Greek | Spanish |
άμελγμα με το χέρι | ordeño a mano |
άμελγμα με το χέρι | ordeño manual |
άμελγμα με το χέρι | ordeno a mano |
άμελξη με το χέρι | ordeno a mano |
άνισον το αστεροειδές | anís estrellado (Illicum verum) |
άπιον το βαρύοσμον ποικ.σικελινόν | apio pequeno (Apium graveolens var.secalinum) |
άπιον το βαρύοσμον ποικ.σικελινόν | apio para cortar (Apium graveolens var.secalinum) |
άρμεγμα με το χέρι | ordeño a mano |
άρμεγμα με το χέρι | ordeño manual |
άρμεγμα με το χέρι | ordeno a mano |
άροση περιστροφική από την περιφέρεια προς το κέντρο | labor en redondo hacia el centro |
άροση περιστροφική από την περιφέρεια προς το κέντρο | labor en redondo abriendo |
άροση περιστροφική από το κέντρο προς την περιφέρεια | labor en redondo hacia la periferia |
άροση περιστροφική από το κέντρο προς την περιφέρεια | labor en redondo cerrando |
άροτρο για καλλιέργεια της λωρίδας του εδάφους κάτω από τα κλήματα της αμπέλου,με ανιχνευτές οι οποίοι λαμβάνουν κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | arado descaballonador con palpador accionado por la toma de fuerza |
άροτρο που αναστρέφει το χώμα αριστερά | arado con volteo a la izquierda |
άροτρο που αναστρέφει το χώμα δεξιά | arado con volteo a la derecha |
έλεγχος "από την αρχή ως το τέλος" | control "de principio a fin" |
έξοδος νερού πάνω από το έδαφος | hidrante superficial |
έξοδος του αρότρου από το έδαφος | salida del arado |
έξοδος του αρότρου από το έδαφος | desenterramiento del arado |
αγαρικόν το κηπευτικόν | seta comestible (Agaricus bisporus, Agaricus campestris edulis) |
αγαρικόν το κηπευτικόν | seta (Agaricus bisporus, Agaricus campestris edulis) |
αγαρικόν το κηπευτικόν | hongo cultivado (Agaricus bisporus, Agaricus campestris edulis) |
αγαρικόν το κηπευτικόν | hongo comestible (Agaricus bisporus, Agaricus campestris edulis) |
αγαρικόν το κηπευτικόν | champiñón de Paris (Agaricus bisporus, Agaricus campestris edulis) |
αγαρικόν το κηπευτικόν | champiñón (Agaricus bisporus, Agaricus campestris edulis) |
αγρόπυρον το έρπον | grama (Agropyrum repens, Cynocon dactylon) |
αιωρούμενος διασκορπιστής κομμένων λωρίδων χόρτου που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | esparcidora de andanas oscilante |
αλεύρι από το οποίο έχει αφαιρεθεί το λάδι | harina desengrasada |
αναποδογυρίζει το έδαφος | voltear la tierra |
αναποδογυρίζει το έδαφος | invertir la tierra |
αναστρεπτήρας που αναστρέφει το χώμα αριστερά | vertedera con volteo a la izquierda |
αναστρεπτήρας που αναστρέφει το χώμα αριστερά | vertedera a izquierdas |
αναστρεπτήρας που αναστρέφει το χώμα δεξιά | vertedera con volteo a derechas |
αναστρεπτήρας που αναστρέφει το χώμα δεξιά | vertedera a derechas |
αντισταθμίζει το εισόδημα που θα χάνουν οι γεωργοί ... | compensar la pérdida de renta de los agricultores |
αντιστρέφει το έδαφος | voltear la tierra |
αντιστρέφει το έδαφος | invertir la tierra |
αντλία με λήψη ισχύος από το P.T.O. | bomba accionada por la toma de fuerza |
απομάκρυνση κοπριάς από το σταύλο | evacuación del estiércol |
απομάκρυνση κοπριάς από το σταύλο | retirada del estiércol |
απομάκρυνση κοπριάς από το σταύλο | eliminación del estiércol |
απόσταξη με το χέρι | escurrido a mano |
αραίωμα με το χέρι | entresaca |
αραίωμα με το χέρι | aclareo manual |
αραιώνω με το χέρι | aislar plantas a mano |
αρνόγλωσσο το μείζον | llantén (Plantago major) |
αυγό με το κέλυφός του | huevo con cascarón |
αυγό χωρίς το κέλυφός του | huevos sin cáscara |
αφαίρεση των εντόμων με το χέρι | recoger insectos a mano |
αφαίρεση των εντόμων με το χέρι | desinsectar a mano |
αφαιρώ το κεφάλι | descabezar |
βατράχιον το ήμερον ποικ.ριζώδες | rabanito (Raphanus sativus var. radicula, Raphanus sativus var. sativus) |
βατράχιον το ήμερον ποικ.ριζώδες | rabanillo (Raphanus sativus var. radicula, Raphanus sativus var. sativus) |
βιομηχανία με βάση το δάσος | sector de la madera |
βιομηχανία με βάση το δάσος | sector forestal |
βιομηχανία με βάση το δάσος | industria de la madera |
βλάβες εις το κάμβιον λόγω πυρκαϊάς | quemadura |
βλαστοί προερχόμενοι από το υποκείμενο του εμβολιασμού | bravío |
βλαστοί προερχόμενοι από το υποκείμενο του εμβολιασμού | bravo |
βοοειδές το οποίο εκτρέφεται με χορτονομή | vacuno alimentado con pasto |
βοσκή με βάση το τριφύλλι | pastoreo a base de trébol |
βουτυρόσπερμον το πάρκειον | árbol mantequero (Butyrospermum parkii) |
βούτυρο που βγήκε από το απόθεμα | mantequilla salida de existencias |
γάλα από το ένα τέταρτο του μαστού | leche obtenida de un cuarto de la ubre |
γάλα που προορίζεται για την παρασκευή προϊόντων με βάση το γάλα | leche destinada a la elaboración de productos lácteos |
γνωσιγευστική δοκιμασία με ν το πλήθος δείγματα | prueba de degustación a n vasos |
γοσσύπιον το βαρβαδινόν | algodon de las Indias Occidentales (Gossypium barbadense) |
γοσσύπιον το βαρβαδινόν | algodon Sea Island (Gossypium barbadense) |
δίχτυ προστασίας από το χαλάζι | red antigranizo |
δαύκος το καρωτόν | zanahoria (Daucus carota l, Daucus carota spp.sativus) |
διάκενο κάτω από το σημείο ανάρτησης του πλαισίου ζεύξης | altura de la torreta |
διάμετρος εις το στηθιαίον ύψος | diámetro a la altura del pecho |
διάμετρος εις το ύψος του ανθρώπου | diámetro a la altura del pecho |
διακανονισμός για το βόειο κρέας | Acuerdo de la carne de bovino |
διαλογή των νεοσσών ανάλογα με το φύλλο | sexado de polluelos |
διανομή με το χέρι | distribución de alimentos a mano |
Διεθνές Ίδρυμα Έρευνας για το Ρύζι | Instituto Internacional de Investigación sobre el Arroz |
Διεθνές Ίδρυμα Έρευνας για το Ρύζι | Instituto Internacional de Investigaciones sobre el Arroz |
διεθνής οργανισμός για το φυσικό καουτσούκ | Organización Internacional del Caucho Natural |
Διεθνής Συμφωνία για το Ελαιόλαδο | Acuerdo Internacional sobre el Aceite de Oliva |
Διεθνής Συμφωνία για το Ελαιόλαδο και τισ Επιτραπέζιες Ελιές | Convenio internacional del aceite de oliva y de las aceitunas de mesa |
Διεθνής Συμφωνία για το Ελαιόλαδο και τισ Επιτραπέζιες Ελιές | Acuerdo internacional sobre el aceite de oliva y aceitunas de mesa |
διεθνής συμφωνία για το κακάο | Convenio internacional del cacao |
δοκιμή πήξης με το δάχτυλο | ensayo manual de coagulación |
δοχείο για το κτύπημα για την παρασκευή γαλακτώματος | batidora para emulsionar |
δούριον το ζιβεθινόν | durion (Durio zibethinus) |
εις το πρέμνον | subpiso |
εις το πρέμνον,εις τον τράχηλον,εις το στέλεχος | por el tocón |
εις το ύψος πρέμνου | a la altura del to con |
εκφορτωτική μηχανή από το κάτω μέρος του σιρού | desensiladora inferior |
εκφορτωτική μηχανή από το κάτω μέρος του σιρού | descargador inferior |
εκφορτωτική μηχανή από το κάτω μέρος του σιρού | fresadora de descarga |
εκφορτωτική μηχανή από το κάτω μέρος του σιρού | descargador de base |
εξαγωγή από το δοχείο | descube |
εξοπλισμός για το πλύσιμο των χεριών | instalación para el lavado de manos |
επίθυμον το ευρωπαϊκόν | cuscuta europea (Cuscuta europaea) |
επίθυμον το ευρωπαϊκόν | cabellos de Venus (Cuscuta europaea) |
επιστροφές για το βοδινό κρέας | restitución por carne de vacuno |
Επιτροπή για το βιολογικό τρόπο παραγωγής γεωργικών προϊόντων και τις σχετικές ενδείξεις στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής | Comité permanente de agricultura ecológica |
Επιτροπή για το βιολογικό τρόπο παραγωγής γεωργικών προϊόντων και τις σχετικές ενδείξεις στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής | Comité de la producción agrícola ecológica y su indicación en los productos agrarios y alimenticios |
Επιτροπή για τον κανονισμό σχετικά με τους όρους εισαγωγής γεωργικών προϊόντων καταγωγής τρίτων χωρών μετά το ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ | Comité de control de las condiciones de importación de productos agrícolas originarios de terceros países como consecuencia del accidente ocurrido en la central de Chernobil |
επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το βόειο κρέας | Comité de gestión de las organizaciones comunes del mercado agrario - carne de vacuno |
επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα | Comité de gestión de las organizaciones comunes del mercado agrario - leche y productos lácteos |
επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το κρέας αιγοπροβάτων | Comité de gestión de las organizaciones comunes del mercado agrario - carne de ovino y caprino |
επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το λίνο και την κάνναβη | Comité de gestión de las organizaciones comunes del mercado agrario - lino y cáñamo |
επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το λυκίσκο | Comité de gestión de las organizaciones comunes del mercado agrario - lúpulo |
επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με το χοίρειο κρέας | Comité de gestión de las organizaciones comunes del mercado agrario - carne de porcino |
Εποπτικό Συμβούλιο για το Sherry και την Manzanilla | Consejo regulador de Jerez-Xérès-Sherry y Manzanilla |
εργαλείο για το καθάρισμα των οπλών | pujavante |
εργαλείοτσεκούριγια το κόψιμο του γκαζόν | herramienta para cortar el césped |
εργαλείο για το λιμάρισμα των οπλών | legron |
εργαλείο για το ξύσιμο της φλούδας | rascador de corteza |
εργαλείο για το φύτεμα | varilla de repicar |
εργαλείο για το φύτεμα | barrena |
εργαλείο για το φύτεμα | barrón |
εργαλείο για το φύτεμα | balla |
εργαλείο για το φύτεμα | plantador |
εργαλείο για το φύτεμα | pico |
εργαλείο για το φύτεμα | bullón |
εργαλείο για το φύτεμα | almocafre |
εργαλείο για το ψαλίδισμα των οπλών | cizallas para los cascos |
εργαλείο που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | accionado por la toma de fuerza |
Ευρωπαϊκό συνέδριο για το μέλλον του αγροτικού κόσμου | Coloquio europeo sobre el porvenir del mundo rural |
ηδύσαρον το στεφανοφόρο | sulla (Hedysarum coronarium L, Hedysarum coronarium) |
ηδύσαρον το στεφανοφόρο | zulla (Hedysarum coronarium L, Hedysarum coronarium) |
ηδύσαρον το στεφανοφόρο | esparceta de España (Hedysarum coronarium L, Hedysarum coronarium) |
ηδύσαρον το στεφανωματικόν | sulla (Hedysarum coronarium L, Hedysarum coronarium) |
ηδύσαρον το στεφανωματικόν | zulla (Hedysarum coronarium L, Hedysarum coronarium) |
ηδύσαρον το στεφανωματικόν | esparceta de España (Hedysarum coronarium L, Hedysarum coronarium) |
ηλιοτρόπιο το ευρωπαϊκό | hierba verruguera (Heliotropium europaeum L.) |
ιαπωνικό άνισο το αστεροειδές | anís estrellado japonés (Illicium anisatum, Illicium japonicum, Illicium religiosum, Illicium shikimmi, Illicium skimmi) |
ιθμός για το ζυθογλεύκος | filtro de mosto |
ισοπεδώνω το έδαφος | pasar el rulo |
ισοπεδώνω το έδαφος | rular el suelo |
ισοπεδώνω το έδαφος | pasar el rodillo |
ιστός για δένδρα φυτευμένα με το σύστημα παλμέτας | barra pulverizadora en espaldera |
ιστός για δένδρα φυτευμένα με το σύστημα παλμέτας | aguilón en palmeta |
ιός που προκαλεί το καρούλιασμα των φύλλων των γεωμήλων | virus del enrollamiento de las hojas de la patata |
κέγχρος το σκέλος του αλέκτορος | mijo japonés (Echinochloa frumentacea, Panicum crusgalli var.frumentaceum) |
κίτριον το μηδικόν | cáscara de limón confitada (Citrus medica) |
κίτριον το μηδικόν | ciora confitada (Citrus medica) |
κίτρον το νεράντζιον | toronjo (Citrus aurantium, Citrus aurantium var.bigaradia) |
κίτρον το νεράντζιον | naranjo amargo (Citrus aurantium, Citrus aurantium var.bigaradia) |
κίτρον το νεράντζιον | naranjo agrio (Citrus aurantium, Citrus aurantium var.bigaradia) |
καλαθάκι για το σερβίρισμα των εμφιαλωμένων οίνων | cuna de servir |
καλλιεργώ το έδαφος με φρέζα | trabajar el suelo con la fresadora |
καλλιεργώ το έδαφος με φρέζα | fresar |
καμάκι που εκτοξεύεται με το χέρι | arpón de mano |
ΚανονισμόςΕΟΚαριθ.1906/90 του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένους κανόνες εμπορίας για το κρέας πουλερικών | Reglamento CEE No 1906/90 del Consejo por el que se establecen normas de comercialización aplicables a las aves de corral |
κανονισμός μετά το Τσερνομπίλ | reglamento post-Chernobil |
καραμέλες για το βήχα | caramelo contra la tos |
καρώτον το δαυκί | zanahoria (Daucus carota l, Daucus carota spp.sativus) |
κεχρί το μακρό | alpiste |
κοινός κατάλογος υλικών βάσεως για το δασικό πολλαπλασιαστικό υλικό | catálogo común de los materiales de base admitidos para la producción de los materiales forestales de reproducción |
κολοκύθι το πεπονόμορφο,ποικ.υδροπεπονόμορφο | zapallito (Cucurbita pepo var. citrullina) |
κολοκύθι το πεπονόμορφο,ποικ.υδροπεπονόμορφο | calabaza de meollo (Cucurbita pepo var. citrullina) |
κολοκύθι το πεπονόμορφο,ποικ.υδροπεπονόμορφο | calabaza de calabacines (Cucurbita pepo var. citrullina) |
κοπάδι πετεινών και ορνίθων για το εμπόριο | manada de aves destinada a la comercialización |
κορίανδρον το εδώδιμον | cilantro (Coriandrum sativum, coriandrum sativum linnaeus) |
κορίαννον το ήμερον | cilantro (Coriandrum sativum, coriandrum sativum linnaeus) |
κοχλιάριο το αρμοράκιο | rábano rusticano (Armoracia rusticana) |
κούρεμα με το χέρι | esquileo a mano |
κρέμα που λαμβάνεται με το χέρι | nata extraída manualmente |
κρατώ το πλοίο αγκυροβολημένο | mantener el buque al ancla |
κρόμμυον το σκοροδόπρασον | rocambole (Allium scorodoprasum) |
κρόμμυον το σκοροδόπρασον | ajo pardo (Allium scorodoprasum) |
κρόμμυον το σκοροδόπρασον | rocambola (Allium scorodoprasum) |
κρόμμυον το σκοροδόπρασον | ajo de Egipto (Allium scorodoprasum) |
κτυπώ το γάλα προς βουτυροποίηση | batir |
κτυπώ υπερβολικά το γάλα | batir excesivamente |
κυβισμός εις το τέταρτον χωρίς αφαίρεσιν | cubicación Hoppus |
κυβισμός ξυλείας εστοιβαγμένης εις το πρέμνον | medición al pie |
λέβητας για το βρυωνισμό | caldera de lupulización |
λίπασμα φιλικό προς το περιβάλλον | tratamiento de estiércol respetuoso del medio ambiente |
λαρδί από το οποίο έχει αφαιρεθεί το δέρμα | tocino al que se ha quitado la piel |
λαχανικά που καλλιεργούνται για το υπέργειο τμήμα τους | hortalizas no enterradas |
λεπίδιο το εδώδιμο | mastuerzo (Lepidium sativum Lin., Lepidium sativum) |
λεπίδιο το εδώδιμο | berro de huerta (Lepidium sativum Lin., Lepidium sativum) |
λεπίδιο το εδώδιμο | berro de tierra (Lepidium sativum Lin., Lepidium sativum) |
λεπίδιο το εδώδιμο | berro alenois (Lepidium sativum Lin., Lepidium sativum) |
λευκή ζάχαρη; η ζάχαρη; το σάκχαρο | azúcar blanco cristalizado |
λευκή ζάχαρη; η ζάχαρη; το σάκχαρο | azúcar blanquilla |
λευκή ζάχαρη; η ζάχαρη; το σάκχαρο | azúcar blanco |
λικέρ με βάση το αυγό' Advocaat; Advokat' Avocat | licor a base de huevo |
λικέρ με βάση το αυγό' Advocaat; Advokat' Avocat | avocat |
λικέρ με βάση το αυγό' Advocaat; Advokat' Avocat | Advokat |
λικέρ με βάση το αυγό' Advocaat; Advokat' Avocat | advocaat |
λικέρ με βάση το αυγό | licor al huevo |
μέρος όπου ξαπλώνει το ζώο | lugar de descanso |
μέσο διατήρησης που αναφέρεται στους κανόνες για το μέγεθος των ματιών των διχτυώνδικτυών | medida de conservación relativa a la luz de malla |
μαχαίρι για το κόψιμο αχύρου | cuchillo para paja |
μαχαίρι για το κόψιμο σανού | cuchillo para heno |
μαχαίρι για το μπόλιασμα των δέντρων | navaja de injertar |
μαχαίρι με κύρτωση προς το εμπρός | cuchilla curvada hacia delante |
Μεικτή επιτροπή της συμφωνίας μεταξύ της ΕΚ και της Νοτίου Αφρικής για το εμπόριο οίνου | Comité mixto del acuerdo entre la CE y Sudáfrica sobre el comercio de vino |
μεταφύτευση φυτών με το χέρι | plantación manual |
μεταφύτευση φυτών με το χέρι | plantación a mano |
μηρός ινδιάνου με το καλάμι του ποδιού | muslo entero de pavo |
μηχάνημα για το παράχωμα της κοπριάς | enterrador de estiércol |
μηχανή για το βούρτσισμα των σπόρων | máquina para cepillar los granos |
μηχανή για το καθάρισμα με κύκλωνες | limpiador de ciclón |
μηχανή για το κόψιμο των τεύτλων σε τεμάχια | máquina de cortar la remolacha |
μηχανή για το πλύσιμο των εντέρων | máquina para limpiar tripas |
μηχανή για το πλύσιμο των τεύτλων | máquina de lavar la remolacha |
μηχανισμός επαναφοράς του βαγονέτου που φέρει το κορμοτεμάχιο προς πρίσιν | dispositivo de desvío |
μορφάριθμος εις το ν του ύψους | factor de forma normal |
μορφάριθμος εις το ν του ύψους | coeficiente mórfico normal |
Μόνιμη Ομάδα για το Βαμβάκι | Grupo permanente del algodón |
Μόνιμη Ομάδα για το 'Aμυλο | Grupo permanente del almidón |
Μόνιμη Ομάδα για το Ρύζι | Grupo permanente del arroz |
ναρδίδιον το κηπαίον | valeriana (Valerianella, Valerianella locusta) |
ναρδίδιον το κηπαίον | milamores (Valerianella, Valerianella locusta) |
ναρδίδιον το κηπαίον | hierba de los canónigos (Valerianella, Valerianella locusta) |
νερό με το οποίο εμποτίζεται το καλαμπόκι | agua de remojo |
ξεριζώνω με το άροτρο | arrancar con arado |
ξυλεία χαρτοπολτού εστοιβαγμένη εις το πρέμνον | pila para pasta |
ξύλο μεταφερόμενο με το νερό | madera de almadía |
ξύλο μεταφερόμενο με το νερό | madera aguada |
οίκημα πολλαπλών χρήσεων "με το κλειδί στο χέρι" | local polivalente llave en mano |
Ομάδα δικτύου με σκοπό την ανταλλαγή και το συντονισμό πληροφοριών σχετικά με την συνύπαρξη γενετικώς τροποποιημένων, συμβατικών και βιολογικών καλλιεργειών | Grupo de red para el intercambio y la coordinación de información relativa a la coexistencia de cultivos modificados genéticamente, convencionales y ecológicos. |
οξείδωση από το χρωμικό οξύ | oxidación crómica |
πένσα για το σημάδεμα των ζώων | tenazas para marcar el ganado |
πίσον το αρουραίον | guisante de campo (Pisum arvense, Pisum sativum var.arvense) |
πίσον το αρουραίον | guisante gris (Pisum arvense, Pisum sativum var.arvense) |
πίσον το αρουραίον | guisante forrajero (Pisum arvense, Pisum sativum var.arvense) |
πίσον το αρουραίον | bisalto (Pisum arvense, Pisum sativum var.arvense) |
πανικό το μιλιόμορφο | mijo mayor (Panicum miliaceum L.) |
πανικό το μιλιόμορφο | proso (Panicum miliaceum L.) |
πανικό το μιλιόμορφο | mijo común (Panicum miliaceum L.) |
παράγκα για το άρμεγμα | tinglado de ordeño en praderas |
παράγκα για το άρμεγμα | cobertizo de ordeño |
παρασκευασμένη σκόνη για το φούσκωμα της ζύμης | polvos para hornear |
παρασκευασμένη σκόνη για το φούσκωμα της ζύμης | levadura artificial |
παρεμβολέας ροής με έμφραξη κατά το 90 επί τοις εκατό | compuerta de obturación a 90 por ciento |
παστίλιες για το λαιμό | pastillas para la garganta |
περίμετρος εις το στηθιαίον ύψος | circunferencia a la altura del pecho |
περίμετρος εις το ύψος του ανθρώπου | circunferencia a la altura del pecho |
περιστροφικό ρυθμιζόμενο άροτρο με κάθετο άξονα που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | arado tipo Civello |
περιστροφικό ρυθμιζόμενο άροτρο με κάθετο άξονα που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | rotoarado |
περιστροφικό ρυθμιζόμενο άροτρο με κάθετο άξονα που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | arado rotativo |
περιστροφικός διασκορπιστής κομμένων λωρίδων χόρτου που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | esparcidora rotativa de andanas |
πετροσέλινον το ήμερον | perejil (Petroselinum crispum, Petroselinum hortense, Petroselinum sativum) |
πετροσέλινον το εδώδιμον | perejil comun (Petroselinum crispum var. foliosum) |
πετροσέλινον το ουλόφυλλον | perejil rizado (Petroselinum crispum forma crispum) |
πετροσέλινον το ουλόφυλλον | perejil crespo (Petroselinum crispum forma crispum) |
πετροσέλινον το πτεριδόφυλλον | perejil hoja de helecho (Petroselinum crispum forma angustifolium) |
πετροσέλινον το σαρκόρριζον | perejil tuberoso (Petroselinum crispum var.tuberosum, Petroselinum var.tuberosum) |
πλευρίζω προς το κύμα | atravesada |
προεξέχον τμήμα της πρύμνης πάνω από το ποδόστημα | bovedilla |
προνομιακή ζώνη κατά το "Block system" | zona privilegiada en la distribución de agua según el "block system" |
προσβάλλω το μέτωπον μιας πυρκαϊάς | atajar un fuego |
προσβολή από το δάκο της ελαίας | ataque de la mosca de la aceituna |
προσθέτω νερό εις το γάλα | aguar |
προϊόντα με βάση το γάλα | producto lácteo |
πτερωτό λοφίο το οποίο δεν αφαιρέθηκε κατά το ξύρισμα | grupo de barbas que no han podido eliminarse en el desbarbado |
πυτιά από το ήνυστρο του μοσχαριού | fermento Lab |
ράβδισμα με το χέρι | vareo manual |
ράβδισμα με το χέρι | vareo |
ρήον το φαρμακευτικό | ruibarbo (Rheum officinale) |
ρήον το φαρμακευτικό | rapóntico (Rheum officinale) |
ριβήσιον το μέλαν | grosellero negro (Ribes nigrum) |
ροή γάλακτος από το μαστό | escurrido de la ubre |
ρύζι με το φλοιό τoυ | arroz con cáscara |
ρύζι με το φλοιό τoυ | arroz cáscara |
ρύζι με το φλοιό τoυ | arroz "paddy" |
σέλινον το βαρύοσμον | apio (Apium graveolens) |
σέλινον το βαρύοσμον ποικ.του γλυκού | apio de pencas (Apium graveolens var.dulce) |
σέλινον το βαρύοσμον ποικ.του γλυκού | apio blanco (Apium graveolens var.dulce) |
σήσαμον το ινδικόν | sésamo (Sesamum indicum, Sesamum orientale) |
σήσαμον το ινδικόν | ajonjoli (Sesamum indicum, Sesamum orientale) |
σηκίον το εδώδιμον | chayoteraplanta (Sechium edule) |
σηκίον το εδώδιμον | chayote (Sechium edule) |
σπορά με το χέρι | siembra a mano |
στέλεχος πτερού από το οποίο έχουν αφαιρεθεί οι μύστακες | astil de pluma desbarbado |
στήλη για το στέγνωμα | columna de secado |
σταθεροποίηση με το ψύχος | estabilización por el frío |
στράγγισμα με το χέρι | escurrido a mano |
στραγγίζει το τυρόγαλα | escurrir |
συλλέγω το μέλι | castrar una colmena |
συλλέγω το μέλι από την κηρήθρα | extraer la miel |
συλλογή με το χέρι | arrancado a mano |
συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το βαμβάκι | Comité consultivo profesional de la organización común de los mercados agrarios - algodón |
συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το βόειο κρέας | Comité consultivo profesional de la organización común de los mercados agrarios - carne de vacuno |
συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα | Comité consultivo profesional de la organización común de los mercados agrarios - leche y productos lácteos |
συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το κρέας αιγοπροβάτων | Comité consultivo profesional de la organización común de los mercados agrarios - carne de ovino y de caprino |
συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το κρέας πουλερικών και τα αυγά | Comité consultivo profesional de la organización común de los mercados agrarios - carne y huevos de aves de corral |
συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το λίνο και την κάνναβη | Comité consultivo profesional de la organización común de los mercados agrarios - lino y cáñamo |
συμβουλευτική επαγγελματική επιτροπή για την κοινή οργάνωση γεωργικών αγορών σχετικά με το χοίρειο κρέας | Comité consultivo profesional de la organización común de los mercados agrarios - carne de porcino |
Συμβουλευτική Επιτροπή για το Φελλό | Comité consultivo del corcho |
Συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών για την παράταση της προσαρμογής της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και....σχετικά με το εμπόριο του κρέατος προβάτου,αμνού και αιγός | Acuerdo en forma de Canje de Notas por el que se prorroga la adaptación del Acuerdo entre la Comunidad Europea y...sobre el comercio de las carnes de oveja, cordero y cabra |
συρτάρι για το ψήσιμο | armario para cocer |
συρόμενη θεριζοαλωνιστική μηχανή που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | cosechadora accionada por la toma de fuerza |
συρόμενη ρυμούλκα που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | plataforma remolcada accionada por la toma de fuerza |
συσκευή για το ζεμάτισμα των πρέμνων | escaldador |
συσκευή για το κάπνισμα | atomizador |
συσκευή για το κοπάνισμα της βύνης | quebrantador de malta |
συσκευή για το κόψιμο των λαχάνων | cortador de coles |
συσκευή για το κόψιμο των ριζών | cortarraíces |
συσκευή για το μαλάκωμα των κρεάτων | aparato para ablandar la carne |
συσκευή για το πλύσιμο-αφαίρεση των πετρών | lavador |
συσκευή για το πλύσιμο-αφαίρεση των πετρών | despedrador |
σωλήνας συνδεδεμένος με το σωλήνα εκκένωσης | tobera acoplada al tubo de escape |
σόργο το σάρωθρο | maíz de Guinea (Andropogon cernuus Roxb., Sorghum durra, Sorghum vulgare Pers.) |
σόργο το σάρωθρο | panizo moruno (Andropogon cernuus Roxb., Sorghum durra, Sorghum vulgare Pers.) |
σόργο το σάρωθρο | sorgo (Andropogon cernuus Roxb., Sorghum durra, Sorghum vulgare Pers.) |
σόργο το σάρωθρο | adaza (Andropogon cernuus Roxb., Sorghum durra, Sorghum vulgare Pers.) |
σόργο το σάρωθρο | caña dulce (Andropogon cernuus Roxb., Sorghum durra, Sorghum vulgare Pers.) |
σόργο το σάρωθρο | adacilla (Andropogon cernuus Roxb., Sorghum durra, Sorghum vulgare Pers.) |
σόργον το κοινό ποικ.η σκούπα | sorgo de escobas (Sorghum vulgare var. technicum) |
σόργον το σάρωθρον | sorgo de escobas (Sorghum vulgare var. technicum) |
σόργον το σακχαροφόρον | sorgo azucarado (Sorghum dochna, Sorghum saccharatum, Sorghum vulgare var.saccharatum) |
σόργον το σακχαροφόρον | sorgo dulce (Sorghum dochna, Sorghum saccharatum, Sorghum vulgare var.saccharatum) |
σόργον το σακχαροφόρον | sacarino (Sorghum dochna, Sorghum saccharatum, Sorghum vulgare var.saccharatum) |
σύρομαι προς το σκάφος | garrear |
σύστημα άρδευσης με τεχνητή βροχή πάνω από το φύλλωμα των δένδρων | riego sobre el follaje |
σύστημα άρδευσης με τεχνητή βροχή υπό το φύλλωμα των δένδρων | distribución del agua bajo el follaje |
σύστημα αρδεύσεως διά τεχνητής βροχής υπέρ το φύλλωμα των δένδρων | sistema de aspersores sobre los árboles |
σύστημα αρδεύσεως διά τεχνητής βροχής υπό το φύλλωμα των δένδρων | sistema de aspersores bajo los árboles |
σύστημα παροχής πληροφοριών για το τροπικό δάσος | Sistema de información sobre el bosque tropical |
ταράξακον το φαρμακευτικόν | amargón (Taraxacum densleonis, Taraxacum officinale) |
τελειώνει το όργωμα | terminar de arar |
τελειώνει το όργωμα | cierre |
τμήμα εδάφους το οποίο αρδεύεται από το τεταρτεύον κανάλι | parcelas de riego por aspersión comunicadas por un mismo canal cuaternario |
το ατομικό εισόδημα των εργαζομένων στη γεωργία | la renta individual de los que trabajan en la agricultura |
το επάνω σχοινί,των φελλών | relinga |
το επάνω σχοινί,των φελλών | cuerda de fondo |
το ευθύγραμμο του κορμού | rectitud del tallo |
το θειάφισμα καταπολεμά αποτελεσματικά το ωϊδιο | el azufrado combate eficazmente el oidio |
το παραθείο και το paraoxon υπόκεινται σε μια διαδικασία ενζυματικής υδρόλυσης | el paratión y el paraoxón experimentan un proceso de hidrólisis enzimática |
τοποθέτηση των φιαλών με το στόμιο προς τα κάτω | puesta en pupitre |
τούβερ το μέλαν | trufa de verano (Tuber aestivum, Tuber cibarium) |
τούβερ το χειμέριον | trufa de invierno (Tuber brumale) |
τραχυλόβιον το θηλώδες | copal africano (Trachylobium verrucosum) |
τριφύλλι το αρουραίο | trébol arvense (Trifolium arvense L.) |
τριχανθές το οφιοειδές | cohombro serpentino (Ccucumis melo var. flexuosus, Trichosanthes anguina) |
τριχανθές το οφιοειδές | cohombro vibora (Ccucumis melo var. flexuosus, Trichosanthes anguina) |
τριχανθές το οφιοειδές | cohombro largo (Ccucumis melo var. flexuosus, Trichosanthes anguina) |
τροφοδοσία με το χέρι | alimentación manual |
τροχοφόρος αντλία που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | bomba remolcada y acoplada a la toma de fuerza del tractor |
υδατοκαλλιέργεια που καλύπτει το παραθαλάσσιο συγκρότημα | acuicultura en lagunas |
υλικό χωρίς το λίπος του | desgrasado |
υπόλειμμα από το στύψιμο σταφυλιών τσίπουρο | pulpa de uva |
υπόλειμμα από το στύψιμο σταφυλιών τσίπουρο | orujo de uva |
υπόλειμμα από το στύψιμο σταφυλιών τσίπουρο | orujo de uvas |
υπόλειμμα από το στύψιμο σταφυλιών τσίπουρο | orujo |
φαγόπυρο το εδώδιμο | trigo negro |
φαγόπυρο το εδώδιμο | trigo sarraceno |
φαγόπυρο το εδώδιμο | alforfón |
φαγόπυρο το ταταρικό | sarraceno de Tartaria (Fagopyrum tataricum Gaertn.) |
φαγόπυρο το ταταρικό | alforfón de Tartaria (Fagopyrum tataricum Gaertn.) |
φαγόπυρο το ταταρικό | alforfón (Fagopyrum tataricum Gaertn.) |
φαγόπυρον το εδώδιμον | alforfon de Nepal (Fagopyrum esculentum var. emarginatum) |
φαγόπυρον το εδώδιμον | alforfon alado (Fagopyrum esculentum var. emarginatum) |
φιλέτο στήθους μαζί με το οστούν του στέρνου | filete de pechuga con clavícula |
φοινίκουλο το κοινό | hinojo dulce (Foeniculum vulgare, Foeniculum vulgare subsp. vulgare var. vulgare) |
φοινίκουλο το κοινό | hinojo (Foeniculum vulgare, Foeniculum vulgare subsp. vulgare var. vulgare) |
φοράδα που ακολουθείται από το μικρό της | yegua con su potro |
φυλάω το κοπάδι | guardar el ganado |
φυτώριον όπου παράγονται φυτά ριζωμένα στο χώμα το οποίο περιέχεται εντός αγγείων διαφόρων σχημάτων,διαστάσεων και υλικών | vivero en cajoneras |
φύτεμα με το χέρι | plantar a mano |
χάρτινο κουτί για το γάλα μακράς διατήρησης | cartón para leche de larga duración |
χορτοσυλλεκτική-ξηραντική με αναπροσανατολιζόμενο τύμπανο που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | rastrillo volteador hilerador de descarga lateral |
χορτοσυλλεκτική-ξηραντική με αναπροσανατολιζόμενο τύμπανο που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | rastrillo de molinete deformable |
χορτοσυλλεκτική-ξηραντική με σταθερό τύμπανο που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | rastrillo de molinete indeformable |
χορτοσυλλεκτική-ξηραντική με σταθερό τύμπανο που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα | rastrillo aireador de heno de descarga lateral |
χρυσάνθεμο το βαλσαμώδες | balsamita (Chrysanthemum balsamita, Chrysanthemum majus, Tanacetum balsamita) |
ψάρι που αναπτύσσεται επάνω από το ακουστικό στρώμα | pez situado por debajo del umbral acústico |
ψάρι που αναπτύσσεται επάνω από το ακουστικό στρώμα | pez situado por encima del umbral acústico |
ψίδιον το καττλεϋανόν | guayaba fresa (Psidium cattleianum) |
ψαλίδι για το κούρεμα των προβάτων | máquina de esquilar el ganado ovino |
όργανο που μειώνει το μέγεθος των ματιών | dispositivo que reduce la dimensión de las mallas |
όργωμα με το οποίο επιτυγχάνεται αναμόχλευση του εδάφους | labrado en bandas de tierra levantadas |
όργωμα με το οποίο επιτυγχάνεται αναστροφή του εδάφους | labor llana |
όργωμα με το οποίο επιτυγχάνεται αναστροφή του εδάφους | labor plana |
όργωμα με το οποίο επιτυγχάνεται αναστροφή του εδάφους | labor con arado reversible |
όργωμα με το οποίο επιτυγχάνεται ισοπέδωση του εδάφους | labor llana |
όργωμα με το οποίο επιτυγχάνεται ισοπέδωση του εδάφους | labor plana |
όργωμα με το οποίο επιτυγχάνεται ισοπέδωση του εδάφους | labor con arado reversible |
όργωμα με το οποίο λαμβάνονται μεγάλοι γωνιώδεις βώλοι εδάφους | labrado en fajas sin desmoronar |
όργωμα με το οποίο λαμβάνονται σαμάρια | labor en lomos |
όργωμα με το οποίο λαμβάνονται σαμάρια | labor en caballones |
όργωμα με το οποίο οι λωρίδες τους εδάφους δε θρυμματίζονται | labor en cordones |
όργωμα με το οποίο οι λωρίδες τους εδάφους δε θρυμματίζονται | labor dejando las aristas redondeadas |
όργωμα που αρχίζει από την περιφέρεια προς το κέντρο και αναστρέφει το χώμα προς τις πλευρές του αγρού | labor hendiendo |
όργωμα που αρχίζει από την περιφέρεια προς το κέντρο και αναστρέφει το χώμα προς τις πλευρές του αγρού | labor asurcando |
όχημα για το διασκορπισμό υγρών λιπασμάτων | vehículo automóvil para esparcir abonos líquidos |
ύδνο το φαιό | trufa de Piamonte (Tuber magnatum) |
ύδνο το φαιό | trufa gris (Tuber magnatum) |
ύδνο το φαιό | trufa blanca (Tuber magnatum) |
ύψος εκτοξευτών πάνω από το έδαφος | altura de los aspersores sobre el suelo |