Subject | Greek | French |
transp. | αλλάζω διευθέτηση | détourner |
transp. | αλλάζω διευθέτηση | changer les dispositions |
work.fl., IT | αλφαβητική διευθέτηση | ordre alphabétique |
work.fl., IT | αλφαριθμική διευθέτηση | ordre alphanumérique |
law | γενική πολιτική διευθέτηση | règlement politique global |
work.fl., IT | δευτερεύοντα χαρακτηριστικά για διευθέτηση | facette secondaire |
work.fl., IT | δευτερεύοντα χαρακτηριστικά για διευθέτηση | caractéristique secondaire d'un classement |
law, fin. | Διεθνής Σύμβαση για τη Διευθέτηση των Διαφορών στον τομέα Επενδύσεων | convention internationale pour le règlement des différends relatifs aux investissements |
law, fin. | Διεθνής Σύμβαση για τη Διευθέτηση των Διαφορών στον τομέα Επενδύσεων | convention pour le règlement des différends relatifs aux investissements entre Etats et ressortissants d'autres Etats |
law, fin. | Διεθνής Σύμβαση για τη Διευθέτηση των Διαφορών στον τομέα Επενδύσεων | convention CIRDI |
industr., construct. | διευθέτηση άκρων | délignage |
commun. | διευθέτηση αδιασταύρωτης δέσμης | utilisation de faisceaux non croisés |
transp. | διευθέτηση αμαξοστοιχίας | classement d'un train |
agric., construct. | διευθέτηση αναβαθμίδων | aménagement de terrasses |
tech. | διευθέτηση αναγνώρισης | arrangement de reconnaissance |
met. | διευθέτηση ανωμαλιών υλικού | conditionnement |
fin. | διευθέτηση απογραφής | ajustement d'inventaire |
IT, transp. | διευθέτηση απόστασης επακολουθίας οχημάτων | commande de la fréquence des voitures |
IT | διευθέτηση γεφυρωτήρα | brassage |
med. | διευθέτηση γεωργικής εκμετάλλευσης | gestion de l'exploitation agricole |
med. | διευθέτηση γεωργικής εκμετάλλευσης | direction de l'exploitation agricole |
transp., environ. | διευθέτηση για τη διάλυση πλοίου | arrangement pour la démolition |
transp. | διευθέτηση διαδικασιών φόρτωσης | réfection d'un chargement |
IT | διευθέτηση διακλαδωτήρα | brassage |
el. | διευθέτηση διανομής σε στάθμη καναλιού | disposition des voies |
commun. | διευθέτηση διατροχιακών ζεύξεων | liaison de jonction interorbitale |
law | διευθέτηση διαφορών | règlement des litiges |
law | διευθέτηση διαφορών | règlement des différends |
law | διευθέτηση διαφορών | règlement des conflits |
IT, dat.proc. | διευθέτηση εκτυπωτή | définition de l'imprimante |
IT, dat.proc. | διευθέτηση εκτυπωτή | installation d'une imprimante |
IT, dat.proc. | διευθέτηση εκτυπωτή | initialisation d'une imprimante |
IT, dat.proc. | διευθέτηση εκτυπωτή | configuration d'une imprimante |
transp., mech.eng. | διευθέτηση εναλλάξ | disposition en chicane |
transp., mech.eng. | διευθέτηση εναλλάξ | chicane |
IT, el. | διευθέτηση ενδοσύνδεσης | système de protection d'interconnexion |
IT, el. | διευθέτηση ενδοσύνδεσης | dispositif de protection d'équipement terminal |
law, commer., polit. | Διευθέτηση επι των αρχών της διεθνούς συνεργασίας για τις δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης στον τομέα των ευφυών συστημάτων βιομηχανικής παραγωγής μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, της Ιαπωνίας, της Αυστραλίας, του Καναδά και των χωρών της ΕΖΕΣ Νορβηγίας και Ελβετίας | Entente dégagée à propos des principes de coopération internationale en matière d'activités de recherche et de développement dans le domaine des systèmes de fabrication intelligents entre la Communauté européenne et les Etats-Unis d'Amérique, le Japon, l'Australie, le Canada et les pays AELE de Norvège et de Suisse |
gen. | διευθέτηση θεμάτων συμβατικών ασυμφωνιών | règlement des non-conformités |
el. | διευθέτηση καναλιών | disposition des canaux |
IT | διευθέτηση καταμερισμού χρόνου | schéma de partage dans le temps |
commun. | διευθέτηση κλήσης | etablissement de la communication |
commun. | διευθέτηση κλήσης | appel |
commun. | διευθέτηση μεταγωγής κοινού ελέγχου | accord de gestion commune de la commutation |
agric. | διευθέτηση ξυλίνων δοχείων ή φιαλών | arrimage |
law | διευθέτηση παραπόνων | suivi des réclamations |
law | διευθέτηση παραπόνων | suivi des plaintes |
law, transp. | διευθέτηση παροχής υπηρεσιών | arrangement de service |
commun. | διευθέτηση FT προς FT | disposition FT à FT |
industr., construct., chem. | Διευθέτηση προς συσκευασία | arrangement des fibres au compactage |
environ. | διευθέτηση ραδιενεργών καταλοίπων | exploitation des déchets radioactifs |
transp., avia. | διευθέτηση ροής της εναέριας κυκλοφορίας | gestion des courants de trafic aérien |
agric., construct. | διευθέτηση στάβλων | aménagement d'étables |
transp. | διευθέτηση σταθμευμένων φορταμαξών | accostage |
interntl.trade., food.ind. | Διευθέτηση σχετικά με ορισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα | Arrangement concernant certains produits laitiers |
fin., transp. | διευθέτηση σχετικά με τις εξαγωγικές πιστώσεις για πλοία | arrangement sur les crédits à l'exportation de navires |
gen. | Διευθέτηση σχετικά με τις Υπηρεσίες των Ταχυδρομικών Πληρωμών | Arrangement concernant les services de paiement de la poste |
econ., transp. | διευθέτηση της βλάβης | gestion des problèmes d'indisponibilité |
econ., transp. | διευθέτηση της διακοπής | gestion des problèmes d'indisponibilité |
law, fish.farm. | διευθέτηση της κράτησης | règlement de l'arraisonnement |
agric. | διευθέτηση της πανίδας | gestion de la faune |
agric. | διευθέτηση της πανίδας | aménagement de la faune |
environ. | διευθέτηση της παράκτιας ζώνης | aménagement de la bande côtière |
transp. | διευθέτηση τιμολογίου | aménagement de tarif |
fin. | διευθέτηση τιμών | régularisation des prix |
construct. | διευθέτηση του αγροτικού χώρου | aménagement des campagnes |
construct. | διευθέτηση του αγροτικού χώρου | aménagement rural |
construct. | διευθέτηση του αγροτικού χώρου | aménagement de l'espace rural |
law, fish.farm. | διευθέτηση του ελέγχου | règlement de l'arraisonnement |
environ. | διευθέτηση του καθεστώτος υδάτων | régularisation du régime des eaux |
commun. | διευθέτηση του μήκους των στίχων | justification |
lab.law. | διευθέτηση του χρόνου εργασίας | aménagement des horaires de travail |
econ. | διευθέτηση του χρόνου εργασίας | aménagement du temps de travail |
nat.sc., agric. | διευθέτηση των αναβαθμίδων κατά πλάτος | aménagement de terrasses en travers |
met. | διευθέτηση των ατόμων σιδήρου στο πλέγμα του σεμεντίτη κατά μήκος του άξονα | les positions des atomes de fer dans le réseau de la cémentite suivant l'axe des aiguilles |
agric. | διευθέτηση των γαιών | remembrement |
agric. | διευθέτηση των γαιών | aménagement foncier |
econ. | διευθέτηση των διαφορών | règlement des différends |
commun., IT | διευθέτηση των παραμέτρων μεταξύ διαμορφωτών/αποδιαμορφωτών | adaptation de débit |
agric. | διευθέτηση των προστατευμένων θαλάσσιων ζωνών | aménagement des zones marines protégées |
transp., environ. | διευθέτηση των προστατευόμενων θαλάσσιων ζωνών | aménagement des zones marines protégées |
fish.farm. | διευθέτηση των προστατευόμενων θαλάσσιων ζωνών | aménagement de zones marines protégées |
met. | διευθέτηση των φλοιών στερεοποίησης στην επιφανειακή ζώνη των πλινθωμάτων | disposition des cernes dans la zone de peau des lingots |
commun., IT | διευθέτηση τύπου kiosk | service de type kiosque |
commun. | διευθέτηση τύπου kiosk | système de type kiosque |
commun., IT | διευθέτηση τύπου kiosk | guichet muet |
commun., IT | διευθέτηση τύπου κιοσκ | service de type kiosque |
commun., IT | διευθέτηση τύπου κιοσκ | guichet muet |
industr., construct., chem. | διευθέτηση υαλοϊνών σε κρυσταλλική μορφή ανάλογη του διαμαντιού | feutre croisé en losanges |
transp. | διευθέτηση φορτίου | rectification d'un chargement |
agric. | διευθέτηση χειμάρρου | correction de ravine |
commun. | διευθέτηση χρέωσης τύπου τηλεφωνικού θαλάμου | service kiosque |
commun. | διευθέτηση χρέωσης τύπου τηλεφωνικού θαλάμου | facturation de type "kiosque" |
law, tech. | διμερής διευθέτηση | arrangement bilatéral |
transp. | δυναμική διευθέτηση διαδρομής | régulation dynamique des itinéraires |
commun., IT | ελκωθητική διευθέτηση | montage symétrique |
gen. | Ενισχυμένη υποστήριξη της οικοδόμησης ικανοτήτων της Αφρικής για την πρόληψη, διαχείριση και διευθέτηση των συγκρούσεων | concept de l'Union européenne pour le renforcement des capacités africaines de prévention, de gestion et de règlement des conflits |
commer. | εξωδικαστικός φορέας για τη διευθέτηση καταναλωτικών διαφορών | organisme extrajudiciaire de règlement des litiges des consommateurs |
law | εξώδικη διευθέτηση | règlement extrajudiciaire |
law | εξώδικη διευθέτηση των διαφορών | modes alternatifs de résolution des conflits |
law | εξώδικη διευθέτηση των διαφορών | règlement extrajudiciaire des litiges |
law | εξώδικη διευθέτηση των διαφορών | modes alternatifs de règlement des conflits |
work.fl., IT | ιεραρχική διευθέτηση | ordre hiérarchique |
work.fl. | ιεραρχική διευθέτηση | hiérarchisation |
work.fl., IT | ισοδύναμα χαρακτηριστικά για διευθέτηση | caractéristiques de classement équivalentes |
mech.eng. | κέλυφος επισώτρου με λοξή διευθέτηση φλοιωμάτων | carcasse diagonale |
law, min.prod. | κοινή διευθέτηση | accord de coentreprise |
work.fl., IT | κύριο χαρακτηριστικό για διευθέτηση | facette primaire |
work.fl., IT | κύριο χαρακτηριστικό για διευθέτηση | caractéristique de classement primaire |
work.fl. | λεπτομερής συστηματική διευθέτηση | arrangement systématique détaillé |
tech. | μονομερής διευθέτηση | arrangement unilatéral |
agric. | νομαρχιακή ένωση για τη διευθέτηση των διαρθώσεων των γεωργικών εκμεταλλεύσεων | Association départementale pour l'aménagement des structures des exploitations agricoles |
fin. | οριστική διευθέτηση | accord final |
fish.farm., UN | Παγκόσμια Διάσκεψη για τη διευθέτηση και την ανάπτυξη της αλιείας | Conférence mondiale sur l'aménagement et le développement des pêches |
fish.farm., UN | Παγκόσμια Διάσκεψη για τη διευθέτηση και την ανάπτυξη της αλιείας | Conférence mondiale des pêches |
IT, transp. | πολλαπλή διευθέτηση ελέγχου-κατευθύνσεως | commande en unités multiples |
tech. | πολυμερής διευθέτηση | arrangement multilatéral |
construct., law | Πράσινο Βιβλίο σχετικά με την πρόσβαση των καταναλωτών στη δικαιοσύνη καθώς και τη διευθέτηση των διαφορών για καταναλωτικά θέματα στην ενιαία αγορά | Livre vert - Accès des consommateurs à la justice et le règlement des litiges de consommation dans le marché unique |
law | προοδευτική διευθέτηση του μονοπωλίου | aménagement progressif du monopole |
mater.sc., met. | προσδιορισμός των θειούχων εγκλεισμάτων:Η διευθέτηση και η κατανομή είναι ορατές | pour la mise en évidence des inclusions sulfurées, de leur disposition, et de leur répartition |
law | συμβατική διευθέτηση | arrangement contractuel |
gen. | συνολική πρόταση για τη διευθέτηση του καθεστώτος του Κοσσυφοπεδίου | Proposition globale de Règlement portant statut du Kosovo |
work.fl. | συστηματική διευθέτηση κατά ομάδες | arrangement systématique par groupes |
IT, transp. | σύγχρονη διευθέτηση απόστασης επακολουθίας οχημάτων | marche avec intervalles fixes |
IT, transp. | σύγχρονη διευθέτηση απόστασης επακολουθίας οχημάτων | commande synchrone de la fréquence des voitures |
law | Σύμβαση της 27ης Οκτωβρίου 1956 μεταξύ Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου,Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και Γαλλικής Δημοκρατίας με αντικείμενο τη διευθέτηση του ρου του ποταμού Moselle | Convention du 27 octobre 1956 entre le Grand-duché du Luxembourg,la République fédérale d'Allemagne et la République française au sujet de la canalisation de la Moselle |
work.fl., IT | σύνολο στοιχείων για διευθέτηση | ensemble d'éléments à classer |
work.fl., IT | τοπολογική διευθέτηση | classement topographique |
work.fl., IT | τοπολογική διευθέτηση | arrangement topographique |
work.fl., IT | χαρακτηριστικό για διευθέτηση | caractéristique de classement |
industr. | χωροταξική διευθέτηση | aménagement d'espaces industriels dégradés |