DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing κατηγορίες | all forms
GreekSpanish
άλλες κατηγορίες ενισχύσεων που καθορίζονται από το Συμβούλιο,το οποίο αποφασίζει...las demás categorías de ayudas que determine el Consejo por decisión
η εκδίκαση ορισμένων κατηγοριών υποθέσεωνconocer en determinadas categorías de asuntos
κατηγορία αποβλήτωνcategoría de desechos
μεταφορά των διατηρούμενων αποβλήτων προς την κατηγορία των καταμετρημένων αποβλήτωνtransferencia de desechos conservados a desechos medidos
μισθολογική κατηγορίαnivel de sueldo
οι κατηγορίες ενισχύσεων που εξαιρούνται από τη διαδικασία αυτήlas categorías de ayudas que quedan excluidas de tal procedimiento
Πρωτόκολλο επί των διαδικασιών που διέπουν την κατάταξη σε κατηγορίες των μαχητικών ελικοπτέρων και την ανακατάταξη σε κατηγορίες των επιθετικών ελικοπτέρων πολλαπλού ρόλουProtocolo sobre Recategorización de Helicópteros
Πρωτόκολλο επί των διαδικασιών που διέπουν την κατάταξη σε κατηγορίες των μαχητικών ελικοπτέρων και την ανακατάταξη σε κατηγορίες των επιθετικών ελικοπτέρων πολλαπλού ρόλουProtocolo sobre los Procedimientos por los que se regirá la Categorización de Helicópteros de Combate y la Recategorización de Helicópteros de Ataque Polivalentes
Σύμβαση "περί χρησιμοποιήσεως γυναικών εις υπογείους εργασίας μεταλλείων πάσης κατηγορίας"Convenio sobre el trabajo subterráneo mujeres
Σύμβαση "περί χρησιμοποιήσεως γυναικών εις υπογείους εργασίας μεταλλείων πάσης κατηγορίας"Convenio relativo al empleo de las mujeres en los trabajos subterráneos de toda clase de minas
υπάλληλος "μιας κατηγορίας"funcionario "que no ha cambiado de categoría"
υπάλληλος "πλειόνων κατηγοριών"funcionario "que ha cambiado de categoría"