servicio
χαρακτηριστικό μέγεθοςmagnitud característica
χαρακτηριστικό υπέρυθρο σήμαsignatura infrarroja
χαρακτηριστικό υπέρυθρο σήμαfirma infrarroja