Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Chinese
Danish
Dutch
English
Finnish
French
German
Italian
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
Swedish
Terms
for subject
Transport
containing
Α
|
all forms
|
exact matches only
Greek
Spanish
α
/φος μεταφοράς φορτίου
εμπορευμάτων
avión de carga
αεροπλάνo επιδόσεων κατηγορίας
Α
avión de clase de performance A
Απόφαση
Α
578
resolución OMI A 578
Απόφαση
Α
648
resolución OMI A 648
ασκήσεις επαφής τροχών
α
/φους στο διάδρομο
prácticas
βαθμός βύθισης τη στιγμή της επαφής των τροχών
α
/φους στο έδαφος κατά την προσγείωση
régimen de descenso en la toma de tierra
γέφυρα μετά δοκών
εις
ύψος στηθαίου
puente de vigas de pretil
διαμέρισμα κλάσεως
Α
división de clase A
διεθνές πιστοποιητικό καταλληλότητας για τη μεταφορά επικινδύνων ουσιών
εις
χύμα
certificado internacional de aptitud para el transporte de productos químicos peligrosos a granel
διεθνές πιστοποιητικό πρόληψης της ρύπανσης για τη μεταφορά επιβλαβών υγρών ουσιών
εις
χύμα
certificado internacional de prevención de la contaminación para el transporte de sustancias nocivas líquidas a granel
Διεθνής Σύμβαση "αφορώσα
εις
την μεταφοράν εμπορευμάτων διά σιδηροδρόμων"; Διεθνής Σύμβαση για τη σιδηροδρομική μεταφορά εμπορευμάτων
Convenio Internacional sobre Transporte de Mercancías por Ferrocarril
Διεθνής Σύμβαση "αφορώσα
εις
την μεταφοράν επιβατών και αποσκευών διά σιδηροδρόμων"
Convenio Internacional sobre Transporte de Viajeros y Equipajes por Ferrocarril
εις
βάθος επιθεώρηση
inspección pormenorizada
εις
εξυψωμένη τοποθέτηση
suspendido
εις
εξυψωμένη τοποθέτηση
elevado
επαφή τροχών
α
/φους στο έδαφος κατά την προσγείωση
toma de contacto
θέση επαφής των τροχών
α
/φους στο έδαφος κατά την προσγείωση
posición en la toma de tierra
κεκλιμένα επίπεδα προσπελάσεως
εις
γέφυραν
rampas de acceso a un puente
κελευστής
Α
segundo contramaestre
κουζίνα
α
/φους
cocina
κουζίνα
α
/φους
galley
Μ.
Ε
.Α
vehículo
Μ.
Ε
.Α
vehículo liviano de pasajeros
Μ.
Ε
.Α
vehículo automotor de pasajeros
Μ.
Ε
.Α
unidad de vehículo ligero
Μ.
Ε
.Α
carro
Μ.
Ε
.Α
automóvil
μηχανοστάσιο κατηγορίας
Α
espacio de máquinas de categoría A
παλέτα
α
/φους
batea de avión
περιοχή κουζίνας
α
/φους στο πίσω μέρος
zona de cocinas posterior
πιστοποιητικό καταλληλότητας για τη μεταφορά επικινδύνων ουσιών
εις
χύμα
certificado de aptitud para el transporte de productos químicos peligrosos a granel
πιστοποιητικό καταλληλότητας για τη μεταφορά υγροποιημένων αερίων
εις
χύμα
certificado de aptitud para el transporte de gases licuados a granel
πλαίσιον σχήματος
Α
cabria
πλαξ προσπελάσεως
εις
οδόστρωμα
losa de acceso a la calzada
πλοίο μεταφοράς φορτίου
εις
χύμα; φορτηγό πλοίο για τη μεταφορά εμπορευμάτων χύμα
granelero
πορεία προς Β ή Ν ή
Α
ή Δ
aproado cardinal
προειδοποιητικό σύστημα
α
/φους αποφυγής εναέριας σύγκρουσης
aviso TCAS
"Πρωτόκολλον τροποποιήσεως της υπογραφείσης
εις
Βαρσοβίαν την 12ην Οκτωβρίου 1929 συμβάσεως περί ενοποιήσεως κανόνων τινων σχετικών προς την διεθνή δι' αέρος μεταφοράν"
Protocolo que modifica el Convenio para la unificación de ciertas reglas relativas al transporte internacional aéreo, firmado en Varsovia el 12 de octubre de 1929
ρύπανση
α
/φους
contaminación de la estructura del avión
σήμανση ζώνης επαφής τροχών
α
/φους στο έδαφος κατά την προσγείωση
marcas del área de toma de contacto
Σημείο
Α
Συστήματος Προσγειώσεως δι'Οργάνων
punto A del ILS
συναρμογή με στρεβλόν τοίχωμα
εις
σχήμα S
transición alabeada en S
συστήματα μάζας και ισορροπίας πάνω στο
α
/φος
sistemas de a bordo de masa y centrado
Σύμβαση "περί μετατροπής των εμπορικών σκαφών
εις
πολεμικά"
Convenio sobre la transformación de buques mercantes en buques de guerra
τεμάχιο σύνδεσης κεφαλής-
α
υχένα
pieza de unión entre la cabeza y el cuello
Υπηρεσία Ελέγχου Χώρων Στάθμευσης
Α
/φών
servicio de dirección en la plataforma
Υπηρεσία Ελέγχου Χώρων Στάθμευσης
Α
/φών
servicio de dirección de plataforma
υπόλειμμα
ά
vθρακα Conradson
carbono Conradson en el residuo
φώτα ζώνης επαφής τροχών
α
/φους στο έδαφος κατά την προσγείωση
luces del área de toma de contacto
όργανο στο
α
/φος που δείχνει σωστή πορεία, ύψος και στάση α/φους
director de vuelo
όριο
α
límite de fatiga de seguridad
όριο
α
límite Ó
όριο
α
límite alfa
Get short URL