DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Pharmacy and pharmacology containing ασφάλεια | all forms
GreekSpanish
επαγγελματική ασφάλειαseguridad profesional
επιτροπή για την υγιεινή και την ασφάλεια των εργαζομένωνcomité de seguridad
η ασφάλεια της απασχόλησηςseguridad profesional
ομάδα εργασίας για την ασφάλεια των καταλοίπωνgrupo de trabajo "Seguridad de Resíduos"
παράγοντας που επηρεάζει την ασφάλειαfactor de seguridad
περιοδική επικαιροποιημένη έκθεση για την ασφάλεια μιας μοναδικής ουσίαςinforme periódico de seguridad sobre un solo principio activo
ποιότητα, ασφάλεια και αποτελεσματικότητα των φαρμακευτικών προϊόντωνcalidad, seguridad y eficacia de los medicamentos
σεμινάρια για την ασφάλειαformación en seguridad
σεμινάρια για την ασφάλειαadiestramiento de seguridad