DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Labor law containing εργασία | all forms
GreekSpanish
άδεια προς εργασίαautorización de trabajo
άτυπη εργασίαtrabajo atípico
άτυπη εργασίαempleo atípico
έκτακτη εργασίαtrabajo mediante subcontrato
έλλειψη άνεσης και παρενόχληση κατά την εργασίαincomodidad y molestias al trabajar
έμμεσα περιορισμένη εργασίαtrabajo restringido indirectamente
ίση αμοιβή για εργασία ίσης αξίαςigualdad de retribución por un trabajo de igual valor
αναγνώριση θορύβων πληροφόρησης σχετικά με την εργασίαreconocimiento de los ruidos informativos en relación con el trabajo
αξιοπρέπεια στην εργασίαdignidad en el trabajo
δαπάνες ενισχύσεων για εγκατάσταση και τοποθέτηση σε εργασίαayuda a la incorporación al trabajo
δευτερεύουσα εργασίαtarea secundaria
διασυνοριακή εργασίαtrabajo transfronterizo
ελαφρά εργασίαtrabajo ligero
ενεργός εργασίαtrabajo físico
επάνοδος στην εργασίαreanudación del trabajo
επαναλαμβανόμενη εργασίαtrabajo repetitivo
εργασία ακανόνιστου ωραρίουhorario de trabajo anormal
εργασία καθοδήγησηςtrabajo de conducción
εργασία κατά βάρδιεςservicio por turnos
εργασία κατ'οίκονtrabajo a domicilio
εργασία με βάρδιεςtrabajo en turnos
εργασία με ελαστικό ωράριοjornada de trabajo variable
εργασία με κυλιόμενο ωράριοhorario de trabajo propuesto gradualmente
εργασία με περιορισμένο περιεχόμενοtrabajo que carece de variedad de contenido
εργασία με σταθερό ωράριοjornada de trabajo permanente
εργασία με συνεχή εκτόξευση κοκκωδών λειαντικών μέσωνtrabajo con chorro proyector de abrasivos granulosos
εργασία με σύμβαση επ' αμοιβήtrabajo con contrato de honorarios
εργασία με το κομμάτιtrabajo por piezas
εργασία με το κομμάτιdestajo
εργασία με υπερωρίαsegundo empleo
εργασία με υπερωρίαjornada de trabajo ampliada
εργασία με ωράριο κατά το ήμισυ μειωμένοtrabajo de media jornada
εργασία πλήρους απασχόλησηtrabajo a tiempo completo
εργασία που δεν παρουσιάζει κινδύνουςtrabajo sin exposición
εργασία που πληρώνεται κατ'αποκοπήνun trabajo remunerado por unidad de obra realizada
εργασία σε απόσταση ασφάλειαςtrabajo a distancia
εργασία σε δυο βάρδιεςtrabajo en dos turnos
εργασία σε τρεις βάρδιεςtrabajo en tres turnos
εργασία στις διεθνικές υπεργολαβίεςempleo en régimen de subcontratación transnacional
εργασία την Kυριακήtrabajo dominical
εργασία των παιδιώνtrabajo infantil
εργασία υπό τάσηtrabajo a potencial
εργασία χωρίς δυνατότητες ανάδειξηςtrabajo poco valorado
ημιαυτοποιημένη εργασίαtrabajo dependiente de la máquina
ικανός να αναλάβω εκ νέου εργασίαrecuperar la aptitud para el trabajo
ικανός να αναλάβω εκ νέου εργασίαrecobrar la aptitud para el trabajo
καθιστική εργασίαtrabajo sedentario
κατεπείγουσα εργασίαtrabajo urgente
κοπιώδης εργασίαtrabajo penoso
με το σκοπό να ασκούν ορισμένη εργασίαcon objeto de ejercer un empleo
μόνιμη απογευματινή εργασίαturno vespertino permanente
μόνιμη απογευματινή εργασίαtrabajo vespertino permanente
οικολογία στην εργασίαaspectos ecológicos de trabajo
παράνομη εργασίαempleo ilegal
πιστοποιητικό ανικανότητας προς εργασίαcertificado de incapacidad para el trabajo
Πράσινο Βιβλίο "Παράνομη εργασία"Libro verde sobre la contratación ilegal
προκαθορισμένος χρόνος για μια συγκεκριμένη εργασίαtiempo base seleccionado
προσωρινή εργασίαtrabajo temporal
προσωρινή εργασίαtrabajo mediante subcontrato
Πρόγραμμα που στοχεύει στη βελτίωση της ασφάλειας, της υγιεινής και της υγείας κατά την εργασία, ιδίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσειςprograma destinado a mejorar el nivel de seguridad, higiene y salud en el trabajo, en particular en las pequeñas y medianas empresas
Πρόγραμμα που στοχεύει στη βελτίωση της ασφάλειας, της υγιεινής και της υγείας κατά την εργασία, ιδίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσειςPrograma de Acciones de Seguridad para Europa
πρόσβαση σε εργασίαacceso a un empleo
συχνές απουσίες από την εργασίαabsentismo laboral
τοποθέτηση ανέργων σε εργασίαcolocación de los desempleados
χαμηλή απόδοση στην εργασίαincompetencia profesional
χρονική περίοδος της ημέρας που καταλαμβάνει η εργασίαjornada laboral diaria
χρόνος μεταφοράς προς και από την εργασίαtiempo de desplazamiento
χρόνος προετοιμασίας για την εργασίαtiempo de preparación
χρόνος προετοιμασίας για την εργασίαperiodos para la higiene personal y cambio de vestimenta